Ήταν
μια γλυκιά φθινοπωρινή βραδιά η χτεσινή, που γέμισε με εικόνες και έντονα συναισθήματα
όσους κατεβήκαμε μέχρι την Αγίων Ασωμάτων στο Θησείο. Τα γκρίζα σύννεφα που κατέβαιναν από τον βράχο
της Ακρόπολης, περισσότερο γοητεία πρόσθεταν στη βραδιά παρά ανησυχία. Η αυλή
των Μουσείων Μακρονήσου και Αη Στράτη είχε πλημμυρίσει από νωρίς με κόσμο. Κάποιοι
είχαν πάρει ήδη τη θέση τους στις καρέκλες. Κάποιοι άλλοι σχημάτιζαν μικρές
συντροφιές και μιλούσαν γελώντας αισιόδοξα. Αγκαλιασμένα κορμιά που κουβαλούσαν το
βάρος πολλών δεκαετιών, φιλιά, ένα τρυφερό χάδι στα λευκά μαλλιά του παλιού συγκρατούμενου,
αγάπη, θύμησες και συγκίνηση. Στο κέντρο της αυλής ο πανώριος «γεροπλάτανος»,
χαμογελαστός κι ευτυχισμένος δώριζε τον «ίσκιο» του στους παρευρισκόμενους, που
ζύγωναν να του σφίξουν το χέρι, να τον ευχαριστήσουν και να του αφήσουν
αντίδωρο σεβασμό και αγάπη.
Ήταν η βραδιά του λαϊκού
αγωνιστή, του συγγραφέα, του καλλιτέχνη Γιώργου Φαρσακίδη, η παρουσίαση του
τελευταίου του βιβλίου-λευκώματος «Αναζητώντας την Ιθάκη…Πορεία ζωής…». Μιας ζωής «από σαράντα κύματα», γεμάτη από
αισθήσεις, από τέχνη, από αγώνα. Τη ζωή του σπουδαίου αυτού
ανθρώπου, και το έργο του, όπως παρουσιάζεται στο βιβλίο, μπόρεσαν να προσεγγίσουν
οι τυχεροί θεατές αυτής της εκδήλωσης, που άνοιξε με σύντομους χαιρετισμούς των
εκπροσώπων της Πανελλήνιας Ένωσης Κρατουμένων Αγωνιστών Μακρονήσου (ΠΕΚΑΜ), του
Μουσείου Πολιτικών Εξορίστων Αη Στράτη και του Συλλόγου «Γυάρος – Ιστορική
Μνήμη).
Ένα
συγκλονιστικό οδοιπορικό σε αναζήτηση της Ιθάκης που διασχίζει τις κρίσιμες
φάσεις της νεοελληνικής ιστορίας, μπορεί να χαρακτηριστεί αυτό το Βιβλίο.
«Πρόκειται για το 24ο στη σειρά…» όπως μας είπε η δημοσιογράφος του
Ριζοσπάστη Αριστούλα Ελληνούδη, κύρια ομιλήτρια της εκδήλωσης, «…με το 25ο
να βρίσκεται υπό έκδοση, πέντε
ακόμα ανέκδοτα να περιμένουν και ένα ογκώδες λεύκωμα να βρίσκεται από καιρό
στις εκδόσεις ‘Σύγχρονη Εποχή’», κάνοντας ιδιαίτερη αναφορά στη σπουδαιότητα
του ανέκδοτου «Το θέατρο στον Αη Στράτη», αφού δεν υπάρχει ανάλογη έκδοση -πολύτιμη για την καταγραφή της ιστορίας του
θεάτρου- για το θέατρο των εξορίστων στους τόπους εξορίας τους. Την εκδήλωση
χαιρέτησε η πρόεδρος του Εικαστικού Επιμελητηρίου Ελλάδας Εύα Μελά, ενώ
αποσπάσματα από το βιβλίο διάβασε με τρόπο μοναδικό ο ηθοποιός Βασίλης Κολοβός.
Το
βιβλίο-λεύκωμα (που μπορούσε να προμηθευτεί ο καθένας στην ιδιαίτερα προσιτή
τιμή των 8 ευρώ, με τα έσοδα να προορίζονται εξ ολοκλήρου στα
μουσεία-διοργανωτές της εκδήλωσης) χωρίζεται σε οχτώ ενότητες που η κάθε μια
παρουσιάζει και μια περίοδο της ζωής του συγγραφέα. Μνήμες της πρώιμης νιότης,
χρόνια αγάπης και νοσταλγίας της πρώτης πατρίδας, της Οδησσού της νεογέννητης
ακόμα Σοβιετικής Ένωσης, όπου γεννήθηκε ο συγγραφέας από μητέρα Ρωσίδα και
πατέρα Έλληνα της διασποράς. Στη συνέχεια ο ξεριζωμός και η εγκατάσταση στη
Θεσσαλονίκη. Στα δεκατέσσερά του γνωρίζει στις γειτονιές του Ντεπώ την
καινούργια πατρίδα. Για τα περισσότερα παιδιά της γειτονιάς ήταν «ο Ρούσος», το
προσφυγόπουλο. «Σ’ αυτόν τον τόπο θα είμαι πάντα ένας ξένος», γράφει. Στο
σχολείο δεν είναι ο «καλός μαθητής» αλλά
είναι ο πρώτος στο μάθημα της Ιχνογραφίας.
Στο
γυμνάσιο έβγαλε μόνο την πρώτη χρονιά, αφού ξεσπάει ο πόλεμος που «θα παρασύρει
τα πάντα στη δίνη του». Θα προλάβει όμως να εισπράξει έπαινο και «το πρώτο
χαϊδολόγημα από το χέρι της ωραίας ξανθιάς καθηγήτριας των Τεχνικών», για ένα
σχέδιό του με θέμα τους μονομάχους στην αρχαία Ρώμη.
«Με
τη δικτατορία του Μεταξά κόπασαν οι πολιτικές αντιπαραθέσεις στο καφενείο κι
έχω πονέσει που έχουνε στείλει τους φίλους μας, Καρμέλο και Παπαθωμά, εξορία. Μάθαμε ότι η γυναίκα
του Παπαθωμά σηκώθηκε από το κρεβάτι με ελονοσία κι όταν πήγε να ζητήσει από
τον παπα-Λάμπρο χαρτί απορίας, εκείνος της είπε: «Το έλεος του Κυρίου είναι γι’
αυτούς που πιστεύουν στον Κύριο. Τσακίσου να πας να σε γιάνουν και να ταΐσουν
τα παιδιά σου οι μπολσεβίκοι».
Ο
έφηβος Φαρσακίδης και η «τσακαλοπαρέα» του γεύονται τις χαρές της ζωής ώσπου
ξεσπάει ο πόλεμος του ΄40. Η αδελφή του Έλλη γίνεται «Αδελφή Εθελόντρια
Ερυθροσταυρίτισσα» στο χειρουργείο στρατιωτικού νοσοκομείου. «Για την παρέα μας
ο πόλεμος παραμένει ακόμα παιχνίδι»,
μέχρι τον βομβαρδισμό της Θεσσαλονίκης που συναντά κατάφατσα
τη φρίκη του, για να ζήσει στη συνέχεια την τριπλή Κατοχή (όπου μια ριπή
θα σμπαραλιάσει τα δυο του χέρια), την Αντίσταση, το κράτος του τρόμου, τον
εμφύλιο και τα πέτρινα χρόνια που
ακολούθησαν.
Ο
καλλιτέχνης Φαρσακίδης πιστεύει πως η
δημιουργία πρέπει να αποβλέπει στο καλό των ανθρώπων. Έτσι στρατεύει την τέχνη
του σε αυτόν τον σκοπό δένοντάς την άρρηκτα με το ιδεολογικό του πιστεύω.
Αυτοδίδακτος, με τις γελοιογραφίες του
που διακινούνται χέρι με χέρι, σατιρίζει τους καταχτητές και τους ντόπιους
συνεργάτες τους. Ανταρτοεπονίτης, πολεμάει με το τουφέκι, με τον χρωστήρα, με
τη γραφίδα. Καταγράφει σε κείμενα και σε σκίτσα, τη ζωή στο αντάρτικο. Στο
κολαστήριο της Μακρονήσου, πολλές φορές με κίνδυνο της ζωής του, καταγράφει τα
βασανιστήρια και τους βασανιστές (για πρώτη φορά με τα πραγματικά ονόματά τους),
με πρόθεση πάντα να πληροφορήσει τον έξω κόσμο για την κατάσταση «μέσα». Μαθαίνει
από συνεξόριστούς του νέες τεχνικές, την πυρογραφία, την χαρακτική στο ξύλο, τη
ζωγραφική στην πέτρα. Ο Γιάννης Ρίτσος σε μια άδειά του, του στέλνει στο νησί
της εξορίας δώρο ένα κουτί νερομπογιές κι ένα πινέλο. «Αξεδίψαστο» πνεύμα
εξελίσσεται συνεχώς, αναζητώντας νέες μορφές έκφρασης. Αναλαμβάνει τη
σκηνογραφία στο θέατρο των εξορίστων. Στη Μακρόνησο, στον Αη Στράτη, στη Γυάρο, στη Λέρο, δεκαεξήμισι
χρόνια στο στρατόπεδο συγκέντρωσης, στο «σύρμα», στη σκηνή, στην απομόνωση ή
στις λίγες «ήσυχες» στιγμές, η έγνοια και ο σκοπός του είναι να καταγράψει, να
σημειώσει, να σκιτσάρει. Όχι μόνο τα μεγάλα, τα συνταραχτικά γεγονότα.
Αποτυπώνει στο χαρτί και εικόνες από την καθημερινότητα που –για τους πολλούς-
περνούν σε δεύτερο πλάνο. Εσωτερικούς χώρους, αντικείμενα καθημερινής χρήσης,
έπιπλα, «νεκρές φύσεις». Τα κουζινικά του εξόριστου, η γκαζιέρα, ένα καλοστρωμένο
κρεβάτι, ένα ζευγάρι παλιοπάπουτσα, ένα γαρίφαλο μέσα σε τσίγκινο βάζο, ένα
ανοιχτό βιβλίο. «Πράγματα» γεμάτα πόνο, ελπίδα, νοσταλγία, πίστη, κουράγιο.
Γεμάτα ΖΩΗ.
«Δουλεύοντας
σε συνθήκες αντίξοες, αντλούσαμε κουράγιο από την αίσθηση της χαράς που δίναμε
στους ταλαιπωρημένους από την πολύχρονη κράτηση συνεξόριστούς μας. Γράφαμε,
χαράζαμε, τυπώναμε κάρτες στον Αη Στράτη
και αργότερα, επί Χούντας στη Γυάρο και Λέρο. Να μάθουν οι έξω ότι ζούμε και
κρατάμε άπαρτο το αγωνιστικό μας χαράκωμα! Αργότερα, ζώντας τη ζούγκλα της
‘ελεύθερης αγοράς’ πιστοποιούσα όλο και περισσότερο ότι: Η τέχνη που δεν
ξανοίγει προοπτικές ενός κόσμου καλλίτερου, που προβάλλει σαν αυτοσκοπό τη βία
και την απληστία του κέρδους, μια τέχνη που της είναι αδιάφορος ο ανθρώπινος
πόνος, που πολεμά τις χαρές της ζωής, την ομορφιά, τη φύση, τον έρωτα, δεν
είναι παρά μια τέχνη σύμφωνη με τις επιταγές των προνομιούχων της Νέας Τάξης
Πραγμάτων».
«Αντλούσαμε
κουράγιο από την αίσθηση της χαράς που δίναμε», λέει ο Φαρσακίδης, όμως για τη δύναμη και το
κουράγιο που έστελνε ο ίδιος από μακριά με την τέχνη του στο λαό, για τα
μαθήματα ζωής και αγώνα που έδινε σε μικρούς και μεγάλους, ο σεμνός χαρακτήρας
του δεν του επιτρέπει να κάνει λόγο. Στη σελίδα του στο facebook (ναι, ο Φαρσακίδης έμαθε σε μεγάλη ηλικία να χρησιμοποιεί και τον ηλεκτρονικό υπολογιστή) έλαβε το παρακάτω σχόλιο:
«Πριν
από ένα – δυο μήνες, αποφάσισα να τακτοποιήσω το άδειο από τη φυσική παρουσία
του πατέρα μου δωμάτιό του. Όταν πήγα να πετάξω ένα παλιό επιπλάκι στα
σκουπίδια, έπεσε μια ‘πονηρή’ πλάτη που
είχε φτιάξει. Μέσα της ήταν κρυμμένο το βιβλίο σας και μάλιστα με
‘κατεστραμμένο’ το εξώφυλλο. Αυτό το βιβλίο όταν ήμασταν δεκάχρονα παιδιά το
΄67, το έβγαζε πολύ συχνά από την κρύπτη του για να μας διαπαιδαγωγήσει στα
πανανθρώπινα ιδανικά του και για να μας διδάξει την ανθρώπινη δύναμη απέναντι
στο άδικο, να μας μιλήσει για την ‘εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο’, να μην
μας κυριεύσει ποτέ ο φόβος. Εν πολλοίς το κατάφερε. Στις 26 του Μάη φέτος το
ξαναβρήκα μπροστά μου σε επίσκεψη τιμής στο κολαστήριο και έτσι ξαναμπήκε
φρέσκο, με το εξώφυλλό του πλέον, δίπλα στο αδερφάκι του, στο πρώτο ράφι της
βιβλιοθήκης μου. Σας ευχαριστώ που υπήρξατε ‘δάσκαλός’ μου στα δύσκολα παιδικά
μου χρόνια. Και σας τιμώ ιδιαίτερα που υπάρχετε και συνεχίζετε. Να είστε πάντα
καλά!». Γιάννης Γαρυφαλλάκης
Ο
Φαρσακίδης δε θα μπορούσε να μην αφιερώσει την τέχνη του στο λαό, αφού είχε
αφιερώσει τη ζωή του σ’ αυτόν, παλεύοντας για λευτεριά και προκοπή, για πρόοδο και σοσιαλισμό, μέσα από τις
γραμμές της Εθνικής Αντίστασης και του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδας. Και ο
λαός δε θα μπορούσε να μην του το αναγνωρίσει.
Ο
Γιώργος Φαρσακίδης έζησε, ερωτεύτηκε,
πολέμησε, διάβασε, δημιούργησε, ταξίδεψε σ’ ολόκληρο τον κόσμο, η
προσφορά του αναγνωρίστηκε στα μήκη και τα πλάτη της γης, τιμήθηκε, «γέμισε»
από αγάπη, αυτός ο «αξεδίψαστος της
ζωής». Η αυλή ήταν πολύ «μικρή» για να χωρέσει και την αγάπη όλων όσων
βρεθήκαμε κοντά του χτες.
Η
εκδήλωση έφτανε στη δύση της όταν άρχισαν να προβάλλονται στον απέναντι τοίχο
εικόνες από την πορεία των εννιά δεκαετιών του σπουδαίου αυτού ανθρώπου, συνοδευόμενες
από μουσική και ρίγη συγκίνησης. Λίγο πριν ανάψουν ξανά τα φώτα και απλωθούν
σαν απαλό κύμα τα χειροκροτήματα, πρόλαβα και σήκωσα τα μάτια μου στον ουρανό
που, κατακάθαρος πια, είχε υποκλιθεί και αυτός
με σεβασμό στο τιμώμενο πρόσωπο.
Ένα
λαμπερό φεγγάρι μας συνόδευε σε ολόκληρη την επιστροφή, καθώς ανταλλάσσαμε εντυπώσεις από την εκδήλωση. Τόσο λαμπερό που κάποιες στιγμές έλεγες πως περίσσευε το φως των
προβολέων. Κάποτε κατεβήκαμε από το αυτοκίνητο και κοιτάξαμε από μακριά τη
φωτισμένη Αθήνα. Γύρισα το βλέμμα μου προς το φεγγάρι και συλλογίστηκα πως
κάπως έτσι φώτισε και η πορεία του Γιώργου Φαρσακίδη τις ζωές μας…
ΥΓ. Μετά από σκέψη θεωρούμε πως πρέπει να προσθέσουμε ορισμένα ζητήματα τα οποία αφορούν αποκλειστικά τους διοργανωτές της εκδήλωσης. Η παρουσίαση ξεκίνησε με μισή ώρα καθυστέρηση λόγω «τεχνικών προβλημάτων», ενώ υπήρχαν αρκετοί ηλικιωμένοι, όρθιοι λόγω έλλειψης θέσεων που είχαν πρόβλημα και δυσανασχετούσαν. Σε όλη τη διάρκεια η ποιότητα του ήχου ήταν κακή. Οι ομιλητές ακούγονταν (αφού καταβάλαμε μεγάλη προσπάθεια) και όχι απ’ όλους. Όσοι βρισκόμαστε στις πίσω θέσεις κυριολεκτικά αγχωνόμασταν για ν’ ακούσουμε. Αν συνυπολογίσουμε τον συνεχή θόρυβο από τα φορτηγά και τα μηχανάκια που περνούσαν από το δρόμο, πολλά ήταν αυτά που «χάσαμε». Την προβολή των εικόνων από τον προτζέκτορα μπορούσαν να την παρακολουθήσουν «ολόκληρη» μόνο όσοι βρισκόντουσαν στις μπροστινές θέσεις. Ένα άλλο σοβαρό πρόβλημα ήταν το συνεχές «κουδούνισμα» των κινητών τηλεφώνων - κανένας σεβασμός και από αρκετούς παρευρισκόμενους. Είναι κρίμα να συμβαίνουν όλα τα παραπάνω σε μια τέτοια εκδήλωση, προχειρότητες οι οποίες θα μπορούσαν να είχαν προβλεφτεί και αποφυγεί (δεν συνέβη κάτι έκτακτο, πχ μια διακοπή ρεύματος). Πιστεύουμε πως μια εκδήλωση που διοργανώνεται με σκοπό να τιμήσει ένα σημαντικό πρόσωπο, πρέπει να είναι οργανωτικά αντάξια του τιμώμενου προσώπου και των ομιλητών. Η χτεσινή δεν ήταν.
ΥΓ. Μετά από σκέψη θεωρούμε πως πρέπει να προσθέσουμε ορισμένα ζητήματα τα οποία αφορούν αποκλειστικά τους διοργανωτές της εκδήλωσης. Η παρουσίαση ξεκίνησε με μισή ώρα καθυστέρηση λόγω «τεχνικών προβλημάτων», ενώ υπήρχαν αρκετοί ηλικιωμένοι, όρθιοι λόγω έλλειψης θέσεων που είχαν πρόβλημα και δυσανασχετούσαν. Σε όλη τη διάρκεια η ποιότητα του ήχου ήταν κακή. Οι ομιλητές ακούγονταν (αφού καταβάλαμε μεγάλη προσπάθεια) και όχι απ’ όλους. Όσοι βρισκόμαστε στις πίσω θέσεις κυριολεκτικά αγχωνόμασταν για ν’ ακούσουμε. Αν συνυπολογίσουμε τον συνεχή θόρυβο από τα φορτηγά και τα μηχανάκια που περνούσαν από το δρόμο, πολλά ήταν αυτά που «χάσαμε». Την προβολή των εικόνων από τον προτζέκτορα μπορούσαν να την παρακολουθήσουν «ολόκληρη» μόνο όσοι βρισκόντουσαν στις μπροστινές θέσεις. Ένα άλλο σοβαρό πρόβλημα ήταν το συνεχές «κουδούνισμα» των κινητών τηλεφώνων - κανένας σεβασμός και από αρκετούς παρευρισκόμενους. Είναι κρίμα να συμβαίνουν όλα τα παραπάνω σε μια τέτοια εκδήλωση, προχειρότητες οι οποίες θα μπορούσαν να είχαν προβλεφτεί και αποφυγεί (δεν συνέβη κάτι έκτακτο, πχ μια διακοπή ρεύματος). Πιστεύουμε πως μια εκδήλωση που διοργανώνεται με σκοπό να τιμήσει ένα σημαντικό πρόσωπο, πρέπει να είναι οργανωτικά αντάξια του τιμώμενου προσώπου και των ομιλητών. Η χτεσινή δεν ήταν.
Τρίτη
17 Σεπτέμβρη 2013.
1 σχόλιο:
Τελικά μήπως το ότι εκείνη η γενιά καλλιτεχνών στάθηκε στο ύψος της κι ήταν πάντα στο πλευρό του λαού μας, οφείλεται στο ότι έζησε τη δυστυχία και τον πόνο του λαού μας , πολέμησε και τραγούδησε μαζί του, υποτάχτηκε στο πνεύμα και τη θέληση του λαού μας; Και μήπως είμαστε πολύ απαιτητικοί σήμερα απ'τους καλλιτέχνες μας που θέλουμε να "σκύψουν" πάνω απ' τα προβλήματα του λαού μας, όταν οι ίδιοι ποτέ δεν ένιωσαν και δεν ήταν μέρος του λαού αυτού;
Σοφία
Δημοσίευση σχολίου