Τελικά η ζωή μας δεν έχει
ενδιαφέρον γι' αυτό που γίνεται, αλλά από αυτό που χάνεται.
Παρακολουθήστε, με προσοχή, τις καθημερινές συζητήσεις και θα
διαπιστώσετε εύκολα πως κάθε φορά το κύριο θέμα προκύπτει από αυτό που
χάθηκε. Και όταν λέω «χάνω», το μυαλό μου δεν πάει στην καθημερινή
έννοια της λέξης. «Εχασα τα κλειδιά μου», λέμε, «έχασα το κέφι μου»,
«έχασα κάθε ιδέα που είχα για σένα». Κι αυτό σημαίνει πως κάποια στιγμή
θα βρούμε τα κλειδιά μας, το κέφι μας και τη χαμένη «ιδέα» που είχαμε
για κάποιον. Οχι, δεν έχω στο μυαλό μου αυτό το νόημα του «χάνω», αλλά
το άλλο, το οδυνηρό και το ανυπόφορο που έχει πάρει η λέξη στη σημερινή
τη ζωή μας, την καπιταλιστική και την άχαρη.
Τη ζωή των μεταρρυθμίσεων και των ανταγωνισμών, της ανάπηρης Δημοκρατίας και των χαμένων ονείρων. Κι αυτό το καινούριο νόημα δεν προκύπτει από μια απλή, γλωσσική «μετάλλαξη» της λέξης. Το ρήμα «χάνω» δεν άλλαξε, γιατί έτσι το θέλησε η ίδια η γλώσσα που ό,τι και αν την κάνουμε εμείς, σε όποιους κανόνες και αν την κλείσουμε, αυτή τραβάει το δικό της το δρόμο, έχει τη δική της τη ζωή. Η κοινωνία φταίει γι' αυτό.
Τη ζωή των μεταρρυθμίσεων και των ανταγωνισμών, της ανάπηρης Δημοκρατίας και των χαμένων ονείρων. Κι αυτό το καινούριο νόημα δεν προκύπτει από μια απλή, γλωσσική «μετάλλαξη» της λέξης. Το ρήμα «χάνω» δεν άλλαξε, γιατί έτσι το θέλησε η ίδια η γλώσσα που ό,τι και αν την κάνουμε εμείς, σε όποιους κανόνες και αν την κλείσουμε, αυτή τραβάει το δικό της το δρόμο, έχει τη δική της τη ζωή. Η κοινωνία φταίει γι' αυτό.
Η κοινωνία αλλάζει τις λέξεις, φτιάχνει τα δικά της τα ρήματα, γεννάει τα δικά της ουσιαστικά, γιατί θέλει να κρύψει κάτω από νεόκοπους όρους, παλιές, δοκιμασμένες πράξεις, πονηρές και τρισάθλιες. Ετσι, λοιπόν, και το ρήμα «χάνω» και όλες οι παράγωγες λέξεις του, δε δηλώνουν μια απλή απώλεια που έτσι κι αλλιώς κάποια στιγμή δε θα μας απασχολεί, γιατί θα πάψει να ισχύει. Θα έχουμε βρει τα «κλειδιά» μας ή το χαμένο μας «κέφι». Κι αυτό δεν το ισχυρίζομαι εγώ, γιατί μ' αρέσει να παίζω με τις λέξεις, να ψάχνω να βρω τη ρίζα τους και ν' αποκαλύπτω την περιπέτειά τους. Η ίδια η ζωή μ' αναγκάζει να κάνω αυτές τις σκέψεις. Σκέψεις, που μπορεί σε πολλούς να φαίνονται φτηνές φιλοσοφικές «ντρίπλες» του στριμωγμένου μυαλού μου, δεν είναι όμως. Οι χαμένες ώρες των μαθημάτων εξαιτίας του απεργιακού αγώνα των δασκάλων και τα «δεδουλευμένα» των συμβασιούχων με οδήγησαν στις σκέψεις αυτές. Γιατί και οι δυο αυτές καταστάσεις μας αποκαλύπτουν δυο μεγάλες απώλειες.
Και τα χαμένα μαθήματα και τα χαμένα μεροκάματα χαρακτηρίζουν την εποχή μας. Τα πρώτα μας αποκαλύπτουν τι ακριβώς συμβαίνει αυτή τη στιγμή στο πολύπαθο χώρο της Εκπαίδευσης. Τα δεύτερα μας μιλούν ακόμα μια φορά για την εφιαλτική περιπέτεια του κόσμου της Εργασίας. Και κάθονται οι δάσκαλοι γύρω από τα πονεμένα τους τραπέζια για να βρούνε τρόπο να συμπληρώσουν τις ώρες που χάθηκαν. Να κόψουμε τις αργίες λένε οι μεν, να καταργήσουμε τις εκδρομές, λένε οι άλλοι, να προσθέσουμε μέρες στη σχολική χρονιά, λένε οι τρίτοι. Και το υπουργείο της Παιδείας, φυσικά, θα γράψει στα παλιά του τα παπούτσια τους δασκάλους και θα πάρει τις δικές του αποφάσεις. Και τότε θα βγουν πάλι οι δάσκαλοι στους δρόμους, θα χαθούν άλλες ώρες και θ' αρχίσουν άλλες συζητήσεις, θα βγούνε άλλες αποφάσεις και πάει λέγοντας. Και τα «δεδουλευμένα» των συμβασιούχων; Μήπως κι αυτά δεν αποκαλύπτουν άλλες απώλειες; Μήπως κι εδώ ο καπιταλισμός δεν έδωσε άλλο νόημα, στο ρήμα «χάνω»; Είναι, βλέπεις, η αγαπημένη του λέξη, και ούτε που τον νοιάζει αν οι μαθητές χάνουν τα μαθήματά τους και οι εργαζόμενοι το μεροκάματο! Αλλιώς πώς θα προκόψει αυτός!
Γιώργος Χουρμουζιάδης
(Ριζοσπάστης, 19 Νοέμβρη 2006)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου