Σάββατο 14 Ιανουαρίου 2017

Γρηγόριος Ξενόπουλος, Για το λαό έγραφε και στην αγάπη του λαού υπολόγιζε


Ο Γρηγόριος Ξενόπουλος θεωρείται και είναι ο πατέρας του ελληνικού αστικού μυθιστορήματος και του ελληνικού αστικού θεάτρου, «αστικού» όχι μόνο με την ταξική έννοια αλλά και για το γεγονός ότι στα έργα του πρωταγωνιστούν άνθρωποι που ζούνε στις πόλεις. Υπήρξε παράδειγμα και υπόδειγμα πνευματικού εργάτη.
Το έργο του είναι μεγάλο σε όγκο και αξία. Μυθιστοριογράφος, διηγηματογράφος, θεατρικός συγγραφέας, κριτικός της τέχνης και συγγραφέας για παιδιά δέσποζε στον πνευματικό χώρο της πατρίδας μας για 65 ολόκληρα χρόνια.

Γεννήθηκε στις 9 του Δεκέμβρη 1867 στην Κωνσταντινούπολη και έφυγε από τη ζωή στις 14 του Γενάρη 1951 στην Αθήνα. «Ήταν ο αγαπημένος συγγραφέας του κοινού. Τα βιβλία του διαβάζονταν –διαβάζονται και τώρα- με πολύ ενδιαφέρον κι αγάπη. Και διαβάζονται γιατί  από την κάθε σελίδα τους ξεχύνεται η συμπάθεια του συγγραφέα για τον απλό άνθρωπο του λαού, η συμπάθεια και η συμπόνια για τη βαριά μοίρα του».

Ο Γρ. Ξενόπουλος απεικονίζει στα έργα του τις ταξικές συγκρούσεις της εποχής του. «Γιος εμπόρων ο ίδιος, μένει πιστός στην τάξη του και στην ιδεολογία της. Αυτό φαίνεται καθαρά από τους ήρωες των έργων του και τη δράση τους. Ο Ξενόπουλος είναι προοδευτικός αστός και την προοδευτικότητά του τη φτάνει ως τα ακρότατα όρια που έφτασε η προοδευτικότητα της τάξης του, ή, σωστότερα, η πιο προοδευτική μερίδα της. Κι η δειλία, η δισταχτικότητα, οι ταλαντεύσεις του είναι χαρακτηριστικά γνωρίσματα της τάξης του.(…) Αν και δεν ακολούθησε με συνέπεια τη σοσιαλιστική ιδεολογία, ωστόσο δεν πέρασε ποτέ με τις δυνάμεις της αντίδρασης. Στάθηκε πάντα με συμπάθεια απέναντι στο λαό. Για το λαό έγραφε και στην αγάπη του λαού υπολόγιζε».

Αδιάκοπες και άδικες επιθέσεις

Ο Ξενόπουλος σ’ ολόκληρη τη διάρκεια της πολύχρονης δημιουργίας του, δέχτηκε τις επικρίσεις και τις επιθέσεις πολλών πνευματικών ανθρώπων της εποχής του. Οι λόγοι ήταν πολλοί:

Πρώτα ή δημοτικότητά του, που προκαλούσε αισθήματα ζήλιας. Τα βιβλία του γίνονταν ανάρπαστα. Πουλιούνταν κατά χιλιάδες μια εποχή που oι αγοραστές βιβλίων άλλων συγγραφέων δεν ξεπερνούσαν τις μερικές δεκάδες.

Δεύτερο, τα θεατρικά έργα του σημείωναν πάντα επιτυχία και οι παραστάσεις τους έφθαναν τις διακόσιες και τριακόσιες ακόμα.

Τρίτο, η μετριοπάθειά του στο θέμα της γλώσσας όπου, όπως κι ο Καρκαβίτσας, δεν δεχόταν τις γλωσσικές ακρότητες, ήταν αιτία μόνιμης πολεμικής των «Ψυχαριστών», από τις στήλες του περιοδικού «Νουμάς». 

«…Τα Ελληνικά Γράμματα χρωστάνε κατά πολύ στο Γρηγόρη Ξενόπουλο δυο μεγάλες νίκες: τον οριστικό θρίαμβο της δημοτικής γλώσσας στο Θέατρο και στο Μυθιστόρημα. Για τα δυο αυτά κατορθώματα, κοντά στα τόσα του άλλα, ο Γρηγόρης Ξενόπουλος αξίζει όχι μονάχα την αγάπη κι εκτίμηση, που του έχει το ελληνικό κοινό, μα και —με την άδεια του μανιωμένου χορού των γλωσσικών ντερβισάδων— την εθνική αναγνώριση και χάρη…»
                                                            Γιάννης Βλαχογιάννης
(…) Ο Ξενόπουλος, για να ξεσκεπάσει τις άδικες επιθέσεις εναντίον του, σκέφθηκε ένα τέχνασμα. Έδωσε στο θίασο της Κυβέλης, μια «μετάφρασή» του από τα γαλλικά, ενός θεατρικού έργου με τον τίτλο: «Ο Μούργος». Την επομένη της παράστασης όλοι οι κριτικοί έγραψαν τα πιο παινευτικά σχόλια. Ένας μάλιστα βρήκε την ευκαιρία για να «ριχτεί» στον Ξενόπουλο. Έγραψε στην κριτική του ότι θα ήταν καλό ο Ξενόπουλος, μεταφράζοντας τέτοια έργα, να διδαχτεί και να δει πώς γράφονται αλλού καλά θεατρικά έργα…

Την άλλη μέρα ο Ξενόπουλος αποκάλυψε ότι «το παρισινό αριστούργημα» που θαύμασαν οι κριτικοί του δεν ήταν παρά δικό του πρωτότυπο θεατρικό και πως χρησιμοποίησε το τέχνασμα αυτό για να ξεσκεπάσει την κακοπιστία τους…

Ένας τέταρτος, όχι όμως κι ο τελευταίος, λόγος για τις επιθέσεις αυτές, ήταν οι κριτικές του Ξενόπουλου για διάφορα λογοτεχνικά έργα. Ήταν πάντα αντικειμενικός στις κρίσεις του, δεν κολάκευε κανένα, έλεγε θαρρετά τη γνώμη του, αδιαφορώντας για όλα τ’ άλλα.

«…Να τι δε φοβήθηκα εγώ ποτέ μου, έγραφε στα 1916. Ταιριάζει δεν ταιριάζει, συμφέρει δε συμφέρει, θα πω την ιδέα μου κι ας χαλάσει ο κόσμος! Αποτέλεσμα: απόμεινα μονάχος μου. Κανένα φιλολογικό κόμμα δε με θεωρεί δικό του. Κατάντησε ακόμα να είναι μετρημένοι στα δάχτυλα κι οι συνάδελφοι που μου λένε μια καλημέρα. Ξένος για όλους, μαλωμένος με όλους. Μονάχος μου. Ναι. Μα αυτό είναι και μένα το καύχημά μου, αυτό είναι και μένα το μεγαλείο μου. Ε, σεις ενάρετοι που σας τριγυρίζουν όσοι πιστοί κι όπου κάμετε, δε βρίσκετε παρά φίλους! Εδώ κοιτάξτε σ’ εμέ. Υπάρχει Αρετή ανώτερη κι από τη δική σας. Κι όλη η πείρα του κόσμου, όλη ή Ιστορία μαρτυρεί πως τέτοια είναι η Αρετή των ανθρώπων εκείνων που απομονώθηκαν από τους άλλους και τα χάλασαν μ’ όλους, για να τα ’χουν  καλά με τον εαυτό τους και με τη συνείδησή τους…»

Από το βιβλίο του Τάκη Αδάμου «Η λογοτεχνική κληρονομιά μας (Από μια άλλη σκοπιά)», βιβλίο Α΄- πεζογράφοι, εκδ. Καστανιώτης, Αθήνα 1979

Δεν υπάρχουν σχόλια: