Τετάρτη 26 Νοεμβρίου 2014

Απεργία και ταξική πάλη


Ο αγώνας δρόμου από την ΕΕ, τα μονοπώλια και την κυβέρνηση ΝΔ - ΠΑΣΟΚ για τη συνέχιση του προγράμματος επιτήρησης της οικονομίας της χώρας από την τρόικα (ΕΚΤ - ΕΕ - ΔΝΤ), είτε με την παράταση του προγράμματος του μνημονίου, είτε με νέα μορφή της συμφωνίας, σηματοδοτεί την ένταση της αντιλαϊκής πολιτικής και της καταστολής του εργατικού κινήματος.

Την ίδια ώρα σηκώνουν κουρνιαχτό οι αστικές δυνάμεις - φιλελεύθεροι, σοσιαλδημοκράτες και οπορτουνιστές - για την εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας και τις προσεχείς εκλογές, τυφλώνουν και αποπροσανατολίζουν το λαό από τα κύρια ζητήματα. Σ' αυτό το «παραμύθι» της αποβλάκωσης δεν αρέσκονται μόνο η ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ, αλλά και ο ΣΥΡΙΖΑ, που από κοινού με το κεφάλαιο αναμασούν την «καραμέλα» της καπιταλιστικής ανάπτυξης στη χώρα μας, ως δήθεν «σανίδα» σωτηρίας για το λαό.

Απαραίτητη προϋπόθεση για την επιβολή των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων, που ρίχνουν στα τάρταρα την τιμή της εργατικής δύναμής, είναι η ένταση της καταστολής ενάντια στο ταξικό εργατικό κίνημα, η επίθεση για την αφαίρεση βασικών συνδικαλιστικών ελευθεριών και δικαιωμάτων, όπως η απεργία. Στο επίκεντρο της επίθεσης αυτής βρίσκονται ο περιορισμός - ουσιαστική κατάργηση του απεργιακού δικαιώματος, περαιτέρω χειροτέρευση του νόμου για τις συνδικαλιστικές ελευθερίες και η επαναφορά του «δικαιώματος» της εργοδοσίας να προχωρά στην κήρυξη ανταπεργίας - «lock out».



Η απεργία συνιστά μία από τις κορυφαίες διεκδικητικές μορφές ταξικής πάλης. Είναι από τα ισχυρότερα όπλα που διαθέτει ο εργάτης απέναντι στον κεφαλαιοκράτη, αφού προσωρινά παύει να θέτει στη διάθεσή του την εργατική του δύναμη - χωρίς την οποία είναι αδύνατη η συνέχιση της παραγωγής - καταργώντας έτσι τη δυνατότητα κέρδους, το οποίο αποτελεί βασικό όρο ύπαρξης του κεφαλαίου.
Από αυτή την άποψη αντιμετωπίζεται από τους κεφαλαιοκράτες, το κράτος τους και το αστικό δίκαιο σαν παράνομη πράξη.

Η απεργία κατάκτηση της εργατικής τάξης

Η αναγνώριση της απεργίας ως εργατικού δικαιώματος είναι το αποτέλεσμα σκληρής και αιματηρής πάλης της εργατικής τάξης, που προσέφερε στην πορεία αυτή εκατόμβες θυμάτων και δέχτηκε τις βάρβαρες και εγκληματικές επιθέσεις του αστικού κράτους.
Η αστική τάξη όχι μόνο δεν περιέλαβε στις πολιτικές ελευθερίες που κατέκτησε με τη Γαλλική Επανάσταση του 1789, αλλά και με την Αμερικανική Επανάσταση, το δικαίωμα στη συνδικαλιστική έκφραση της εργατικής τάξης, αλλά, αντίθετα, απαγόρευσε νομοθετικά και τιμωρούσε ποινικά τη συνδικαλιστική δράση της νεαρής τότε εργατικής τάξης.

Η κατοχύρωση της συνδικαλιστικής ελευθερίας στη νομοθεσία των αστικών κρατών υπήρξε το αποτέλεσμα των αιματηρών αγώνων, εξεγέρσεων και επαναστάσεων, όπως αυτές του 1848, που συγκλόνισαν την Ευρώπη. Η αναγνώριση αυτή όμως συνοδευόταν πάντοτε από ασφυκτικούς περιορισμούς και όρους. Μόνο μετά την Οχτωβριανή Σοσιαλιστική Επανάσταση στη Ρωσία, το 1917, και την άνοδο των δυνάμεων του σοσιαλισμού μετά το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο και την Αντιφασιστική Νίκη των Λαών αναγκάστηκαν να συμπεριλάβουν στα αστικά Συντάγματα διατάξεις που κατοχύρωναν τη συνδικαλιστική ελευθερία και το δικαίωμα στην απεργία, αλλά και πάλι κάτω από σοβαρούς περιορισμούς. Στην Ελλάδα, για παράδειγμα, ρητή συνταγματική αναφορά υπάρχει για πρώτη φορά στο Σύνταγμα του 1975!

Η νομοθετική κατοχύρωση της απεργίας στο αστικό δίκαιο συνιστά σημαντική κατάκτηση της εργατικής τάξης. Ομως, τα όρια του δικαιώματος της απεργίας που αναγνωρίστηκαν από το αστικό κράτος, οι περιορισμοί άσκησής του και γενικά η έκτασή του, ακόμη και το ζήτημα της ουσιαστικής ύπαρξής του αντανακλούν πάντοτε το επίπεδο της ταξικής πάλης και της ανάπτυξης και ωριμότητας του κινήματος της εργατικής τάξης.
Οι περιορισμοί στην άσκηση του απεργιακού δικαιώματος και των συνδικαλιστικών ελευθεριών

Η νομοθετική κατοχύρωση του απεργιακού δικαιώματος στην Ελλάδα συνοδεύτηκε από σημαντικούς περιορισμούς και εμπόδια σχετικά με την άσκησή του. Χαρακτηριστικά παραδείγματα είναι:
  • Συνταγματική και νομοθετική απαγόρευση της απεργίας των δημοσίων υπαλλήλων και των δικαστικών.
  • Συνταγματικά κατοχυρωμένη δυνατότητα πολιτικής επιστράτευσης των απεργών από το κράτος.
  • Απαγόρευση της απεργίας αλληλεγγύης.
  • Απαγόρευση της απεργίας που έχει πολιτικά αιτήματα, που ως τέτοια εννοούνται αιτήματα που απευθύνονται για ικανοποίησή τους στην κυβέρνηση.
  • Ο αντιδραστικός - αντεργατικός Ν. 330/1976, ο οποίος ισχύει ακόμη μέχρι και σήμερα για τους ναυτεργάτες.
  • Ο Νόμος 3239/1955 για την υποχρεωτική διαιτησία και την παράλληλη απαγόρευση της απεργίας, στο πλαίσιο της διαιτητικής επίλυσης της διαφοράς.
  • Το περιβόητο άρθρο 4 του Ν. 1365/1983, που ουσιαστικά απαγορεύει την απεργία στις επιχειρήσεις του ευρύτερου δημόσιου τομέα.
  • Ο Ν. 2224/1994 που με τις προϋποθέσεις για δημόσιο διάλογο πριν από την κήρυξη απεργίας στον ευρύτερο δημόσιο τομέα, θέτει ουσιαστικά εμπόδια στην πραγματοποίηση απεργιακών κινητοποιήσεων.
Στους χώρους εργασίας σήμερα επικρατεί πραγματικός εργασιακός μεσαίωνας. Η τρομοκρατία, ο εκβιασμός, η απόλυση, η παρεμπόδιση συνδικαλιστικής και πολιτικής δράσης των εργαζομένων από την καπιταλιστική εργοδοσία είναι ο μόνος «νόμος» στους χώρους δουλειάς. Οι απολύσεις για συνδικαλιστική και πολιτική δράση είναι στην ημερήσια διάταξη. Ακόμη και συνδικαλιστικά στελέχη, παρά την όποια ασθενική προστασία τους από το Ν. 1264/1982, απολύονται με διάφορες δικαιολογίες. Ολα αυτά καλύπτονται κάτω από τη γενικά αναγνωρισμένη ως «θεμελιώδη αρχή» του εργατικού δικαίου και συνταγματικά κατοχυρωμένο δικαίωμα στην ιδιοκτησία και την επιχειρηματική δραστηριότητα, που ονομάζεται «διευθυντικό δικαίωμα». Καθοριστική είναι πάντοτε η στήριξη των κρατικών κατασταλτικών μηχανισμών, καθώς και η συνένοχη στάση της εργατικής αριστοκρατίας, με τους ρεφορμιστές και τους οπορτουνιστές συνδικαλιστές να ρίχνουν νερό στο μύλο έντασης της εκμετάλλευσης της εργατικής τάξης από τα μονοπώλια.

Κατεδάφιση των εργασιακών σχέσεων και των εργατικών δικαιωμάτων

Η διάλυση των εργασιακών σχέσεων και του σταθερού ημερήσιου και εβδομαδιαίου χρόνου εργασίας, η επέκταση των ελαστικών μορφών και της μερικής απασχόλησης, των συμβάσεων ορισμένου χρόνου, της μεταμφίεσης της μισθωτής εργασίας με τη μορφή δήθεν αυτοαπασχόλησης, ο «δανεισμός» - δουλεμπόριο των εργαζομένων, η ανασφάλιστη εργασία αποτελούν τη σημερινή πραγματικότητα που επιβάλλεται στην εργατική τάξη από το κεφάλαιο, τις αστικές κυβερνήσεις και την ΕΕ, αξιοποιώντας τη βαθιά καπιταλιστική κρίση. Ολες οι εργατικές κατακτήσεις που με σκληρές θυσίες κατοχύρωσε η εργατική τάξη στο εργατικό δίκαιο κατεδαφίζονται σήμερα, όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά σε όλα τα κράτη - μέλη της ΕΕ, ανεξάρτητα από το ύψος των δημοσιονομικών ελλειμμάτων και του δημόσιου χρέους. Το γεγονός αυτό, σε συνδυασμό με την έκρηξη της ανεργίας, βάζει τεράστια εμπόδια στη συνδικαλιστική οργάνωση της εργατικής τάξης, στην ταξική ανασυγκρότησή της και την αγωνιστική δράση της. Ολα αυτά απαιτούν σύγχρονες απαντήσεις από το ταξικό εργατικό κίνημα, που να παίρνουν υπόψη τους την κατάσταση που διαμορφώνει η βάρβαρη επίθεση των μονοπωλίων ενάντια στην εργατική τάξη.

Η δικαστική απαγόρευση της απεργίας

Οταν όλες οι επιθέσεις καπιταλιστών και κράτους με σκοπό να υπονομεύσουν και να εμποδίσουν το δικαίωμα στην απεργία αποτυγχάνουν, τότε μπαίνει σε κίνηση ο δικαστικός μηχανισμός του κράτους. Από το 1974 μέχρι σήμερα, οι δικαστικές αποφάσεις που έκριναν νόμιμη μία απεργία είναι ελάχιστες. Πάνω από το 90% των αποφάσεων των δικαστηρίων, που κρίνουν απεργιακές κινητοποιήσεις, τις κηρύσσουν παράνομες. Το νομικό πλαίσιο επιτρέπει την ταχύτατη κίνηση των δικαστικών μηχανισμών, ώστε η απεργία να κηρύσσεται παράνομη και να απαγορεύεται ακόμη και την ίδια τη μέρα της κήρυξής της ή το αργότερο την επομένη. Οι δικαστικές αποφάσεις μπορούν να κοινοποιούνται τη νύχτα, ακόμη και μετά τα μεσάνυχτα.

Ταυτόχρονα, για να ακυρώσει το απεργιακό δικαίωμα το αστικό κράτος κινητοποιεί και το αισχρό μέτρο της καταναγκαστικής εργασίας, που ονομάζει «πολιτική επιστράτευση». Ακόμη και σήμερα σε επιστράτευση παραμένουν οι εργαζόμενοι στη ΔΕΗ και στο Μετρό της Αθήνας. Συνδικαλιστές καταδικάζονται σε ποινές φυλάκισης, όπως πρόσφατα η πρόεδρος των εμποροϋπαλλήλων Θεσσαλονίκης, και μεταλλεργάτες συνδικαλιστές.

Προπομπό έντασης της καταστολής των εργατικών αγώνων αποτελεί η νέα προκλητική δίωξη από την Εισαγγελία Πλημμελειοδικών Πειραιά σε βάρος του πληρώματος του πλοίου «SUPERFERRY II», επειδή πήρε μέρος σε πανελλαδική πανεργατική απεργία στις 20/2/2013, με το πρόσχημα ότι οι ναυτεργάτες ήταν επιστρατευμένοι. Δεν υπάρχει ιστορικό προηγούμενο, τα τελευταία χρόνια, δίωξης, με βάση την πολιτική επιστράτευση, του συνόλου των μελών ενός πληρώματος, ώστε να δικαστεί με αυτές τις βαριές κατηγορίες. Οι ρυθμίσεις που προαναγγέλλονται για την αλλαγή του νόμου για τις συνδικαλιστικές ελευθερίες καθιστούν ουσιαστικά αδύνατη τη λήψη απεργιακής απόφασης από τα συνδικάτα, που υπονομεύεται ακόμα παραπέρα με την επαναφορά της ανταπεργίας για τους εργοδότες, παρεμποδίζοντας περαιτέρω τη συνδικαλιστική δράση.

Εδώ, είναι κραυγαλέα η πολύχρονη δράση του παλιού και νέου εργοδοτικού και κυβερνητικού συνδικαλισμού - ρεφορμιστών και οπορτουνιστών - που με σημαία ευκαιρίας τη στρατηγική της αστικής τάξης, την κερδοφορία και την εξουσία του κεφαλαίου δουλεύουν σχεδιασμένα στην υπονόμευση της απεργίας και γενικότερα της ταξικής πάλης του εργατικού κινήματος.

Η ΓΣΕΕ και η ΑΔΕΔΥ, μέσα από τη συμμετοχή τους στα όργανα των ευρωπαϊκών συνδικάτων και την υπονομευτική δράση τους στη χώρα μας, όχι μόνο αποδέχονται τις αντιδραστικές αλλαγές και συναινούν στα συντελούμενα εγκλήματα σε βάρος της εργατικής τάξης, των εργαζομένων συνολικά, αλλά και σταλάζουν στους κόλπους της εργατικής τάξης το δηλητήριο του κοινωνικού εταιρισμού και της ταξικής συνεργασίας. Ο «κοινωνικός εταιρισμός», τα κοινά δήθεν συμφέροντα των «κοινωνικών εταίρων», το κοινό δήθεν όραμα της «ανταγωνιστικότητας» των μονοπωλίων της ΕΕ γίνονται το ιδεολογικό εργαλείο και το πρόσχημα για τα αστικά και οπορτουνιστικά κόμματα, αλλά και για τις συμβιβασμένες ηγεσίες των ευρωπαϊκών συνδικάτων, να πείσουν τους εργαζόμενους να αποδεχτούν χωρίς κοινωνικές αντιδράσεις και εκρήξεις την κατάργηση των δικαιωμάτων τους.

Η κατεδάφιση του εργατικού δικαίου στην ΕΕ και την Ελλάδα

Η εργατική τάξη στην Ελλάδα και σ' ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ενωση βρίσκεται αντιμέτωπη με μία βάρβαρη, πολυμέτωπη επίθεση του κεφαλαίου σε κατακτημένα, με σκληρούς αγώνες και θυσίες, δικαιώματά της. Κεφάλαιο, ΕΕ και αστικές κυβερνήσεις των κρατών - μελών αξιοποιούν την καπιταλιστική κρίση για να εξαπολύσουν μια πρωτοφανή επίθεση στις Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας, στις θέσεις εργασίας, στη σταθερή και μόνιμη δουλειά, στους μισθούς, στις συντάξεις, στην Κοινωνική Ασφάλιση, στα εργασιακά και κοινωνικά δικαιώματά τους.

Η ιδεολογική τρομοκρατία, η δημαγωγία των αστικών πολιτικών δυνάμεων ότι η εργατική τάξη πρέπει να υποστεί σκληρές θυσίες για να εξασφαλίσει την παραμονή της στην ΕΕ και την Ευρωζώνη διαφορετικά την περιμένει ο όλεθρος, η υποταγή των οπορτουνιστών στον ευρωμονόδρομο, για να μην αποσπαστεί δήθεν η εργατική τάξη από τις διεργασίες για την ΕΕ των λαών, έναν κοινό στόχο έχουν: Να συγκαλύψουν τον πραγματικό χαρακτήρα της ΕΕ ως διακρατικής ιμπεριαλιστικής ένωσης του κεφαλαίου. Στόχος της ΕΕ δεν υπήρξε ποτέ η λαϊκή ευημερία, η υπεράσπιση των πραγματικών συμφερόντων των εργαζομένων, αλλά, αντίθετα, η ενίσχυση του ευρωπαϊκού διεθνικού κεφαλαίου στον ιμπεριαλιστικό ανταγωνισμό, η διασφάλιση και αύξηση της κερδοφορίας του, μέσα από την αφαίρεση κατακτήσεων και δικαιωμάτων της εργατικής τάξης, η διεύρυνση της πολιτικής του επιρροής, η εκμετάλλευση νέων αγορών και η καταλήστευση των λαών και των πλουτοπαραγωγικών πηγών σ' ολόκληρο τον κόσμο.

Είναι χυδαίο ψέμα της αστικής προπαγάνδας ότι η άγρια επίθεση στην εργατική τάξη υπαγορεύεται από τα δημοσιονομικά ελλείμματα και το δημόσιο χρέος κάποιων κρατών - μελών της Ευρωζώνης. Αντίθετα, αποτελεί υλοποίηση του στρατηγικού στόχου της ΕΕ που έχει καταστρώσει εδώ και δεκαετίες.

Σήμερα, στην Ελλάδα και σε όλα τα κράτη - μέλη της ΕΕ όλοι οι σχεδιασμοί της Πράσινης Βίβλου της ΕΕ «για το εργατικό δίκαιο στον 21ο αιώνα», που χρονολογείται από το 2006, έχουν υλοποιηθεί νομοθετικά ή προωθούνται με ραγδαίους ρυθμούς. Το εργατικό δίκαιο ανατρέπεται εκ βάθρων, ώστε να εξυπηρετήσει τη στρατηγική της ανταγωνιστικότητας - την κερδοφορία των ευρωπαϊκών μονοπωλίων.

Κεντρικά στοιχεία της αντιδραστικής μεταρρύθμισης είναι:
  • Η κατάργηση της πλήρους, σταθερής μόνιμης δουλειάς και το χτύπημα των Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας και των προστατευτικών για την απασχόληση διατάξεων του εργατικού δικαίου.
  • Η νομιμοποίηση των δουλεμπορικών γραφείων και νομική ρύθμιση των ονομαζόμενων «τριμερών σχέσεων απασχόλησης», ώστε οι επιχειρήσεις να μην έχουν καμία ευθύνη και υποχρέωση για την τήρηση της εργατικής νομοθεσίας απέναντι στους εργαζόμενους.
  • Η κατεδάφιση των δημόσιων ασφαλιστικών συστημάτων.
  • Η ένταση της καταστολής των εργατικών - λαϊκών αγώνων.
Αυτό που απασχολεί την ΕΕ και το κεφάλαιο είναι να καθορίσει το κατώτατο δυνατό επίπεδο δικαιωμάτων, ένα μόλις βήμα πριν την εξαθλίωση, σημαντικών τμημάτων της εργατικής τάξης, ώστε να κατορθώνει με το πολιτικό προσωπικό της να ελέγχει τους κινδύνους των κοινωνικών εκρήξεων που καθημερινά δημιουργεί η πολιτική προώθησης των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων. Στα πλαίσια αυτά εντάσσεται και ολόκληρη η φιλολογία περί του «ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος», στην οποία από κοινού συμφωνούν ΝΔ - ΠΑΣΟΚ και ΣΥΡΙΖΑ. Στο δρόμο για την υλοποίηση των αντεργατικών, αντιδραστικών αυτών μεταρρυθμίσεων του εργατικού δικαίου, χρησιμοποιήθηκε στο έπακρο η ιδεολογική - πολιτική δράση της ΕΕ και των μηχανισμών της (διάφορα Ταμεία, όπως, π.χ., το Ταμείο Προσαρμογής στην Παγκοσμιοποίηση), απευθείας μηχανισμοί του ίδιου του κεφαλαίου (όπως τα διάφορα Δίκτυα Εταιρικής Κοινωνικής Ευθύνης), των κυβερνήσεων των κρατών - μελών, η χρησιμοποίηση κάθε μέσου για τη χειραγώγηση της συνείδησης της εργατικής τάξης.

Συνυπεύθυνοι

Η κυβέρνηση ΝΔ - ΠΑΣΟΚ από κοινού με την τρόικα εξαπολύει νέα λαίλαπα αντεργατικών νόμων που προωθούν την πλήρη απελευθέρωση των απολύσεων, μειώνοντας τους μισθούς και τις συντάξεις στο όριο της στοιχειώδους αναπαραγωγής της εργατικής δύναμης, εξαπλώνοντας την εξαθλίωση της εργατικής τάξης.

Τεράστιες ευθύνες για την πρωτοφανή αυτή ένταση της αντεργατικής και αντιλαϊκής επίθεσης έχουν ο ΣΥΡΙΖΑ και οι δυνάμεις του που δρουν στο εργατικό κίνημα, γιατί υπερασπίζονται τη λογική του ευρωμονόδρομου, βάζουν πλάτη στο «όραμα» της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, αποδέχονται το στόχο του ευρωπαϊκού κεφαλαίου για τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας των ευρωενωσιακών μονοπωλίων. Στηρίζουν το σύνολο των στρατηγικών επιλογών της ΕΕ. Η όποια κριτική ασκούν στην ΕΕ, στη ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ δεν αφορά στον ταξικό χαρακτήρα της πολιτικής τους, αλλά στον τρόπο διαχείρισης, η οποία δήθεν είναι «νεοφιλελεύθερη», προτείνοντας ένα άλλο μείγμα διαχείρισης της καπιταλιστικής κρίσης, λες και είναι δυνατό να υπάρξει φιλολαϊκή έξοδος από την καπιταλιστική κρίση, αφήνοντας άθικτη την εξουσία των μονοπωλίων... Φυσική συνέπεια της οπορτουνιστικής λογικής τους είναι η συμπόρευσή τους με την εργατική αριστοκρατία στο συνδικαλιστικό κίνημα, σπέρνοντας έτσι συγχύσεις και αυταπάτες στους εργαζόμενους, εγκλωβίζοντάς τους στην αντίληψη της ηττοπάθειας, της μοιρολατρίας και του συμβιβασμού.
Οι επιδιώξεις της ΕΕ, των μονοπωλίων και των αστικών κυβερνήσεων γυρνούν την εργατική τάξη στον εργασιακό μεσαίωνα. Οι επιπτώσεις τους είναι ανυπολόγιστες όχι μόνο για την εργατική τάξη, αλλά και για τους αυτοαπασχολούμενους, συνολικά τα μικρά και μεσαία στρώματα του χωριού και της πόλης.

Αναγκαία η αλλαγή συσχετισμών

Η εργατική τάξη, τα λαϊκά στρώματα δεν έχουν άλλο δρόμο από τη συσπείρωση και την πάλη τους μέσα από τις γραμμές του ΚΚΕ και του ταξικού συνδικαλιστικού κινήματος, του ΠΑΜΕ και των άλλων αγωνιστικών συσπειρώσεων, της ΠΑΣΕΒΕ, της ΠΑΣΥ, της ΟΓΕ και του ΜΑΣ, για την απόκρουση της αντεργατικής λαίλαπας, για την οργάνωση της αντεπίθεσής τους. Η πρωτοπόρα, συνεπής, ασυμβίβαστη και ταξική δράση του ΠΑΜΕ στο εργατικό κίνημα αποτελεί ελπίδα για την αναχαίτιση της αντιλαϊκής πολιτικής της ΕΕ και του ευρωενωσιακού κεφαλαίου σε βάρος της εργατικής τάξης και των φτωχών λαϊκών στρωμάτων. Σε αυτή την κατεύθυνση ρίχνουμε όλες μας τις δυνάμεις για την επιτυχία της πανελλαδικής πανεργατικής απεργίας που έχει προκηρυχθεί για τις 27 Νοέμβρη στις επιχειρήσεις και στους κλάδους.

Είναι ανάγκη η εργατική τάξη να συνειδητοποιήσει ότι όσο θα κυριαρχεί ο καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής όλα τα στοιχεία του εποικοδομήματός του, όπως είναι το νομικό εποικοδόμημα και η εργατική νομοθεσία, αντανακλούν την κυριαρχία του κεφαλαίου και τις εκμεταλλευτικές παραγωγικές σχέσεις. Οι κατακτήσεις της εργατικής τάξης, μέσα από τους σκληρούς αγώνες της, είναι πάντοτε επισφαλείς και αβέβαιες. Ο οικονομικός αγώνας, οι οικονομικές διεκδικήσεις της εργατικής τάξης δεν μπορούν να εγγυηθούν την πραγματική καλυτέρευση της θέσης της αν δεν σταματήσει ο φαύλος κύκλος της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης. Για να σταματήσουν τα δεινά για την εργατική τάξη χρειάζεται η πάλη του εργατικού κινήματος να προσανατολιστεί συνολικά ενάντια στην ίδια την καπιταλιστική εξουσία, στην ιμπεριαλιστική βαρβαρότητα και τους φορείς της. Η ενίσχυση της αντιιμπεριαλιστικής - αντιμονοπωλιακής συμμαχίας και της πάλης της εργατικής τάξης, των λαϊκών στρωμάτων και της νεολαίας για την αλλαγή του συσχετισμού δύναμης είναι βασική προϋπόθεση για ριζικές αλλαγές στο επίπεδο της εξουσίας και της οικονομίας. Η ικανοποίηση των σύγχρονων αναγκών των εργαζομένων, η λαϊκή ευημερία και προκοπή μπορούν να πραγματοποιηθούν μόνο με την ανατροπή της εξουσίας του κεφαλαίου, για την απελευθέρωσή τους από την καπιταλιστική βαρβαρότητα, ώστε να περάσει ο πλούτος σ' αυτούς που τον παράγουν, καθώς και η εξουσία.

Του Γιώργου ΤΟΥΣΣΑ
(Ο Γιώργος Τούσσας είναι μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ)

Δεν υπάρχουν σχόλια: