Πέμπτη 12 Σεπτεμβρίου 2013

Χιλή 1973: ...Η δύναμη βγαίνει από τις γροθιές


Στην ιστορία της ταξικής πάλης πολλές φορές κυριάρχησαν οπορτουνιστικές  αυταπάτες, ο καιροσκοπισμός δηλαδή, στο εργατικό κίνημα.

Η αστική τάξη, η κυρίαρχη τάξη, έχει πολλές δυνατότητες να επιδράσει στη συνείδηση και τη δράση της εργατικής τάξης γιατί μπορεί να εκπροσωπεί ενιαία και ολοκληρωμένα τα ταξικά της συμφέροντα.

Όσο πιο ισχυρή είναι η αστική τάξη, τόσο πιο ισχυρά είναι εκείνες οι τάσεις που καλλιεργούν αυταπάτες μέσα στο λαϊκό και στο εργατικό κίνημα.

Αυτές οι αυταπάτες είναι στην πραγματικότητα η αντανάκλαση της κοινωνικής κατάστασης ορισμένων στρωμάτων.

Από τη μία μεριά πρόκειται για τμήματα  της εργατικής τάξη, η εργατική αριστοκρατία, και  μικροαστικά στρώματα που νιώθουν ότι το κοινωνικό τους πρόβλημα λύνεται μέσα στον καπιταλισμό.

Δεν θέλουν να τον καταργήσουν, αλλά μόνο να τον μεταρρυθμίσουν.

Από την άλλη μεριά όταν η ταξική πάλη οξύνεται και οι δυσκολίες της φαίνονται αξεπέραστες, ψάχνουν να βρουν δρόμους ώστε να αποφύγουν αναγκαίες διαμάχες.

Ελπίζουν ότι θα συμφωνήσουν με τον αντίπαλο.

Αυτή η αυταπάτη κατά κανόνα πληρώνεται με ήττες, που συνήθως απαιτούν περισσότερα θύματα από ό,τι ο αγώνας που αποφεύχθηκε.

Ένα από τα πολλά ιστορικά παραδείγματα που αποκαλύπτουν τα παραπάνω είναι η πικρή, αλλά και πολύτιμη αλήθεια της UNITAD POPULAR, της Λαϊκής Ενότητας, του συνασπισμού των κομμάτων που πήραν την κυβερνητική εξουσία στη Χιλή το 1970.


Υποσχέσεις ...για αστικές μεταρρυθμίσεις! 


Η UNITAD POPULAR  είχε σχηματιστεί με πρωτοβουλία του Κομμουνιστικού Κόμματος Χιλής το 1969 και συμμετείχαν το Σοσιαλιστικό Κόμμα, το Ριζοσπαστικό Κόμμα, η Κίνηση Ενωμένης Λαϊκής Δράσης, το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα και η Ανεξάρτητη Λαϊκή Δράση. 

Στην ίδρυσή της πρωτοστάτησε ένας σοσιαλδημοκράτης πολιτικός, ιδρυτικό μέλος του Σοσιαλιστικού Κόμματος της Χιλής.

Ο Σαλβαδόρ Αλιέντε.

Ο Αλιέντε, εκφράζοντας την UNITAD POPULAR, υποσχόταν μια αντιιμπεριαλιστική, αντιολιγαρχική κυβέρνηση η οποία θα αντικαθιστούσε τη Βουλή και τη Γερουσία με μια Λαϊκή Εθνοσυνέλευση. 

Ακόμα δεσμευόταν ότι θα προχωρούσε σε μεγάλης κλίμακας αγροτική μεταρρύθμιση εις βάρος της μεγάλης ιδιοκτησίας και είχε εξαγγείλει την εθνικοποίηση όλων των ξένων επιχειρήσεων και τραπεζών, συμπεριλαμβανομένων και των τεράστιων αμερικανικών επενδύσεων στα σημαντικότατα, για την οικονομία της Χιλής, ορυχεία χαλκού.

Το πρόγραμμα αυτό ωστόσο δεν έθιγε την καπιταλιστική ιδιοκτησία.

Ήταν ένα πρόγραμμα που θα μπορούσε να εφαρμοστεί και από μια αστική κυβέρνηση.

Το πολιτικό πρόγραμμα της λαϊκής ενότητας ωστόσο περιείχε την τυπική θέση της σοσιαλδημοκρατίας, θέτοντας ως στόχο τη μεταβολή των ισχυόντων αστικών θεσμών για την εγκαθίδρυση ενός νέου κράτους όπου γενικά ο λαός θα ασκούσε εξουσία.

Με άλλα λόγια, το ζήτημα της εξουσίας θα λυνόταν θεσμικά χωρίς να ανατραπεί η αστική τάξη από την εξουσία.

Χωρίς να ανατραπεί το κράτος των καπιταλιστών και να αντικατασταθεί από το κράτος της εργατικής τάξης.

Βεβαίως, η ύπαρξη της Σοβιετικής Ένωσης και του σοσιαλιστικού στρατοπέδου επέβαλλε στη σοσιαλδημοκρατία να υιοθετεί πιο επαναστατική φρασεολογία, αλλά και πρακτική, αλλά γενικά οι στόχοι της ήταν στην κατεύθυνση της διαχείρισης του συστήματος μέσα από κάποιες αστικές μεταρρυθμίσεις.


Το ΚΚ Χιλής χάνει τον πρωτοπόρο του ρόλο


Η προγραμματική συμφωνία του ΚΚ Χιλής με αυτό το πρόγραμμα είχε μεγάλες συνέπειες στο κίνημα, αφού στην ουσία το κόμμα έχασε τον πρωτοπόρο ρόλο του μέσα στην εργατική τάξη, δεν επιτέλεσε το καθήκον της οργάνωσης της ταξικής πάλης και τελικά δεν προετοίμασε την εργατική τάξη να αντιμετωπίσει την αντεπίθεση των καπιταλιστών για την ανακατάληψη της κυβερνητικής εξουσίας.

Επιπλέον αποδυναμώθηκαν οι οργανώσεις του κόμματος, αφού τα μέλη του κόμματος συμμετείχαν στις χιλιάδες επιτροπές βάσεις της Λαϊκής Ενότητας που συσπείρωναν τα μέλη όλων των κομμάτων του μετώπου, αλλά και χιλιάδες που βρίσκονταν εκτός κομμάτων και που οι αποφάσεις θα έπρεπε να παίρνονται ομόφωνα.

Το ΚΚΧ έχασε την αυτοτέλειά του.

Με άλλα λόγια, υποχώρησαν τα ταξικά χαρακτηριστικά του κόμματος με αποτελέσματα ολέθρια για την εργατική τάξη. 


Η Λαϊκή Ενότητα στην εξουσία  


Στις 4 Σεπτέμβρη του 1970 έγιναν  στη Χιλή  προεδρικές εκλογές.

Στον πρώτο γύρο η Λαϊκή Ενότητα συγκέντρωσε το 36,3% έναντι 34,9% του αντιπάλου της.

Το Σύνταγμα της Χιλής όριζε ότι ο πρόεδρος θα εκλεγόταν  μεταξύ των δύο, από το Κογκρέσο. 

Στις 5 Οκτώβρη 1970 στο Κογκρέσο, με ψήφους και των χριστιανοδημοκρατών, ο Αλιέντε συγκέντρωσε 271 ψήφους σε σύνολο 462, όχι όμως αρκετές για να εκλεγεί. 

Παράλληλα είχαν μπει σε λειτουργία  διάφοροι μηχανισμοί με στόχο την τρομοκράτηση του λαού.

Στις 22 Οκτώβρη, μάλιστα, μέλη ακροδεξιάς συμμορίας  δολοφόνησαν σε ενέδρα τον αρχηγό του Γενικού Επιτελείου, Ρενέ Σνάιντερ, ο οποίος στεκόταν εμπόδιο σε οποιοδήποτε σχέδιο ανωμαλίας επεξεργαζόταν στους κόλπους του στρατού.

Τελικά, στις 24 Οκτώβρη, στη δεύτερη ψηφοφορία, ο Αλιέντε συγκέντρωσε 135 ψήφους, έναντι 35 των αντιπάλων του και εκλέχτηκε πανηγυρικά. 

Αμέσως μετά την εκλογή του δήλωσε  ότι ενδεχόμενη απόπειρα ανατροπής του με τη βία των όπλων θα «τσακιζόταν από την επαναστατική βία των λαϊκών μαζών». 

Στις 30 Οκτώβρη ανακοινώθηκε  η σύνθεση της δεκαπενταμελούς κυβέρνησης της Λαϊκής Ενότητας, στην οποία συμμετείχαν και τρεις κομμουνιστές, ενώ άλλοι τρεις υπουργοί ήταν  εργάτες. 

Στις 3 Νοέμβρη 1970 ορκίστηκε  Πρόεδρος της Χιλής ο Σαλβαδόρ Αλιέντε. 

Στην ομιλία του μετά την ορκωμοσία είπε: 

«Αξιώνουμε να δημιουργήσουμε έναν διαφορετικό κόσμο, να αποδείξουμε ότι μπορούν να γίνουν βαθιές αλλαγές που αποτελούν επανάσταση. 

Μετά τη λαμπρή τελετή, ο Αλιέντε περιόδευσε  με ανοιχτό αυτοκίνητο στο κέντρο του Σαντιάγκο  κάτω από τις ζητωκραυγές χιλιάδων συγκεντρωμένων.

Λίγο μετά την ορκωμοσία του ο Αλιέντε ανακοίνωσε  σε μεγάλη συγκέντρωση την εθνικοποίηση των ορυχείων χαλκού και των ξένων τραπεζών.

Σε αυτό το πλαίσιο ωστόσο ξεκίνησε το χιλιάνικο πείραμα του ειρηνικού περάσματος στο σοσιαλισμό.

Στη πραγματικότητα μια απόπειρα εξανθρωπισμού του καπιταλισμού, που όπως αποδείχτηκε είναι αδύνατο να έχει αποτέλεσμα.

Αμέσως μετά την κατάκτηση της κυβερνητικής εξουσίας η UNITAD POPULAR προχώρησε σε μια σειρά αλλαγές.

Εθνικοποίησε το χαλκό και άλλους κλάδους της οικονομίας.

Οι εθνικοποιήσεις αυτές γίνονταν μέσα στα αστικά πλαίσια. 

Είναι χαρακτηριστικό ότι πραγματοποιούνταν με βάση κάποιο νόμο του 1932, ο οποίος τυπικά εξακολουθούσε να μην έχει καταργηθεί, αν και βέβαια παρέμενε ανενεργός και άγνωστος ακόμη και στους νομικούς.

Επιπλέον, το πραγματικό εισόδημα των εργαζομένων αυξήθηκε σημαντικά, η ανεργία έπεσε από το 8,8% στο 3%. 

Η παιδική θνησιμότητα μειώθηκε κατά 20,1%. 

Για πρώτη φορά στην ιστορία της χώρας δημιουργήθηκε καθολικό υγειονομικό σύστημα. 

Θεαματικές πρόοδοι σημειώθηκαν στον τομέα του αναλφαβητισμού και της δημόσιας εκπαίδευσης.

Η απαλλοτρίωση των τσιφλικιών προχώρησε. 

Αναδασώθηκαν 600 χιλιάδες στρέμματα. 

Χιλιάδες αγρότες πήραν γη. 

Άρχισαν να συγκροτούνται συνεταιρισμοί και η ζωή στο χωριό άρχισε να αλλάζει. 

Η κατάσταση των ιθαγενών Ινδιάνων βελτιώθηκε αισθητά.


Η αστική τάξη περνάει στην αντεπίθεση 


Αυτές οι αλλαγές βελτίωσαν την κατάσταση της εργατικής τάξης, όμως ήταν και περιορισμένες και παροδικές γιατί ιδιοκτήτες των μέσων παραγωγής εξακολουθούσαν να είναι οι καπιταλιστές.

Που έχοντας ξεκάθαρους στόχους σχεδίαζαν την ανατροπή της UNITAD POPULAR.

Σύμφωνα με αυτούς τους σχεδιασμούς, έπρεπε διαδοχικά στη χώρα να δημιουργηθεί μια χαώδης κατάσταση.

Αυτό σήμαινε συστηματική παράλυση των κρατικών ιδρυμάτων, οικονομικά σαμποτάζ, μποϊκοτάζ, οργάνωση δολοφονιών και τρομοκρατικών ενεργειών, αναζωογόνηση και υποστήριξη φασιστικών συμμοριών.

Επιπλέον  έγιναν  δραστικοί πιστωτικοί περιορισμοί από τις διεθνείς και πριν απ' όλα από τις αμερικανικές τράπεζες, σταμάτημα των αγορών χαλκού,  φροντίδα για περιορισμό της κίνησης δολαρίων, παρεμπόδιση των προμηθειών με υγρά καύσιμα, κλείσιμο των αμερικανικών αγορών και άμεσο σταμάτημα των αμερικανικών εξαγωγών.

Την ίδια περίοδο η Χιλή, και παρά τις επαναδιαπραγματεύσεις με τους δανειστές της, ήταν υποχρεωμένη να πληρώνει κάθε χρόνο 200 εκατομμύρια δολάρια για την εξυπηρέτηση του εξωτερικού της χρέους.

Τους τελευταίους μήνες του 1971, έναν περίπου χρόνο από την εκλογή του Αλιέντε, άρχισαν να διαφαίνονται οι πρώτες οικονομικές δυσκολίες.

Άνοδος του κόστους ζωής,  προβλήματα στον ανεφοδιασμό σε προϊόντα και κάμψη της παραγωγής.

Στις δυνάμεις της Λαϊκής Ενότητας ή τουλάχιστον στην πλειοψηφία τους υπήρξαν αυταπάτες για τις δυνατότητες της κυβέρνησης να αντιμετωπίσει την οικονομική κρίση και την επίθεση του μεγάλου κεφαλαίου και του ιμπεριαλισμού μέσα στα πλαίσια της καπιταλιστικής οικονομίας και χωρίς να λυθεί το πρόβλημα της εξουσίας.

Η κυβέρνηση της Λαϊκής Ενότητας προσπάθησε να αντιμετωπίσει τη δύσκολη κατάσταση αυξάνοντας τη φορολογία των εύπορων στρωμάτων για να αυξήσει τα έσοδα. 

Κάλεσε επίσης τους εργαζόμενους να αυξήσουν την παραγωγή και την παραγωγικότητα της εργασίας.

Η αύξηση των εσόδων από την αύξηση της φορολογίας δεν ήταν επαρκής.

Χρειαζόταν να προχωρήσουν παραπέρα οι εθνικοποιήσεις επιχειρήσεων του μεγάλου κεφαλαίου και θα επιλύονταν βασικά προβλήματα αφού η κυβέρνηση θα διέθετε περισσότερα οικονομικά μέσα.

Αυτό όμως απαιτούσε μια άλλη κρατική δομή.

Το ζήτημα της κατάκτησης της εξουσίας ερχόταν με πιεστικό τρόπο στην επιφάνεια. 

Αυτή η επιλογή θα όξυνε την ταξική πάλη.


Το ζήτημα της εξουσίας και οι μικροαστικές αυταπάτες


Οι μικροαστικές δυνάμεις που συμμετείχαν στη λαϊκή ενότητα φοβήθηκαν γιατί δεν ήταν  αποφασισμένες να οδηγηθούν στην τελική σύγκρουση με την καπιταλιστική εξουσία.

Πίστευαν ότι αυτές οι αλλαγές θα έρχονταν  από τα μέσα, με συνειδητές αποφάσεις και λογικές επιλογές για το γενικό καλό, στο οποίο τελικά θα υποτασσόταν και η αστική τάξη.

Ο Αλιέντε, άλλωστε, είχε δεσμευτεί σε ένα δημοκρατικό δρόμο προς το σοσιαλισμό και ήταν προσηλωμένος στη συνταγματική νομιμότητα, στην αστική νομιμότητα με άλλα λόγια.

Στο όνομά αυτής της νομιμότητας πίστευε στην καλή θέληση της αστικής τάξης.

Στην υποταγή της στη νομιμότητα.

Υπήρχαν αυταπάτες για τις δυνατότητες της κυβέρνησης να αντιμετωπίσει την οικονομική κρίση και την επίθεση του μεγάλου κεφαλαίου και του ιμπεριαλισμού μέσα στα πλαίσια της καπιταλιστικής οικονομίας και χωρίς να λυθεί το πρόβλημα της εξουσίας. 

Έτσι  ο κρατικός μηχανισμός παρέμενε άθικτος και η εξουσία στα ντόπια και ξένα μονοπώλια, κυρίως αμερικανικά.

Ο στρατός συνέχισε να διατηρεί δεσμούς με τις Ηνωμένες Πολιτείες.

Επιπλέον η κυβέρνηση της Λαϊκής Ενότητας δεν προχώρησε ούτε καν σε στοιχειώδεις αλλαγές έστω στο επίπεδο της στρατιωτικής ηγεσίας και των ανώτερων αξιωματικών.

Η άρχουσα τάξη, ωστόσο, έχοντας ξεκαθαρισμένους στόχους και ταξική πολιτική, εκμεταλλεύτηκε τις αυταπάτες της κυβέρνησης της UNITAD POPULAR.


Ο δρόμος προς τη δικτατορία 


Τον Οκτώβρη του 1971 εκτυλίχτηκε καμπάνια των συντηρητικών δυνάμεων ενάντια στην πρόθεση της κυβέρνησης να εθνικοποιήσει τη βιομηχανία χαρτιού. 

Βασικό επιχείρημα ήταν ότι η εθνικοποίηση αποτελεί πρόσχημα για την κατάργηση της ελευθερίας του Τύπου. 

Την 1 Δεκέμβρη 1971 γυναίκες, κυρίως των πιο εύπορων στρωμάτων του Σαντιάγο, οργάνωσαν διαμαρτυρία στους δρόμους της πόλης κρατώντας άδειες κατσαρόλες. 

Παράλληλα, οργανώνεται η απόκρυψη εμπορευμάτων, η μαύρη αγορά και η κερδοσκοπία. 

Τέλη Αυγούστου του 1972 οργανώθηκε η απεργία της Ομοσπονδίας Εμπόρων Λιανικής Πώλησης.

Τον Οκτώβρη, η Ομοσπονδία Ιδιοκτητών Φορτηγών Αυτοκινήτων ξεκινά απεργία αόριστης διάρκειας. Ακολουθούν  οι Σύλλογοι των Γιατρών, των Δικηγόρων και άλλοι.

Τον Μάρτη του 1973 έγιναν εκλογές.

Παρά την έξαλλη προπαγανδιστική εκστρατεία της αντίδρασης, η Λαϊκή Ενότητα έλαβε το 44% των ψήφων, 8% περισσότερο από τις προεδρικές του 1970.

Ένα μήνα μετά τις εκλογές η αντιπολίτευση συνέρχεται από την ήττα της και καθοδηγεί την απεργία στα μεταλλεία χαλκού «Ελ Τενιέντε». 

Αν και συμμετέχει σε αυτήν μόνο το 35% του προσωπικού, η απεργία διαρκεί οκτώ εβδομάδες και η παραγωγή πέφτει κατά 70% περίπου.

Μετά από αντικυβερνητικές διαδηλώσεις και συγκρούσεις στους δρόμους με οπαδούς της κυβέρνησης, τον Ιούλη του 1973 στασίασε ένα σύνταγμα τεθωρακισμένων στο Σαντιάγο. 

Η στάση καταστάλθηκε από στρατεύματα υπό τον στρατηγό Πρατς. 

Κομμουνιστές και σοσιαλιστές συμφώνησαν στο μεταξύ να προωθήσουν την οργάνωση της «Λαϊκής Δύναμης», εργατικής ουσιαστικά πολιτοφυλακής, η δημιουργία της οποίας προχωρούσε με απελπιστικά αργούς ρυθμούς.

Και δεν ήταν μόνο αυτό.

Η αστυνομία και σε πολλές περιπτώσεις ο στρατός επενέβαινε και τους αφόπλιζε με τη σύμφωνη γνώμη της κυβέρνησης.

Στις ένοπλες δυνάμεις γίνονταν το διάστημα αυτό απομακρύνσεις προοδευτικών και δημοκρατικών αξιωματικών από κρίσιμα πόστα, ενώ στρατιώτες και ναύτες συλλαμβάνονται, βασανίζονται, τιμωρούνται γιατί έχουν εκφράσει την αντίθεσή τους με τα πραξικοπηματικά σχέδια. 

Ο ίδιος ο Πρατς προπηλακίζεται στο δρόμο από ομάδες αντιδραστικών και παραιτείται αργότερα από αρχηγός των ενόπλων δυνάμεων, καταγγέλλοντας ταυτόχρονα τα σχέδια για πραξικόπημα. Δολοφονήθηκε μετά το πραξικόπημα στην Αργεντινή όπου είχε καταφύγει με την οικογένειά του. Διάδοχός του στην αρχηγία ήταν ο Αουγκούστο Πινοτσέτ.

Στις 11 Σεπτέμβρη 1973 εκδηλώθηκε στρατιωτικό πραξικόπημα.

Η UNITAD POPULAR ανατράπηκε μέσα σε λουτρό αίματος.

Ο Αλιέντε δολοφονήθηκε.

Το κύμα της τρομοκρατίας που εξαπολύθηκε στοίχισε τη ζωή σε 30 χιλιάδες αγωνιστές, κυρίως μελών του ΚΚΧ,  ενώ σε φυλακές και στρατόπεδα βρέθηκαν άλλες 40 χιλιάδες περίπου.

Η αιματηρή ιστορία της λαϊκής ενότητας στη Χιλή έδειξε ότι απέναντι στον ταξικό αντίπαλο δεν πρέπει να υπάρχει καμία αυταπάτη.

Κανένας εφησυχασμός.

Να καθησυχάζεις το λαό και να τον αποτρέπεις από την οργάνωση και τον αγώνα για να κατακτήσει την εξουσία ισοδυναμεί με προαναγγελθείσα ήττα και απογοήτευση που ακολουθεί αναπόφευκτα την ήττα.


Τα διδάγματα της Χιλής 


Ο καπιταλισμός έφτασε στα ιστορικά του όρια.

Δεν είναι πλέον σε θέση να ικανοποιήσει καμία ανάγκη της κοινωνίας.

Σε συνθήκες καπιταλιστικής κρίσης επιτίθεται για να πάρει πίσω ό,τι απέσπασαν οι εργαζόμενοι με σκληρούς ταξικούς αγώνες.

Και η επίθεση αυτή είναι καθολική και προαποφασισμένη.

Είναι στρατηγική του μεγάλου κεφαλαίου που υλοποιείται από τους πολιτικούς του εκπροσώπους.

Και από αυτή τη στρατηγική δεν θα κάνει ούτε βήμα πίσω.

Θα ελιχθεί, θα εξαπατήσει, ίσως καθυστερήσει, αλλά πίσω δεν θα κάνει.

Είναι αυταπάτη να πιστεύει η εργατική τάξη και τα λαϊκά στρώματα ότι οι πεινασμένοι λύκοι είναι δυνατόν να καθίσουν ειρηνικά πλάι στα πρόβατα και να διαπραγματευτούν.

Είναι αυταπάτη να πιστέψει κάποιος ότι με ορισμένες νομικές παρεμβάσεις και με μια ορισμένη μεταρρύθμιση των αστικών θεσμών μπορεί ο καπιταλισμός να γίνει ανθρώπινος.

Η επιχειρηματικότητα υγιής, η καπιταλιστική αγορά ρυθμισμένη, ευχαριστημένοι και οι καπιταλιστές και οι εργαζόμενοι.

Είναι αυταπάτη να πιστέψει κάποιος ότι με συνεννοήσεις και με νομοθετικές ρυθμίσεις θα λυθούν βασικά προβλήματα όπως η ανεργία, η μείωση των μεροκάματων, η αντιμετώπιση της ακρίβειας και τόσα άλλα που πλήττουν ανελέητα το λαό.

Είναι ψέμα ότι μπορεί να γίνει δίκαιη αναδιανομή του πλούτου.

Είναι ψέμα ότι μπορεί να υπάρξει αναπτυξιακή ανασυγκρότηση προς όφελος των λαϊκών στρωμάτων.

Και είναι ψέματα και αυταπάτες γιατί στην εξουσία θα εξακολουθούν να βρίσκονται οι ιδιοκτήτες των μέσων παραγωγής.

Που όσο καλοί και συνεννοήσιμοι άνθρωποι και αν είναι, δεν μπορούν παρά να υπακούν στους νόμους της καπιταλιστικής ανάπτυξης που συμπυκνώνονται σε μία φράση:

Συνεχής παραγωγή και αναπαραγωγή του κέρδους που προϋπόθεση έχουν την όλο και μεγαλύτερη εκμετάλλευση.

Και πάνω σε αυτή την τόσο απλή και συνάμα τόσο δύσκολη να ανακαλυφθεί αλήθεια, έχουν θεμελιώσει το κράτος τους, τους θεσμούς τους, τους νόμους τους, με άλλα λόγια την εξουσία τους.

Μόνο η ύπαρξη ενός κομμουνιστικού κόμματος με επαναστατικά χαρακτηριστικά και αυτοτελή δράση μπορεί να συμβάλει καθοριστικά στο φρενάρισμα της αντιλαϊκής πολιτικής, στην καθυστέρηση ή και τη ματαίωση μέτρων που ματώνουν το λαό.

Έχοντας ξεκαθαρισμένο στόχο.

Την ανατροπή όχι μιας κυβέρνησης και την αντικατάστασή της με μία άλλη, αλλά την ανατροπή της τάξης που βρίσκεται στην εξουσία.

Και η Χιλή, όλα τα παραδείγματα της Ιστορίας αποκαλύπτουν ότι χωρίς αυτό δεν μπορεί να υπάρξει φιλολαϊκή διέξοδος.

Μόνο πρόσκαιρες μικρές βελτιώσεις, που ανά πάσα στιγμή θα βρίσκονται υπό την αμφισβήτηση των καπιταλιστών.

Γιατί απλούστατα ανάμεσα στον καπιταλισμό και στο σοσιαλισμό δε μεσολαβεί κάποιο ενδιάμεσο κοινωνικό σύστημα, άρα δεν μπορεί να υπάρξει και ενδιάμεση πολιτική εξουσία μεταξύ της αστικής και της επαναστατικής εργατικής εξουσίας.

Στην καπιταλιστική βαρβαρότητα ο σοσιαλισμός και η κομμουνιστική προοπτική αποτελούν τη μόνη εναλλακτική λύση. 

Η  εργατική τάξη είναι η μόνη κοινωνική δύναμη που μπορεί να ηγηθεί και πολιτικά στον αγώνα για την απελευθέρωσή της και να εκφράσει τα δικαιώματα όλων των καταπιεζόμενων δυνάμεων. 

Αυτή είναι και η επικαιρότητα του σοσιαλισμού, ο οποίος θα στείλει στο μουσείο των αρχαιοτήτων τον καπιταλισμό και όλο του το υπηρετικό προσωπικό με όποιο προσωπείο και αν εμφανίζεται.

Δεν υπάρχουν σχόλια: