Φθινόπωρο
του 1984, σε μια μαραθώνια συνεδρίαση του 15μελούς του Λυκείου, πριν ακόμα
αποφασιστεί από τους καθηγητές η πατροπαράδοτη πενταήμερη εκδρομή της Γ’
τάξης, εμείς ήδη αναζητούσαμε τρόπους για τη συγκέντρωση των απαραίτητων
χρημάτων. Οι ιδέες έπεφταν η μια μετά την άλλη στα μουτζουρωμένα θρανία, ανάμεσα σε καπνούς
τσιγάρων και πειράγματα μεταξύ των συμμαθητών.
Ο
γράφων, πρόεδρος του συμβουλίου εκείνη τη χρονιά, πρότεινε μεταξύ άλλων να διοργανώσουμε
στο Λύκειο και μια έκθεση βιβλίου στην οποία θα δίναμε μεγάλη δημοσιότητα και θα καλούσαμε
τους κατοίκους της πόλης μας να συνεισφέρουν στον «ιερό» σκοπό των
μαθητών-παιδιών τους. Η αποδοχή από τους συμμαθητές ήταν ομόφωνη και έμενε να
καταλήξουμε στα πρακτικά.
Ανέλαβα
να τηλεφωνήσω σε κάποια βιβλιοπωλεία γνωστών εκδοτικών οίκων στο κέντρο της
Αθήνας και να τους προτείνω την ιδέα μας. Το βιβλιοπωλείο «Σ.Ι.ΖΑΧΑΡΟΠΟΥΛΟΣ»
ήταν ένα από τα δυο τρία (από όσα συμμετείχαν τελικά στην έκθεση) που απάντησαν με
ενθουσιασμό στην πρότασή μας. Η ευγενική φωνή του κ. Ζαχαρόπουλου (δεν θυμάμαι το μικρό του όνομα), αφού συνομιλήσαμε αρκετά, με
κάλεσε στο βιβλιοπωλείο για να γνωριστούμε και να το κανονίσουμε.
Η
χαρά μου ήταν μεγάλη γιατί ο συνομιλητής μου δεν με αντιμετώπισε τυπικά σαν έναν μαθητή αλλά σαν "μεγάλο", μου μιλούσε με
ενθουσιασμό για τα βιβλία, με επαίνεσε για την πρωτοβουλία μας και με ρωτούσε
αν διαβάζω και τι, τι μουσική ακούω κλπ. Την επόμενη μέρα πήραμε την άδεια του Λυκειάρχη
και μαζί με έναν φίλο συμμαθητή κατεβήκαμε στο κέντρο της Αθήνας. Στο 5 της
Σταδίου, μέσα στη στοά, βρισκόταν (και βρίσκεται ακόμα) το βιβλιοπωλείο.
Άνοιξα
την πόρτα και αφού είπα ποιος είμαι, ζήτησα τον κ. Ζαχαρόπουλο. Με πλησίασε
τότε ένας χαμογελαστός γενειοφόρος άντρας και μου έσφιξε πολύ δυνατά το χέρι. Μας
δέχτηκε στο γραφείο του και συνεχίσαμε την κουβέντα που είχαμε ξεκινήσει στο
τηλέφωνο. Η συζήτηση μαζί του ήταν απολαυστική. Με ρώτησε τι είδους βιβλία είχα
στο νου μου όταν σκέφτηκα το βιβλιοπωλείο του και όταν του είπα για κλασική
λογοτεχνία, άρχισε να μου μιλά για τον Πούσκιν, τον Τσέχοφ, τον Ντοστογιέφσκι
και πολλούς ακόμα μεγάλους συγγραφείς. Τα μάτια του έλαμπαν και το χαμόγελο
ήταν μόνιμα εγκατεστημένο στο πρόσωπό του. Δεν χόρταινα να τον ακούω.
Η
χαρά μου ήταν απερίγραπτη όταν μου είπε πως μπορούσαμε εκείνη την ώρα να
πάρουμε μαζί μας τα βιβλία που θέλαμε για την έκθεση. Του είπα να μας δώσει όποια
βιβλία αυτός προτείνει και τον ρώτησα
ποιος θα είναι ο τρόπος πληρωμής, αν χρειαζόταν κάποια προκαταβολή ή εγγύηση
από μέρους μας μιας και δεν μας είχε ξαναδεί, διαβεβαιώνοντάς τον παράλληλα πως
δεν έχουμε δραχμή στην τσέπη μας. Τότε γυρίζει και μου λέει «αυτό δεν
χρειαζόταν να το πεις, σας εμπιστεύομαι. Θα κάνουμε έναν κατάλογο των
βιβλίων και δίπλα θα σας γράψω την προτεινόμενη τιμή. Θα σας κάνω την
μεγαλύτερη έκπτωση για να έχετε περισσότερο κέρδος και όταν τελειώσετε με το
καλό, θα μου επιστρέψετε όσα δεν διαθέσατε και θα πληρώσετε τότε».
Κοιταχτήκαμε έκπληκτοι με τον συμμαθητή μου. Δεν
πιστεύαμε στ’ αυτιά μας. Αν και δεν μας είχε ξαναδεί, δεν ζήτησε ούτε να επιβεβαιώσει
από τον Λυκειάρχη όσα του είχαμε πει για την έκθεση, ούτε τίποτα άλλο. Η
εμπιστοσύνη του μεγάλωνε την ευθύνη μας.
Ενώ σκεφτόμουν αυτά, ο κ. Ζαχαρόπουλος
ζήτησε από κάποιον υπάλληλό του και του έφερε λίγα χαρτόκουτα που άρχισε ο
ίδιος να γεμίζει με τα πολύτιμα βιβλία του. Κουβαλήσαμε με ταξί στο σχολείο
τέσσερα ή πέντε χαρτόκουτα.
Η
έκθεση βιβλίου έγινε με μεγάλη επιτυχία. Είχαμε βιβλία και από άλλους
εκδοτικούς οίκους και βιβλιοπωλεία, με τα οποία συνεργαστήκαμε άψογα. Η αντιμετώπιση
όμως που είχαμε από τον γενειοφόρο κ. Ζαχαρόπουλο ήταν συγκλονιστική. Μετά από
καιρό επισκέφτηκα το βιβλιοπωλείο του για να κάνουμε λογαριασμό και να του
επιστρέψω τα λιγοστά αντίτυπα που έμειναν απούλητα. Ήταν χαρούμενος που οι
συμμαθητές μου κι εγώ πετύχαμε το στόχο μας για την εκδρομή. Κλείσαμε το
λογαριασμό, του έδωσα τα χρήματα και του έσφιξα το χέρι ευχαριστώντας τον για
μια ακόμα φορά. Κίνησα προς την έξοδο του βιβλιοπωλείου όταν με ρώτησε φωναχτά:
«και ποιος είπες πως είναι ο αγαπημένος σου συγγραφέας;».
Αιφνιδιασμένος
από την ερώτηση, του απαντώ βιαστικά και χωρίς να πολυσκεφτώ «ο Τσέχοφ!». Δεν ξέρω
γιατί επέλεξα να πω αυτό το όνομα, αφού υπήρχαν
συγγραφείς που μου άρεσαν περισσότερο.
Τότε
ο κ. Ζαχαρόπουλος χάνεται για μια στιγμή πίσω από τα βαρυφορτωμένα ράφια του και εμφανίζεται προσφέροντάς μου ένα βιβλίο («Άντον Τσέχοφ,
διηγήματα», μετάφραση Αντρέας Σαραντόπουλος, εκδόσεις Σ.Ι.Ζαχαρόπουλος 1983):
«Ένα
μικρό δώρο από μένα, για να το διαβάσεις
στην πενταήμερη».
Κύριε
Ζαχαρόπουλε σας ευχαριστώ ξανά μετά από 28 χρόνια για την προσφορά σας. Είστε
ένας από αυτούς που με έκαναν να αγαπήσω το βιβλίο. Σας εξομολογούμε όμως την
«αμαρτία» μου: το βιβλίο σας δεν το διάβασα στην πενταήμερη, για τον απλό λόγο
πως στην εκδρομή δεν πήρα μαζί μου ούτε ένα βιβλίο. Λίγα χρόνια μετά, ο Τσέχοφ
σας μου κράτησε συντροφιά, κάποιες παγωμένες νύχτες σ’ ένα στρατόπεδο της
Ξάνθης.
(Πως τα θυμήθηκα όλα αυτά; Αφορμή για την ανάρτηση αυτή πήρα από ένα κείμενο που διάβασα εδώ.)
8 σχόλια:
Διαβάζοντας την ανάρτηση σου το μυαλό μου συνειρμικά με οδήγησε αλλού.
Δεν μπορώ όμως να μη σχολιάσω τις εκδόσεις Σ.Ι. Ζαχαρόπουλος, γιατί υπήρξαν οι αγαπημένες μου. Μου άρεσε το μικρό σχήμα, οι ωραίοι πίνακες στο εξώφυλλο, τα σημαντικά έργα της κλασικής λογοτεχνίας αλλά και τα πολύ σπουδαία της αρχαίας ελληνικής γραμματείας, όπως το έργο του Πλάτωνα
"Σοφιστής" σε μετάφραση και σχόλια του Δημήτρη Γληνού.
Επειδή μου άρεσαν αυτά τα μικρά βιβλία τυχαίνει να έχω και αρκετά. Ακόμη και σήμερα αν πρέπει να επιλέξω ανάμεσα σε μια νέα έκδοση και σε εκείνη του Ζαχαρόπουλου, θα προτιμήσω τη δεύτερη. Υπάρχει ένα συναισθηματικό δέσιμο.
Να' σαι καλά
καλό απόγευμα
Tι ομορφη και τι νοσταλγικη διηγηση για τα χρονια οπου υπηρχε ελπιδα, αλλα και ανθρωποι που εκτιμουσαν το καλο βιβλιο και οσα νεα παιδια διψαγαν τοτε για βιβλια!
Σημερα καπως τα εχουμε ισοπεδωσει ολα και δεν ακουει συχνα κανεις για 18χρονα να μπαινουν σε κοπο διοργανωνοντας... εκθεσεις βιβλιων προκειμενου να πανε την 5ημερη εκδρομη τους στο τελος της χρονιας!
Ομως, πες μου κι εσυ τη γνωμη σου, γιατι νοσταλγουμε ολοι μας τελευταια ολο και περισσοτερο το παρελθον; Μηπως γιατι μας τρομαζει το μελλον;
Σοφία καλησπέρα.
Θα συμφωνήσω με όσα γράφεις για τις εκδόσεις του Ζαχαρόπουλου. Το μεράκι και η αγάπη για τη "δουλειά" τους φαίνονται. Δεν είναι τυχαία και η ανταμοιβή τους από το αναγνωστικό κοινό για τόσες δεκαετίες. Τίποτα δεν βασίζεται στην τύχη. Ούτε το περιστατικό της ανάρτησης, όπως απέδειξε η ίδια η ζωή.
Καλή δύναμη!
Elva καλησπέρα.
Εντάξει, σήμερα είναι πιο διαδεδομένα τα πάρτι. Κι εμείς τότε, πάλι για την εκδρομή, κάναμε κι ένα μεγάλο πάρτι στο γυμναστήριο του σχολείου. Δεν θέλω να συγκρίνω τη γενιά μου με τις νεότερες ή παλαιότερες γενιές, γιατί οι εποχές αλλάζουν και μαζί μ' αυτές και οι άνθρωποι. Επίσης γιατί μου γεννιούνται ανάμικτα συναισθήματα.
Για σκέψου με πόσα και πόσο βάλλονται τα σημερινά παιδιά και με πόσα και πόσο εγώ, τότε, που είμαι σήμερα σαρανταπέντε. Τα σημερινά παιδιά έχουν να αντιπαλέψουν περισσότερους "εχθρούς".
Νοσταλγούμε το παρελθόν λες; Να το αρνηθώ, θα πω ψέμματα, μου συμβαίνει πολύ συχνά κι εμένα. Δεν νομίζω όμως πως η αιτία είναι το μέλλον που μας τρομάζει. Περισσότερο θα έλεγα είναι το παρόν που ξέφτισε τόσο γρήγορα, σάπισε και μας πνίγει η μπόχα του.
Το μέλλον εκτός από τρόμο κρύβει και ελπίδα.
Καλή δύναμη!
Οικοδόμε καλησπέρα!
Δεν υπάρχουν τέτοιες διοργανώσεις πλέον στα Λύκεια δυστυχώς! Οι μαθητές είτε βαριούνται , είτε δεν ενδιαφέρονται καν για τέτοια πράγματα, επαναπαύονται στα πάρτι και τους χορούς.. και τι κερδίζουν; Δε λέω, καλό είναι να γίνεται κι ένα πάρτι μια στο τόσο αλλά κάθε τρεις και λίγο πάρτι και χοροί στα τραπέζια... που χρόνος για να ανοίξει λίγο και το μυαλό με κάτι πιο δημιουργικό...
Εγώ πάντως που έχω τα Λυκειακά χρόνια στο πρόσφατο παρελθόν βλέπω οτι η κατάσταση όσο πάει και χειροτερεύει. Οσο ήμουν στο Λύκειο, καμιά δεκαριά άτομα να είμασταν όλοι κ όλοι απ'όλο το σχολείο που επισκεπτόμασταν τακτικά τη βιβλιοθήκη, τώρα αν κρίνω από μικρότερα ξαδέρφια που πηγαίνουν ακόμα σχολείο, δεν θα'ναι ούτε τόσοι... Μας έχει καταστρέψει το σύγχρονο lifestyle...
Αλλά και να θες να διαβάσεις ένα καλό βιβλίο ... η αλήθεια είναι πως έχουν ξεφύγει πολύ οι τιμές τους. Ειδικά για μας στην επαρχία, στα βιβλιοπωλεία μόνο τις βιτρίνες απ' έξω χαζεύουμε πλέον αλλά και οι δανειστικές βιβλιοθήκες που μέχρι πριν κάποια χρόνια αποτελούσαν μια λύση έχουν απαξιωθεί εντελώς , δεν φέρνουν τίποτα καινούριο πια ενώ παλιά καλά βιβλία στέκονται στο ράφι ξεχασμένα, σκονισμένα και σε κακή κατάσταση από προηγούμενους απρόσεχτους αναγνώστες...
Είναι πραγματικά κρίμα...
@xrwmatakaiskies:
Καλησπέρα.
Δεν μπορώ παρά να συμφωνήσω με όσα γράφεις. Τα έχεις και πιο πρόσφατα εξάλλου. Η εποχή και τι αυτή προστάζει, παίζει ίσως τον μεγαλύτερο ρόλο. Και η οικογένεια και οι δάσκαλοι στο σχολείο. Προβλήματα υπάρχουν παντού. Και τα καλά βιβλία είναι ακριβά και πως τα αντιμετωπίζει το κράτος (πολύ υψηλή φορολόγηση στα υλικά) είναι ενδεικτικό και άλλα πολλά ακόμα.
Η εποχή μας είναι γκρίζα, είναι ψυχρή, αρνητική, απαισιόδοξη, καταθλιπτική. Δεν έχω πάντα τη διάθεση να διαβάσω, πολλοί ακόμα το παθαίνουν. Πως να ταξιδέψεις απερίσπαστος στις σελίδες ενός καλού βιβλίου όταν βασανίζουν τη σκέψη σου τόσα πολλά, άλλα πράγματα "πεζά", που έχουν να κάνουν με στοιχειώδης ανάγκες σου; Κατάφεραν να κάνουν και το βιβλίο είδος πολυτελείας για τον πολύ κόσμο...
Αντιστεκόμαστε όμως, όσο μπορεί ο καθένας μας και με πολλούς τρόπους.
Καλή δύναμη!
Αυτοί που μισούν το "φως", απεχθάνονται το βιβλίο γιατί πολύ απλά τρέμουν τις διαδικασίες που ανοίγει στη σκέψη του ανθρώπου η επαφή με αυτό.
Σίγουρα δεν είναι τυχαία η σκόπιμη απαξίωσή του στο σάπιο παρόν...
Καλησπέρα φίλε Ευρυτάνα.
Απαξιώνεται σήμερα οτιδήποτε μπορεί να ανοίξει τη σκέψη. Γιατί το σύστημα έχει ανάγκη από υποτακτικούς για να συνεχίσει να θριαμβεύει. Κι από δαύτους...
Ρίξε μια ματιά στην σημερινή ανάρτηση. Τόσος κόσμος, τόση νεολαία χόρευαν στα κλαρίνα και δίπλα τους, μερικά μέτρα πιο πέρα, το βουνό καιγόταν.
Σίγουρα όλοι αυτοί, οι να μην τους χαρακτηρίσω, δεν "το 'καψαν" απ' το ...πολύ διάβασμα...
Καλή δύναμη!
Δημοσίευση σχολίου