Πέμπτη 24 Απριλίου 2014

Στη μνήμη του Παναγιώτη Ελή, του αγωνιστή-μάρτυρα της Μακρονήσου που δολοφονήθηκε εν ψυχρώ από τη χούντα

Παναγιώτης Ελής (1922-1967)

Έκλεισαν 47 χρόνια (Απρίλης 1967) από τη μέρα που ο Παναγιώτης Ελής, ήρωας της Εθνικής Αντίστασης και μάρτυρας της Μακρονήσου, δολοφονήθηκε εν ψυχρώ από τη χούντα στον Ιππόδρομο, στο Δέλτα του Φαλήρου. Είχε συλληφθεί και οδηγηθεί εκεί, μαζί με άλλους αγωνιστές, από το πρωί της πρώτης μέρας του πραξικοπήματος. Στη μνήμη του γενναίου αυτού αγωνιστή το μικρό αφιέρωμα που ακολουθεί.

Απόσπασμα από επιστολή συγκρατούμενων του Π. Ελή στη Μακρόνησο: 

«[…] Νέος άνθρωπος, γενναίος αγωνιστής και πατριώτης, φλεγόταν από τα ιδεώδη της ελευθερίας, της δικαιοσύνης και του ανθρωπισμού. Γεννήθηκε το Μάη του 1922 στην Κομοτηνή. Με την κάθοδο των Βουλγάρων, οργανώνεται στην Αντίσταση. Συλλαμβάνεται το 1942 και στέλνεται όμηρος στη Βουλγαρία. Στις αρχές του 1943, μεταφέρεται μ' άλλους ομήρους στο Κουμάνοβο της Σερβίας σε καταναγκαστικά έργα. Λευτερώνεται με τη λήξη του πολέμου. Στο τέλος του 1946, σαν στρατιώτης, μετατίθεται στο Μεσολόγγι και από κει με άλλους συναδέλφους του, λόγω πολιτικών φρονημάτων, στο Μακρονήσι το καλοκαίρι του 1947.

Εκεί, στη Μακρόνησο, στο κάτεργο της φρίκης και της οδύνης, θα υποστεί τα πάνδεινα, ανάμεσα σε μυριάδες άλλους αγωνιστές της Εθνικής Αντίστασης, που, με τη στολή του στρατιώτη, βασανίστηκαν αποτρόπαια από τους δήμιους των ξένων αφεντικών. Σ' αυτό το νησί, που έπρεπε να αποτελεί για όλους τους Ελληνες, εκτός των δοσιλόγων, εθνικό μνημείο και ιερό τόπο λαϊκού προσκυνήματος.

Ο Ελής οδηγήθηκε στο ΒΕΤΟ (Δεύτερο Ειδικό Τάγμα Οπλιτών), τάγμα με 38.000 περίπου έγκλειστους στρατιώτες, που ως χτες πολεμούσαν τους ξένους εισβολείς στο βουνό και στην πόλη και αντιμετώπισε πλάι τους με καρτερία, τους βασανιστές που φορούσαν τη στολή του Ελληνα στρατιώτη. Αυτοί οι "Ελληνες" συναγωνίστηκαν σε θηριωδία τα γερμανικά SS, μόλις δυο χρόνια μετά τη φυγή των μεραρχιών τους, από το ελληνικό έδαφος.

"Υπόγραψε Βούλγαρε!", ωρύονταν οι ροπαλοφόροι πάνω στα αιμόφυρτα, ποδοπατημένα και ετοιμοθάνατα κορμιά, τα κορμιά αυτά, που αντιστάθηκαν στους Γερμανούς και Ιταλούς.

Και ύστερα στο περιβόητο "Σύρμα", στην "Απομόνωση", πλάι στη χαράδρα, πίσω από τον πανύψηλο τοίχο, στο κάτεργο των κατέργων, στην κόλαση της κολάσεως, στο μαρτύριο των μαρτυρίων, όπου μεταφέρονταν όσοι δεν υπέκυπταν στον ανήκουστο παιδεμό και δεν υπέγραφαν "Δήλωση μετανοίας". Εκεί βασανίζεται ο Παναγιώτης Ελής, μαζί με τους λίγους συναγωνιστές του, νύχτα - μέρα, από πολυάριθμους αποκτηνωμένους αλφαμίτες υπό την επιστασία ανάξιων και εγκληματικών αξιωματικών - μερικοί απ' αυτούς θα πρωτοστατήσουν στο πραξικόπημα της 21ης Απριλίου.

Ο Ελής θα επιβιώσει από το νέο κύκλο βασανιστηρίων, σε 24ωρη βάση μήνες και χρόνια, χάρη στο ψυχικό σθένος του και τη σωματική του αντοχή. Μερικοί από τους συναγωνιστές του στο "Σύρμα", θα επιβιώσουν, με το μέτωπο ψηλά κι αυτοί, αλλά σακατεμένοι διά βίου.
Και ήρθε το καινούριο πραξικόπημα της προδοτικής και ξενόδουλης κλίκας, στρατιωτικής και πολιτικής, του 1967. Ο Ελής συλλαμβάνεται και εκτελείται από ανθυπίλαρχο! Είναι από τα πρώτα θύματα της δικτατορίας.

Επεσε μαχόμενος ο αλύγιστος χιλιοβασανισμένος αγωνιστής της ελευθερίας. Ποιος, όμως, τίμησε τη θυσία του, καθώς και των άλλων Ελλήνων συναγωνιστών του; Χαράχτηκε τ' όνομά του σε καμιά μαρμάρινη στήλη, μαζί με τα ονόματα των αγωνιστών που δολοφόνησε η χούντα; Σκέφτηκε κανείς να στηθεί προτομή του Ελη στη γενέτειρά του, το Κόσμιο Κομοτηνής; Αφελέστατες ερωτήσεις και απορίες. Η νεοελληνική πολιτεία τιμά συχνά με οδούς, πλατείες και ανδριάντες, αχρείους πολιτικούς και δοσίλογους για εθνικές συμφορές και ξένους μισέλληνες. Δεκάδες βουλευτές αξίωσαν την αποφυλάκιση των πραξικοπηματιών, που αιματοκύλησαν και εξευτέλισαν τον τόπο, και την επιστροφή του Γλύξμπουργκ στο θρόνο (!), για τον Παναγιώτη Ελη και τους άλλους νεκρούς αγωνιστές θα μιλάμε τώρα;»

Οι παλιοί συνάδελφοί του στο "Σύρμα"
(Ριζοσπάστης, 23/4/1997)


Απόσπασμα από άρθρο του δημοσιογράφου Αντώνη Καρκαγιάννη, συγκρατούμενου του Π. Ελή και αυτόπτη μάρτυρα της δολοφονίας του:

«[…] Στις 22 ή 23 Απριλίου του 1967, όταν οι συνταγματάρχες διέπραξαν το πραξικόπημά τους, είχα την ατυχία να είμαι αυτόπτης και αυτήκοος μάρτυρας του φόνου του άτυχου Ελή, σε μια μεγάλη αίθουσα ή απλώς υπόστεγο του παλιού Ιπποδρόμου, στο Δέλτα του Φαλήρου. Είχαμε συλληφθεί από το πρωί της πρώτης μέρας του πραξικοπήματος, μερικοί από τα χαράματα. Μαζί με όλους και ο Ελής.

Φονιάς, ένας νεαρός ανθυπολοχαγός ή υπολοχαγός, ο οποίος μετά το 1974 καταδικάστηκε και έμεινε αρκετά χρόνια στη φυλακή. Ο χρόνος του φόνου: Προχωρημένο απριλιάτικο και βροχερό απόγευμα, δεν είχε ακόμη σουρουπώσει. Ακριβής τόπος: Ο Ελής, μαζί με άλλους κρατουμένους, ερχόταν βιαστικά, αν όχι τρέχοντας, από την αλάνα του Ιπποδρόμου, όπου μια μικρή ομάδα στρατιωτών, με προτεταμένες λόγχες και αυτόματα, τους συνόδευε για τις σωματικές τους ανάγκες. Επικεφαλής ο θερμοκέφαλος ανθυπολοχαγός, ο οποίος κραδαίνοντας περίστροφο εκραύγαζε τα γνωστά συνθήματα, «κομμούνια θα πεθάνετε» κ.λπ. Η όλη ατμόσφαιρα θύμιζε λίγο «καψόνι» νεοσυλλέκτων, που τουλάχιστον εκείνη την εποχή συνηθιζόταν στα στρατόπεδα εκπαίδευσης. Είχαν δυστυχώς τη γνώμη ότι με τον τρόπο αυτόν θα πετύχουν ταυτόχρονα σωματική άσκηση, διαμόφωση φρονήματος και αναγκαστική αποδοχή της πιο ανόητης πειθαρχίας. Πιστεύω ότι μέσα σ’ αυτήν την περίπλοκη διαδικασία, οι διωκόμενοι τρομοκρατούνται, αλλά οι διώκτες εξάπτονται (επιτέλους, μια ευκαιρία για να ασκήσουν εξουσία, κάποια εξουσία, και ήδη αισθάνονται την ηδονή της) και... τα όπλα εκπυρσοκροτούν από μόνα τους!

Ετσι, μόλις ο άτυχος Ελής πέρασε τη μεγάλη πόρτα του θαλάμου και δεν υπήρχε η παραμικρή πιθανότητα να... δραπετεύσει ή κατά άλλο τρόπο να απειθαρχήσει... το περίστροφο του ανθυπολοχαγού εκπυρσοκρότησε από μόνο του, μισό μέτρο πίσω από το κεφάλι του θύματος!

Καθόμασταν σε μια κουβέρτα στο δάπεδο του θαλάμου μαζί με τον μακαρίτη γιατρό Μανώλη Σιγανό και τον επίσης μακαρίτη Κυριάκο Τσακίρη. Ακούσαμε τον πυροβολισμό και είδαμε τον Ελή να πέφτει. Δίπλα από μας καθόταν ο Γιάννης Ρίτσος, άκουσε και αυτός και είδε και αμέσως, με απόγνωση και αποτροπιασμό, έκρυψε το πρόσωπό του στα χέρια του.

Λίγα μέτρα πιο πέρα καθόταν ο δημοσιογράφος και ιστορικός, μακαρίτης επίσης, Τάσος Βουρνάς, που αργότερα κατέγραψε το περιστατικό όπως τώρα το αφηγούμαι, καμιά διαφορά στην περιγραφή των γεγονότων. Αλλού βρισκόταν η διαφορά μας και το συζητήσαμε μετά και στα στρατόπεδα της Γυάρου και του Παρθενίου. Ο Τάσος αποκαλούσε τον φόνο «εκτέλεση» και τον απέδιδε σε προειλημμένη απόφαση της Χούντας. Ισως, αμέσως μετά τον φόνο, από φόβο δεν τολμούσα να δεχθώ αυτή την ερμηνεία και πίστευα (το πιστεύω ακόμη) ότι ο φόνος διαπράχθηκε σε περιβάλλον σκόπιμα υποκινούμενης έξαψης, ώστε σαφώς να διαμορφωθούν τα αντίπαλα στρατόπεδα. Βγάζω αυτό το συμπέρασμα από το ηλίθια τρομοκρατημένο ύφος του ανθυπολοχαγού και από την απόγνωση ενός λοχαγού, που προφανώς εκτελούσε χρέη διοικητή βάρδιας και μάταια προσπαθούσε να καθησυχάσει τα πνεύματα.[…]»

(Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, 16/12/2009)


Απόσπασμα από το βιβλίο του Τάσου Βουρνά, "Ιστορία της σύγχρονης Ελλάδας. Χούντα, Φάκελος Κύπρου":

«[…]Είχαμε πια συνηθίσει τους ήχους, τις κραυγές και τις βρισιές, όταν ξαφνικά φάνηκε δύο βήματα έξω απο την πόρτα του θαλάμου ένας αξιωματικός με ροδαλό πρόσωπο καλοταισμένου μπεμπέ να κηνυγά έναν κρατούμενο, κρατώντας στο χέρι του ένα στρατιωτικό περίστροφο με σιγαστήρα.
-Τροχάδην! του φώναξε.
Ο κρατούμενος Παναγιώτης Ελής, άνθρωπος περασμένα τα 40 χρόνια του, φορούσε στα πόδια του και παντόφλες, πράγμα που τον υποχρέωνε να περπατά σιγότερα απ' ό,τι αν φορούσε παπούτσια.
-Τροχάδην! του φώναξε και τον έσπρωχνε με την κάννη, αλλά ο Ελής εξακολουθούσε να βαδίζει κανονικά.
-Τρέξε, την Παναγιά σου! του λέει μια στιγμή κι ο Ελής κάνει γρηγορότερα τα τελευταία βήματα.
-Τροχάδην το λένε αυτό στο χωριό σου; λυσσάει ο δεσμοφύλακας και έξξαλος καταφέρει με την κάννη δυο απανωτά χτυπήματα στα πλευρά του Ελή.
Εκείνη τη στιγμή ακούστηκε ένας περίεργος διπλός κρότος, κατι σαν "φλοπ", "φλοπ", και μονομιάς ο Ελής σωριάστηκε στο κατώφλι της πόρτας. Και πριν καλά-καλά προφτάσουν να αντιληφθούν οι άλλοι κρατούμενοι τι συνέβη, ακούστηκαν τα ουρλιαχτά ενός αξιωματικού, που είχε τρέξει εκεί κίτρινος σαν λεμόνι..." «
Τάσος Βουρνάς η Ιστορία της Σύγχρονης Ελλάδας, Τόμος ΣΤ σελίδα 37-41 (Η αντιγραφή έγινε από το ιστολόγιο “Ινφογνώμων Πολιτικά”)


Το πραξικόπημα της 21ης Απρίλη του 1967 ήταν η εξέλιξη του καθεστώτος της Αμερικανοκρατίας, της απροσχημάτιστης και ωμής ξένης ανάμειξης και επέμβασης, της ξενοδουλείας που επιβλήθηκε στη χώρα μας με τον Εμφύλιο πόλεμο. Το πραξικόπημα σχεδιάστηκε από τα ντόπια και ξένα κέντρα της αντίδρασης, για να αντιμετωπιστεί το συνεχώς αυξανόμενο κίνημα του λαού μας για εθνική ανεξαρτησία, κυριαρχία και κοινωνική προκοπή. Την εξουσία τους τα μονοπώλια, όπου γης, την υπερασπίζουν με όποια μορφή κρίνουν πρόσφορη και δυνατή…

Δεν ξεχνάμε, δεν πρέπει να ξεχνάμε τους νεκρούς μας!  Με την ανυπάκουη στάση μας μπροστά στην καπιταλιστική βαρβαρότητα και με το κεφάλι ψηλά τιμούμε τη μνήμη των ηρώων και μαρτύρων του αντιφασιστικού και αντιιμπεριαλιστικού αγώνα του λαού μας, αγωνιζόμαστε, βαδίζοντας στο μονόδρομο της οργανωμένης αντίστασης, για ανατροπή της σάπιας καπιταλιστικής κοινωνίας, για ένα ελπιδοφόρο μέλλον για εμάς και τα παιδιά μας.

Πέμπτη 24 Απρίλη 2014.

Δεν υπάρχουν σχόλια: