Παρασκευή 27 Ιουλίου 2012

"Κάποιος ήταν κομμουνιστής επειδή πίστευε ότι μπορούσε να είναι ζωντανός και ευτυχισμένος μόνο εάν ήταν και οι άλλοι."* 2) ΗΛΕΚΤΡΑ ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ


Στα 68 χρόνια από το μαρτυρικό θάνατό της.

«Θυμάμαι που εβολεύτηκε στο ντιβάνι και την ίδια στιγμή ετράβηξε μπροστά της ένα σκαμνί κι ανάπαψε απάνω τα πόδια της. Εφαινότανε κατάκοπη από μεγάλη πεζοπορία. Οτι ήτανε πιτσιλισμένη από χώμα και λασπόνερα.  Μας ζήτησε συγγνώμη που θα έβγαζε τα παπούτσια της. Χοντρόπετσα κι αυτά, όπως οι κάλτσες της και το φόρεμά της. Καθώς επάσχιζε να βολευτεί εις τη θέση της, είδε και τη Λένα που ανάδευε τη φουφού της. Την ίδια στιγμή που εβόλευε στη φωτιά ένα κατσαρολάκι για το φασκόμηλο.
- Μωρέ συ κορίτσι μου, της είπε, εσύ, εδώ μέσα δε βρίσκεσαι πια στη Νεάπολη ή τα Εξάρχεια, αλλά στον παράδεισο...».
Αυτή ήταν η πρώτη εικόνα που είχε από την Ηλέκτρα ο Δημ. Κανελλόπουλος χωρίς να γνωρίζει τη νέα γυναίκα που ήταν μπροστά του. Θα το μάθαινε μετά το μαρτυρικό της θάνατο... («Στο βηματισμό της Ηλέκτρας» Δημήτρη Κανελλόπουλου - Εκδόσεις Κ. Καπόπουλου).

Εχουν περάσει εξήντα χρόνια** από τις 26 Ιούλη του 1944, ημέρα του θανάτου της Ηλέκτρας Αποστόλου, της ηρωίδας της Αντίστασης που βασανίστηκε φρικτά πάνω από ένα μερόνυχτο πριν αφήσει την τελευταία της πνοή. Πολλά έχουν γραφτεί για το μαρτύριο και το θάνατό της, όμως λιγότερο γνωστά είναι η ζωή της, η πορεία και το παράδειγμά της, ο τρόπος της δουλιάς της μέσα στον κόσμο.

«Σε κοίταζε κατάματα»

Πολύτιμη η μαρτυρία της Μαρίας Ζωιτοπούλου, που έφυγε πολύ πρόσφατα από κοντά μας. Γνωστή στους περισσότερους σαν ζωγράφος, η αξέχαστη αγωνίστρια είχε πάρει ενεργό μέρος στην Εθνική Αντίσταση και είχε πληρώσει το τίμημα... Γνώρισε την Ηλέκτρα για ένα χρόνο πριν από τη σύλληψή της. Η Ηλέκτρα ήταν τότε υπεύθυνη διαφώτισης όλης της Κομματικής Οργάνωσης Αθήνας, η Μαρία Ζωιτοπούλου υπεύθυνη της όγδοης αχτίδας (Νέα Ιωνία, Καλογρέζα, Ν. Φιλαδέλφεια). Τη θυμόταν την Ηλέκτρα με θαυμασμό, αλλά και τρυφερότητα: «Επιβλητικός τύπος, γεροδεμένη, πολύ απλή. Φορούσε συνήθως ένα μπλε φόρεμα με άσπρες βούλες ή ένα μπλε. Σκούρα καστανά τα μαλλιά της, γυρισμένα πίσω σε ρολό όπως ήταν τότε η μόδα, απέριττη, με ίσια παπούτσια, χωρίς κανένα στολίδι.

«Από την πρώτη στιγμή, σε κοίταζε κατάματα. Θυμάμαι το μάτι της. Ποτέ κουρασμένο, ποτέ νευρικό - δεν τη θυμάμαι να νευριάζει. Ηρεμη, με βλέμμα που σε χάιδευε πραγματικά. Ποτέ σκληρό βλέμμα. Ψηλή, αθλητική. Σου περνούσε μια εμπιστοσύνη, μια σιγουριά μ' αυτά που έλεγε, με τον τρόπο που τα έλεγε - σαν να την ακούω τώρα. Ο λόγος της απλός, συμπυκνωμένος. Σε βοηθούσε ακόμα και με το πλατύ, εγκάρδιο χαμόγελό της. Καθόλου δύσκολος άνθρωπος, κοιμόταν όπου να 'ναι στα σπίτια, όπου είχε κομματική δουλιά, δεν ενοχλούσε - ούτε την ενοχλούσε τίποτα.

Κανένα προνόμιο

»Είχε πειστικότητα, είχε μόρφωση θεωρητική, όμως αυτή η μόρφωση δεν "έβγαινε" προς τα έξω, ήταν απλή στην επικοινωνία της, χωρίς στόμφο.
Ποτέ δεν έπαιρνε ύφος καθοδηγητή που είναι υπεράνω των άλλων, δεν είχε τίποτα το αυταρχικό, να πει λ.χ. "τέρμα, αυτό θα γίνει". Το συζητούσε το θέμα. Ακουγε - και ήξερε αυτό που της έλεγαν πώς να το ακούσει! Το ανέλυε, δεν περνούσε "ξώφαλτσα". Ποτέ δεν επιδίωξε κανένα προνόμιο, επειδή ήταν στέλεχος, ούτε κρατούσε τους άλλους σε απόσταση. Πρόσεχε όμως τι έλεγε - είχε και την πείρα και την ευθύνη που την έκανε να προσέχει τι λέει.

Ηταν πολύ ανθρώπινη. Υπέφερε που δεν μπορούσε να αφοσιωθεί στο παιδί της, την Αγνούλα, που το φρόντιζαν άλλες συντρόφισσες. Πώς έκανε, πώς λαχταρούσε γι' αυτό το παιδί! Κάποτε μια συντρόφισσα της έφερε ένα αυγό και μια πάνινη κούκλα για την Αγνούλα της. Της τα είχαν δώσει για το δικό της κοριτσάκι κι εκείνη προτίμησε να τα προσφέρει στην Ηλέκτρα. Ελαμψαν τα καστανόχρυσα μάτια της Ηλέκτρας. Το ίδιο βράδυ θα τα πήγαινε στο φιλικό σπίτι που φιλοξενούσε την κόρη της. Κι όλο τα χάιδευε με το γεροδεμένο χέρι της...

»Αρχές Ιούνη του 1944, ειδοποιηθήκαμε να πάμε στο Χαλάνδρι. Ενας σύντροφος αρρώστησε ξαφνικά και η Ηλέκτρα, αφού έβαλε το κεφάλι της κάτω από τη βρύση, ήρθε κοντά μας χαμογελαστή κι άρχισε τη δουλιά που συνεχίστηκε ως αργά το απόγευμα. Σκληρή με τον εαυτό της, πολλές φορές δεν έκανε την ανάγκη της στη διάρκεια της νύχτας για να βρίσκεται σε εγρήγορση, να μην κοιμηθεί βαθιά. Δεν ξεχνώ την αισιοδοξία, τη φλόγα, τη ζεστασιά, την αμεσότητά της και την κάθε είδους βοήθεια που έδινε στους συντρόφους, θεωρητική και πρακτική.

Λίγο πριν την απελευθέρωση

»Σαν να ήταν να καταπιαστεί η ίδια άμεσα με την κάθε δουλιά. Μιλήσαμε σ' αυτό το αχτίφ και για το διαφωτιστικό υλικό που θα ετοιμάζαμε στις αχτίδες μας. "Θέλω να δω κι εγώ την αφίσα, όταν την ετοιμάσεις", μου είπε η Ηλέκτρα. Το βράδυ της Κυριακής προς Δευτέρα, κατεβήκαμε στην Αθήνα. Ηταν η τελευταία φορά που την είδα, γιατί σε πέντε - έξι μέρες με πιάσανε σε μπλόκο. Είχε γίνει η αφίσα - που απεικόνιζε ένα ρολόι με τον ωροδείκτη στις δώδεκα και τον λεπτοδείκτη ένα δευτερόλεπτο πριν.

Εγραφε: "Προδότες, η ώρα σας έφτασε"! Πήρα την αφίσα και ένα μήνυμα με ονόματα και διευθύνσεις που το έκρυψα πίσω στα μαλλιά μου, όπως ήταν ρολό, φορούσα και ένα μπλε φόρεμα με τετράγωνα πουαδάκια - γι' αυτό και σε κάποια φάση είχαν υποψιαστεί ότι μπορεί να ήμουν η Ηλέκτρα. Κάποιος που με είδε με είχε καρφώσει». Για μια στιγμή που βρήκα ευκαιρία κατάπια το σημείωμα. Με έπιασαν από το λαιμό και με έσφιγγαν να μου το βγάλουν. Λιποθύμησα».

... Τη μετέφεραν στην Ειδική Ασφάλεια, στην οδό Ελπίδας, εκεί όπου πήγαν και την Ηλέκτρα. Η πρώτη τους δουλιά ήταν να την κουρέψουν με πριονομάχαιρο. Αρχισε όλη η γκάμα των βασανιστηρίων, με αρχή μπουνιές και κλοτσιές. Αποτέλεσμα: Αιμόπτυση, τρία πλευρά σπασμένα, από το ξύλο στο κεφάλι έπαθε αργότερα αποκόλληση του αμφιβληστροειδούς. Αλλά δε μίλησε... Οι βασανιστές ήταν οι ίδιοι που στα χέρια τους ξεψύχησε η Ηλέκτρα: Ο Μόρφης, ο Καθρέφτης, ο Παρθενίου.

«Ακόμα έρχεται μπροστά μου η απαίσια φάτσα του Μόρφη με ένα αγκαθωτό βούρδουλα στο χέρι. Ξερακιανός, σαν ένα φίδι όρθιο. Ο Παρθενίου, ψηλός. Ακουσα ότι ο Καθρέφτης επιχείρησε μετά την απελευθέρωση να διαφύγει στη Μέση Ανατολή, αλλά τον πυροβόλησαν... Αυτά τα τέρατα έσβησαν τα τσιγάρα τους σ' όλα τα ευαίσθητα σημεία του κορμιού της Ηλέκτρας και όταν την αποτελείωσαν, την εκπαραθύρωσαν, για να φανεί η δολοφονία σαν αυτοκτονία».

Με το ίδιο φουστάνι, που έμοιαζε μ' αυτό της Ηλέκτρας, η Μαρία Ζωιτοπούλου έμαθε το χαμό της. Βγήκε από τη φυλακή μετά την απελευθέρωση...

Εβαλε τη σφραγίδα της

Ανθρωπος καλλιεργημένος, που αγαπούσε τη λογοτεχνία και την τέχνη αλλά και τις χαρές της ζωής, η Ηλέκτρα Αποστόλου έβαλε τη σφραγίδα της στη διαφώτιση της ΚΟΑ: Με τις είκοσι εφημερίδες, τα χιλιάδες χωνιά, τα συνθήματα στους τοίχους και τα τρικάκια που κατάκλυζαν την Αθήνα, τις αφίσες, τα σκίτσα, τις λέσχες, τα καλλιτεχνικά συγκροτήματα...

Είχε την ικανότητα η Ηλέκτρα να μπορεί να επικοινωνήσει από την εργάτρια μέχρι τον καλλιτέχνη συνομιλητή της. Το ότι παρακινούσε τον προβληματισμό των συντρόφων της φαίνεται από το παρακάτω απόσπασμα από το βιβλίο του Δημ. Κανελλόπουλου:

«Με το μπιστόλι, μου είπε, να ξέρεις σύντροφε, ότι το μυστικό του δε βρίσκεται κατά πρώτο λόγο στο σκοτωμό. Αλλά στη δύναμη που χαρίζει εις τον αγωνιστή και τον κάνει ακαταμάχητο.

»Επειδή, συνέχισε, ο πρώτος που το καταλαβαίνει αυτό είναι ο αντίπαλος. Γι' αυτό, όταν μπορεί να το κάνει, παραμερίζει. Προπάντων όταν παλεύει όχι για κάποιο ιδανικό, αλλά μονάχα για το τομάρι του».

Στο τέλος εκατέληξε ότι οι περισσότεροι φόνοι γίνονται από φόβο κι από δειλία. Ενα πράμα που το επιβεβαίωσα στη ζωή και ο ίδιος...

Αν και πρώτη στον αγώνα και στην αξία, η Ηλέκτρα δεν έπεσε ποτέ στην παγίδα της έπαρσης. Είχε συνειδητοποιήσει ότι το να είσαι κομμουνιστής σήμαινε ότι βρίσκεσαι στην υπηρεσία του λαού, υπηρέτης και όχι χειραγωγός του!

(*Ο τίτλος της ανάρτησης προέρχεται από έργο του Ιταλού καλλιτέχνη Giorgio Gaber).

Κείμενο: Αλίκη Ξένου – Βενάρδου (**δημοσιεύτηκε στο Ριζοσπάστη τον Ιούλη του 2004).

Δεν υπάρχουν σχόλια: