«Για να λυθούν τα χέρια των εργαζομένων, να υψωθεί το αγωνιστικό τους ανάστημα, να ανασυνταχθεί και να ανακάμψει το εργατικό - λαϊκό κίνημα απαιτείται η πολιτική και ιδεολογική χειραφέτηση, απεγκλωβισμός από ιδεολογήματα που παγιδεύουν, εξαπατούν και οδηγούν στη μοιρολατρία, στην υποταγή ή στην ήττα», τόνιζε η ανακοίνωση του ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ για την «αναζωογόνηση - ανασυγκρότηση του εργατικού κινήματος» που δημοσίευσε ο «Ρ» στις 13/10/2013.
Περιγράφοντας τις προϋποθέσεις για να αποκτήσουν οι εργατικοί αγώνες δυναμική και προοπτική υπογράμμιζε μεταξύ άλλων: «Δεν
επιτρέπεται να υπάρχουν αντιλήψεις ότι "η δική μας επιχείρηση δεν
πρόκειται να μειώσει μισθούς και να κάνει απολύσεις γιατί έχει πολλά
κέρδη" ή ότι "πρέπει να δεχθούμε τις μειώσεις και απολύσεις, να
προστατευθούν τα κέρδη, ώστε να σωθούν τουλάχιστον οι δουλειές μας".
Υπάρχουν πια χιλιάδες αποδείξεις ότι αυτές οι αντιλήψεις το μόνο που
κάνουν είναι να αφοπλίζουν τους εργάτες γιατί οι νόμοι λειτουργίας του
καπιταλισμού είναι αμείλικτοι».
Οι επισημάνσεις - εκτιμήσεις
του Κόμματος επιβεβαιώνονται καθημερινά. Οσοι σπέρνουν αυταπάτες για τη
θέση που αντικειμενικά έχει κάθε μεγαλοεπιχειρηματίας απέναντι στους
εργαζόμενους που απασχολεί, όσοι αθωώνουν ή φιλοτεχνούν το πρόσωπο της
μεγαλοεργοδοσίας, αφοπλίζουν την εργατική τάξη. Καλλιεργούν επανάπαυση,
καθυστερούν την οργάνωση του αγώνα, τρέφουν αντικειμενικά την υποταγή.
Ενα
παράδειγμα: Σε πρόσφατη συνέλευση των εργαζομένων στα «Πράκτικερ», η
παράταξη του «ΕΜΕΙΣ» (που συγκροτήθηκε από πρώην στελέχη ΠΑΣΚΕ που
καμώνονται ότι διαφοροποιούνται τάχα από τις δυνάμεις του εργοδοτικού -
κυβερνητικού συνδικαλισμού) συμφώνησε με το αίτημα του σωματείου να
διεκδικήσει Σύμβαση με κατώτερο βασικό μισθό 920 ευρώ. Το ίδιο όμως
αίτημα (ως βάση για τη διεκδίκηση της κλαδικής Σύμβασης) το απέρριψαν
όταν το έθεσαν οι δυνάμεις της ΔΑΣ, που συσπειρώνονται στο ΠΑΜΕ, στη
συνεδρίαση της διοίκησης της Ομοσπονδίας Ιδιωτικών Υπαλλήλων, με το
επιχείρημα ότι «είναι άλλο πράγμα ο κλάδος και άλλο μια επιχείρηση που
μπορεί να είναι κερδοφόρα». Δηλαδή, ουσιαστικά λένε «να προσευχόμαστε να
'χει κέρδη ο εργοδότης μας γιατί έτσι θα γλιτώσουμε».
Δε γίνονται αγώνες με «οδηγό» τα εργοδοτικά σχέδια
Κατ'
αρχήν, κοροϊδεύουν κατάμουτρα τους εργαζόμενους. Είναι αδύνατον να
υιοθετείς ως κριτήριο για τις εργατικές διεκδικήσεις τους ισολογισμούς
των επιχειρήσεων, και από την άλλη αυτές οι διεκδικήσεις να απαντούν
πραγματικά στις ανάγκες των εργαζόμενων, έστω και σε μία από τις
επιχειρήσεις του κλάδου.
Αλλωστε, η κερδοφορία των επιχειρήσεων
δεν χρησιμοποιείται για τους εργάτες, αφού κάθε καπιταλιστής τα κεφάλαια
που συσσωρεύει τα ρίχνει ξανά στην παραγωγή για να φέρνουν νέα κέρδη.
Τα χρησιμοποιεί για να κάνει νέες επενδύσεις, να επεκταθεί στον ίδιο ή
και άλλο κλάδο, στην ίδια (ή και άλλη) αγορά. Για να εκσυγχρονίσει τις
μηχανές και όλη τη γραμμή της παραγωγής, να προμηθευτεί νέες πρώτες
ύλες, να ενισχύσει συνολικά την παραγωγικότητα της εταιρείας του, ώστε
να αποκτήσει πλεονεκτική θέση έναντι των ανταγωνιστών του, επιδιώκοντας
όχι απλά τη δική του κυριαρχία αλλά και τη δική τους εξόντωση.
Ομως,
το κυριότερο είναι ότι το ζήτημα των εργατικών δικαιωμάτων δεν κρίνεται
πρώτα απ' όλα σε κάθε επιχείρηση ξεχωριστά, αλλά στον κλάδο συνολικά.
Γιατί υπάρχει ο ανταγωνισμός ανάμεσα στις επιχειρήσεις του ίδιου κλάδου
που διαμορφώνει και το επίπεδο των μισθών, των εργασιακών δικαιωμάτων.
Ακόμα και αν προσωρινά στην μια ή άλλη επιχείρηση ισχύει κάτι
διαφορετικό αυτό θα έρθει να προσαρμοστεί στην αντικειμενική
πραγματικότητα.
Η μείωση του «εργατικού κόστους» (όπως οι
πλουτοκράτες έχουν βαφτίσει προκλητικά τα δικαιώματα των εργαζομένων)
δεν είναι ζήτημα... επιλογής για έναν κεφαλαιοκράτη. Είναι προϋπόθεση,
βασικό συστατικό της ίδιας της ύπαρξης και ενίσχυσής του, προϋπόθεση για
να ενισχυθεί η «ανταγωνιστικότητα» της εταιρείας του. Οποιος δεν
κατορθώσει να μειώσει το «κόστος» στις δικές του μονάδες, βρίσκεται
αμέσως σε μειονεκτικότερη θέση έναντι των ανταγωνιστών του. Η ανάγκη
κάθε μεγαλοεργοδότη να δράσει έτσι δεν αλλάζει από την καλή του διάθεση,
φιλευσπλαχνία ή ευαισθησία. Αν δεν καταφέρει να 'χει τα κέρδη που
επιδιώκει, θα κλείσει την επιχείρηση, ή θα συρρικνώσει την παραγωγή,
αδιαφορώντας για τις οικογένειες που μπορεί αυτή η επιλογή να αφήσει
χωρίς μεροκάματο.
Είναι δυνατόν, λοιπόν, να δεχτεί ένας
μεγαλέμπορος, για παράδειγμα, να πληρώνει στη δική του επιχείρηση
ικανοποιητικούς μισθούς, όταν συνολικά στον κλάδο γενικεύονται οι
ατομικές συμβάσεις, οι μισθοί πείνας, δηλαδή η μεγαλοεργοδοσία
εξασφαλίζει πολλαπλούς τρόπους διασφάλισης των κερδών της;
Ανάγκη να διαλυθούν οι αυταπάτες
Είναι
επικίνδυνη αυταπάτη να πιστέψουν οι εργάτες πως όταν σε κάθε κλάδο
μαίνεται άγρια η κόντρα για τον έλεγχό του (κόντρα που σε συνθήκες
κρίσης γίνεται ακόμα πιο άγρια), είναι δυνατόν η αντεργατική θύελλα
να... κοπάσει έξω από την πύλη της μίας ή τη άλλης επιχείρησης. Ποτέ οι
εργάτες δε βρήκαν κάποια γυάλα που τους προστάτεψε από την αντεργατική
θύελλα. Ποτέ η αντεργατική λαίλαπα δε «σταματούσε» έξω από τις πύλες των
επιχειρήσεων που είχαν κέρδη. Ποτέ δεν «εξαιρέθηκαν» εργατικές
οικογένειες από τις συνέπειες της ανεργίας, της ιδιωτικοποίησης Υγείας -
Πρόνοιας - Παιδείας, της κατάργησης των Συμβάσεων, επειδή τα έσοδα των
αφεντικών τους είχαν αυξητική τάση.
Οπου κυριάρχησε η αυταπάτη ότι
«είμαστε όλοι μια οικογένεια» και «να στηρίξουμε την εταιρεία», η
εργοδοσία κέρδισε χρόνο, δυνάμωσε ανεμπόδιστα την επίθεσή της. Ορισμένα
παραδείγματα:
Πριν από δύο μήνες, η εταιρεία SPRIDER έβαλε
«λουκέτο», εκατοντάδες εργάτες βρέθηκαν στο δρόμο. Την τελευταία διετία,
το επιχειρησιακό σωματείο είχε συνυπογράψει δύο απανωτές μειώσεις
μισθών (η πρώτη 17% και η δεύτερη 21%-26%) με το επιχείρημα ότι έτσι θα
σωθούν οι θέσεις εργασίας. Ομως ούτε οι εργαζόμενοι απέφυγαν τελικά την
ανεργία, ούτε και η SPRIDER «σώθηκε». Καθώς η κόντρα για τον έλεγχο
(και) του κλάδου του Εμπορίου οξύνεται, με ρυθμούς που επιταχύνει η
καπιταλιστική κρίση, ο συγκεκριμένος επιχειρηματίας έκρινε ότι τον
συμφέρει να απομακρύνει κεφάλαια από το συγκεκριμένο κλάδο, έστω κι αν
είχε κατακτήσει πρόσβαση σε πολλές βαλκανικές αγορές.
Χαρακτηριστικό
είναι, επίσης, το παράδειγμα της «Χαλυβουργίας» στο Βόλο, όπου η
αποδοχή της εκ περιτροπής εργασίας δεν εμπόδισε τις μειώσεις των μισθών.
Της «Ενωμένης Κλωστοϋφαντουργίας», όπου οι διαδηλώσεις των εργαζόμενων
μαζί με την εργοδοσία για να πάρει δάνεια ο Λαναράς, δεν εμπόδισαν τις
χιλιάδες απολύσεις που ακολούθησαν. Της πολυεθνικής «Φορντ», όπου οι
μειώσεις των μισθών επίσης δεν εμπόδισε τις πάνω από 4.000 απολύσεις
(στο Βέλγιο).
Το αν, λοιπόν, μια συνδικαλιστική δύναμη υπηρετεί το
ταξικό συμφέρον των εργαζομένων, δεν αποτυπώνεται στο πόσες
«αγωνιστικές κορόνες» υψώνει σε μια επιχείρηση, όταν μάλιστα ακυρώνουν
τα ίδια τα αιτήματά τους έξω από αυτή. Φαίνεται από το αν συμβάλει στην
οργάνωση και πάλη των εργαζομένων συνολικά ενάντια στους
μεγαλοεργοδότες, στα μονοπώλια, ως τάξη.
Η επίθεση που δέχεται η
εργατική τάξη είναι επίθεση ταξική, ολομέτωπη, ενιαία και κοινή για
όλους τους εργάτες. Είναι επίθεση που έχει ως αφετηρία την ίδια την
καπιταλιστική οργάνωση της οικονομίας, η οποία υπακούει στο κυνήγι του
κέρδους και γι' αυτό τσακίζει ανελέητα τις εργατικές ανάγκες και
κατακτήσεις. Ως τέτοια πρέπει να την αντιμετωπίσει κάθε εργάτης κι
εργάτρια. Τέτοια ζητήματα πρέπει να απασχολήσουν τους εργάτες και στο
πλαίσιο του απολογισμού της πρόσφατης μάχης (γενική απεργία στις 6
Νοέμβρη) αλλά και του σχεδιασμού των επόμενων μαχών, συνολικά της
σύνθετης διαδικασίας για την ανασυγκρότηση του συνδικαλιστικού
κινήματος.
Α. Μ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου