Τα γεγονότα της Κομμούνας του Παρισιού δεν μπορούν να
ξεχωριστούν από τα γεγονότα του γαλλοπρωσικού πολέμου του 1870-71.
Άλλωστε, ο πόλεμος αυτός είχε αποτελέσματα, ίσως όχι λιγότερο σημαντικά
από την Κομμούνα.
Ο γαλλοπρωσικός πόλεμος του 1870-71 υπήρξε το
αποτέλεσμα των γαλλικών ανησυχιών απέναντι στις προσπάθειες ένωσης της
Γερμανίας, αλλά και συγκεκριμένων ενεργειών για την παρεμπόδισή της. Μια
από τις γαλλικές ενέργειες που ώθησαν περισσότερο τα πράγματα προς τη
σύγκρουση ήταν η ενίσχυση από τον αυτοκράτορα της Γαλλίας Ναπολέοντα τον
3ο (τον επιλεγόμενο «Μικρό») των χωριστικών διαθέσεων που υπήρχαν στα
νοτιογερμανικά κρατίδια.
Η προσπάθεια ενοποίησης της Γερμανίας είναι η έκφραση
της γρήγορης οικονομικής ανόδου των διαφόρων γερμανικών κρατών με
επίκεντρο την Πρωσία. Παρά τη νίκη της αντεπανάστασης το 1848, η πορεία
αυτή όχι μόνο δεν ανακόπτεται, αλλά επιταχύνεται. Η αστική τάξη,
αποκλεισμένη από τις κρατικές υποθέσεις, έπεσε «με τα μούτρα» στις
επιχειρήσεις. Τα αποτελέσματα δεν αργούν να φανούν.
Στο άρθρο του στην εφημερίδα «New York Daily Tribune» της 1.2.1859, ο Κ. Μαρξ γράφει:
«Όποιος είδε το Βερολίνο εδώ και 10 χρόνια, δε θα το
αναγνώριζε σήμερα. Ήταν τόπος αδέξιων και χοντροκομμένων στρατιωτικών
παρελάσεων και τώρα έχει γίνει το ολοζώντανο κέντρο της γερμανικής
βιομηχανίας μηχανοκατασκευών. Διασχίζοντας τη ρηνανική Πρωσία και τη
Βεστφαλία, νομίζεις ότι βρίσκεσαι στο Lancashire ή στο Yorkshire».
Στον πολιτικό τομέα, η ενοποίηση της «Γερμανίας»
(ανύπαρκτη ακόμη επίσημα) προωθείται με τη δημιουργία του
«Βορειογερμανικού Συνδέσμου» (1867) και άλλων ανάλογων ενώσεων.
Σε σχέση με τη Γαλλία, η οικονομική πορεία της Γερμανίας παρουσιάζει τις εξής ιδιομορφίες:
α) Είναι πολύ γρήγορη. Ας πάρουμε την εξόρυξη
κάρβουνου που αποτελεί τομέα - κλειδί για το 19ο αιώνα. Η παραγωγή της
Γερμανίας περνά από τα 12.000.000 τόνους το 1860 στα 26.000.000 το 1870,
ενώ της Γαλλίας, τον ίδιο χρόνο, δεν ξεπερνούσε τα 10.000.000.
β) Είναι πολύ πιο προσανατολισμένη προς μία
«παραγωγική» και «βιομηχανική» κατεύθυνση. Η πρώτη ατμομηχανή στη
Γερμανία κατασκευάζεται - με αρκετή καθυστέρηση - το 1841 από την
εταιρεία «Borsig» που εδρεύει στο Βερολίνο (και που εξακολουθεί να
υπάρχει και σήμερα στο δυτικό τμήμα της πόλης). Το 1871, όμως, η
Γερμανία διαθέτει ήδη περισσότερες ατμομηχανές από τη Γαλλία.
Ο γαλλοπρωσικός πόλεμος
Η αντίθεση ανάμεσα στις δύο χώρες οξύνεται, καθώς η
Γαλλία βλέπει, από τη μια μεριά, έναν επικίνδυνο εμπορικό ανταγωνιστή
και, από την άλλη, έναν κίνδυνο στα ανατολικά σύνορά της.
Τα πράγματα φτάνουν ως την κήρυξη πολέμου στις 2
Αυγούστου 1870 και εξελίσσονται στο στρατιωτικό τομέα με μεγάλη
ταχύτητα. Από τις 4 Αυγούστου κιόλας, τα γαλλικά στρατεύματα
κατατροπώνονται στο Wissenburg. Στις 18 Αυγούστου, ο βασικός όγκος του
γαλλικού στρατού πολιορκείται στο Metz. Στις 27 Αυγούστου - 1 Σεπτέμβρη η
στρατιά του Μακ - Μαόν πολιορκείται στο Sedan. Στις 2 Σεπτέμβρη, και
ενώ η συντριπτική ήττα είναι ολοφάνερη, η στρατιά συνθηκολογεί με
διαταγή του αυτοκράτορα. Ανάμεσα στους αιχμαλώτους συγκαταλέγονται 40
στρατηγοί, 4.000 αξιωματικοί, 84.000 άνδρες, καθώς και ο ίδιος ο
αυτοκράτορας Ναπολέων ο 3ος. Ανεμπόδιστα, οι Γερμανοί φτάνουν μπροστά
στο Παρίσι στις 19 Σεπτέμβρη και το πολιορκούν, κυρίως από το Βορρά και
την Ανατολή.
Η οριστική ειρήνη υπογράφτηκε στη Φραγκφούρτη στις 10 Μάη 1871. Οι βασικοί της όροι ήταν οι εξής:
-
Η Γαλλία εκχωρεί στη Γερμανία το ένα πέμπτο της Λωραίνης με το Metz και όλη την Αλσατία εκτός από το Belfort και την περιοχή του.
-
Η Γαλλία υποχρεώνεται να καταβάλει στη Γερμανία πολεμική αποζημίωση 5.000.000.000 φράγκων.
-
Ο γερμανικός στρατός θα παραμείνει σε ορισμένα γαλλικά εδάφη ως την πλήρη εξόφληση των πολεμικών αποζημιώσεων. Τα γερμανικά στρατεύματα έφυγαν στις 13 Σεπτέμβρη 1873, με την καταβολή της τελευταίας δόσης των αποζημιώσεων.
Στις 18 Γενάρη του 1871, στην Αίθουσα των Κατόπτρων
των Βερσαλλιών, που έχουν καταλάβει τα γερμανικά στρατεύματα, ο βασιλιάς
της Πρωσίας Γουλιέλμος ανακηρύχτηκε διά βοής «αυτοκράτορας της
Γερμανίας» (Kaiser). Αυτό υπήρξε η ληξιαρχική πράξη γέννησης της
Γερμανίας ως ενιαίου (με την πολιτική έννοια) κράτους.
Η εξέλιξη αυτή είχε διπλό και αντιφατικό χαρακτήρα.
-
Από τη μια μεριά, προώθησε τη λύση του εθνικού προβλήματος, δημιουργώντας την ενιαία Γερμανία, στόχο του επαναστατικού - δημοκρατικού κινήματος.
-
Από την άλλη, η δημιουργία της ενιαίας Γερμανίας έγινε πάνω στη βάση όχι της επανάστασης αλλά του συμβιβασμού ανάμεσα στις κορυφές του βιομηχανικού, του τραπεζικού και του εμπορικού κεφαλαίου, τους μεγάλους γαιοκτήμονες των ανατολικών περιοχών και τη μοναρχία, επικεφαλής της πολιτικοστρατιωτικής υπαλληλικής αριστοκρατίας, όπου η αποφασιστική επιρροή ανήκει στον τελευταίο παράγοντα. Δημιουργήθηκε «ένας στρατιωτικός δεσποτισμός, στολισμένος με κοινοβουλευτικά μπιχλιμπίδια, μείγμα φεουδαρχικής ιδιοκτησίας και αστικής επίδρασης, με γραφειοκρατική θωράκιση και αστυνομική υποστήριξη», όπως γράφει ο Κ. Μαρξ, ο οποίος ήταν - ας μην το ξεχνάμε - Γερμανός.
Στην Κ. Ευρώπη δημιουργήθηκε μια νέα δύναμη
41.000.000 κατοίκων. Τα αποτελέσματα του πολέμου 1870-71 τη δυνάμωσαν
ακόμα παραπέρα. Οι πολεμικές αποζημιώσεις της Γαλλίας επιτρέπουν μια
απότομη οικονομική άνοδο. Ανάμεσα στο 1870 και το 1873, η παραγωγή
χυτοσιδήρου αυξάνεται κατά 50%, ενώ το μήκος των σιδηροδρομικών γραμμών
περνά από 18.000 χλμ. (1870) σε πάνω από 33.000 (1879). Το νέο κράτος
μετατρέπεται ταχύτατα σε μεγάλη ιμπεριαλιστική δύναμη. Στα τέλη του 19ου
αιώνα και στις αρχές του 20ού έχει ξεπεράσει και τη Μεγάλη Βρετανία και
μετατρέπεται, μαζί με τις ΗΠΑ, στον πιο δυναμικό πόλο ανάπτυξης του
παγκόσμιου καπιταλιστικού συστήματος.
Έτσι, βλέπουμε ότι πολλά από τα σπέρματα του Α' Παγκόσμιου Πολέμου βρίσκονται ήδη στην «πρώτη αναμέτρηση» του 1870-71.
Το ξέσπασμα της αντιπολίτευσης στον Ναπολέοντα
Η είδηση της συνθηκολόγησης του Sedan γίνεται γνωστή
στο Παρίσι την ίδια μέρα (2 Σεπτέμβρη) και προκαλεί μεγάλο αναβρασμό. Η
αντιπολίτευση ενάντια στον Ναπολέοντα τον 3ο, έντονη από καιρό, ξεσπά.
Το νομοθετικό σώμα του Παρισιού συνέρχεται επειγόντως και παίρνει πολλές
ριζικές αποφάσεις. Οι πιο σημαντικές είναι οι εξής:
α) Κατάργηση της μοναρχίας και εγκαθίδρυση της δημοκρατίας (4 Σεπτέμβρη).
β) Δημιουργία κυβέρνησης «Εθνικής Άμυνας».
γ) Δημιουργία Εθνοφρουράς για την υπεράσπιση της πόλης από τον κίνδυνο άμεσης κατάληψης που φαίνεται πια καθαρά.
Η κυβέρνηση βρίσκεται βασικά κάτω από την καθοδήγηση
αστών οπαδών του ρεπουμπλικανικού καθεστώτος (L. Gambetta, Jules Ferry,
J. Favre κλπ.). Η Εθνοφρουρά αποτελείται βασικά από ένοπλους εργάτες και
μικροαστούς.
Με την εμφάνιση των Πρώσων (19 Σεπτέμβρη) αρχίζει η
πολιορκία της πόλης. Καθώς ο καιρός περνά και οι στερήσεις δυναμώνουν,
στις γραμμές των υπερασπιστών της πόλης εμφανίζονται σοβαρές διαμάχες. Η
αστική τάξη, στο Παρίσι και όλη τη Γαλλία, ζητά μια άμεση ειρήνη με
τους Πρώσους, όποιοι και αν είναι οι όροι. Αντίθετα, οι εργάτες και οι
«αριστεροί» μικροαστοί του Παρισιού ζητούν συνέχιση της αντίστασης,
δηλαδή για να χρησιμοποιήσουμε έναν όρο της εποχής μας, τάσσονται υπέρ
του λαϊκού πολέμου μέχρις εσχάτων. Σε όλη τη Γαλλία, όπου οι Γερμανοί
αποφεύγουν να επεκταθούν, παρουσιάζεται μια γενική κινητοποίηση των
αντιδραστικών δυνάμεων, εμφανίζεται, μάλιστα, ένα πλατύτατο μοναρχικό
ρεύμα. Η κατάσταση αυτή είχε σαν αποτέλεσμα, ανάμεσα στα άλλα, την
παράλυση σε μεγάλο βαθμό των αμυντικών προσπαθειών.
Στις 28 Γενάρη 1871, η κυβέρνηση Εθνικής Άμυνας
υπογράφει ανακωχή με τους Γερμανούς. Η ανακωχή αυτή δεν είναι τίποτε
άλλο από πλήρης συνθηκολόγηση. Η συνθήκη προβλέπει παράδοση των οχυρών
και διάλυση του τακτικού στρατού.
Η αναγγελία της ανακωχής προκαλεί την ανοιχτή
εκδήλωση των αντιθέσεων στους κόλπους των υπερασπιστών της πόλης. Η
Εθνοφρουρά αρνείται να παραδοθεί και συγκεντρώνει τα κανόνια της (που
είχαν κατασκευαστεί με έρανο των κατοίκων και όχι με κρατικά κονδύλια)
στο λόφο της Μονμάρτης. Σε πολλές περιοχές του Παρισιού δημιουργείται
επαναστατικός αναβρασμός.
Η κατάσταση επιδεινώνεται ακόμη περισσότερο, με τις
εκλογές που γίνονται στις 7 του Φλεβάρη για την ανάδειξη Εθνοσυνέλευσης
που θα επικύρωνε την ανακωχή, αλλά και τους όρους της συνθήκης ειρήνης
που θα υπογραφόταν. Στην Εθνοσυνέλευση κυριαρχούν συντριπτικά οι
αντιδραστικές δυνάμεις των άκρων. Από τους 700 αντιπροσώπους, οι 375
είναι ανοιχτά μοναρχικοί, ενώ όλοι οι άλλοι - με ελάχιστες εξαιρέσεις -
ανήκουν στην άκρα Δεξιά των μεγαλοαστικών κομμάτων. Η Εθνοσυνέλευση
συνέρχεται στο Bordeaux. Σχηματίζεται κυβέρνηση με επικεφαλής τον Adolfe
Thiers (πιο γνωστό με το εξελληνισμένο όνομα Θιέρσος), που
εξουσιοδοτείται να αρχίσει διαπραγματεύσεις με τους Γερμανούς για την
άμεση υπογραφή συνθήκης ειρήνης.
Στις 26 Φλεβάρη γίνονται γνωστοί οι προκαταρκτικοί
όροι της συνθήκης ειρήνης. Οι όροι επικυρώνονται από την Εθνοσυνέλευση
του Bordeaux την 1η Μάρτη. Την ίδια ημέρα ο γερμανικός στρατός
εισέρχεται στο Παρίσι και καταλαμβάνει τα φρούρια της βόρειας και
ανατολικής πλευράς της πόλης.
Η Κομμούνα στο προσκήνιο
Στο Παρίσι, η κατάσταση έχει πια φτάσει σε εκρηκτικό
σημείο. Η Εθνοφρουρά και τα επαναστατικά στοιχεία έχουν εξοργισθεί με τη
σύνθεση της Εθνοσυνέλευσης και με την πολιτική της. Απορρίπτουν την
ανακωχή και τη συνθήκη ειρήνης και γίνεται μάλιστα και λόγος για ένοπλη
αντίσταση.
Η κυβέρνηση προσπαθεί να προλάβει τις εξελίξεις. Στις
18 Μάρτη κυβερνητικά στρατεύματα εισβάλλουν στις εργατικές συνοικίες
και περικυκλώνουν τη Μονμάρτη, απαιτώντας την παράδοση των όπλων της
Εθνοφρουράς. Όταν συναντούν άρνηση, διατάσσεται γενική επίθεση. Οι
στρατιώτες, όμως, αρνούνται να υπακούσουν.
Αυτή είναι η αρχή της εξέγερσης. Οι εξεγερμένοι
καταλαμβάνουν το Δημαρχείο, ενώ η εξουσία περνά στα χέρια της Κεντρικής
Επιτροπής της Εθνοφρουράς. Στις 20 Μάρτη γίνονται προσπάθειες εξέγερσης
και σε άλλες πόλεις. Οι προσπάθειες αποτυχαίνουν.
Η κυβέρνηση της Γαλλίας μεταφέρεται στις Βερσαλλίες (17χλμ. δυτικά του Παρισιού) που οι Γερμανοί έχουν, στο μεταξύ, εκκενώσει.
Στις 26 Μάρτη, εκλέγεται η Παρισινή Κομμούνα και στις 28 ανακηρύσσεται πανηγυρικά και επίσημα σε κυβέρνηση.
Η κυβέρνηση των Βερσαλλιών, μόλις βεβαιώνεται για την
υπεροχή της, αρνείται κάθε σχέση με την Κομμούνα και αποκλείει το
Παρίσι. Έτσι, σχηματίζονται δύο κυβερνήσεις. Η Κομμούνα, που εδρεύει στο
Παρίσι και αντιτίθεται στη συνθηκολόγηση και οι Βερσαλλίες, που είναι
υπέρ της άμεσης συνθηκολόγησης.
Στις 21 Μάη τα στρατεύματα του στρατηγού Μακ - Μαόν -
του νικημένου του Sedan - αρχίζουν γενική επίθεση ενάντια στο Παρίσι.
Πρόκειται για στρατιωτική επίθεση καλά προετοιμασμένη. Στηρίζεται στην
κινητοποίηση 130.000 καλά οπλισμένων και εκπαιδευμένων στρατιωτών που
υποστηρίζονται από μεγάλες μονάδες βαρέος πυροβολικού. Απέναντί τους
βρίσκονται 10.000 Εθνοφρουροί και γύρω στις 20.000 «Ομόσπονδοι», άσχημα
οπλισμένοι και εφοδιασμένοι.
Η επίθεση προχωρά γρήγορα διασχίζοντας τις εύπορες
συνοικίες του Δ. Παρισιού. Προσκρούει, όμως, σε σκληρή αντίσταση όσο
προχωρεί στο κέντρο της πόλης. Οι μάχες για την κατάληψη της πόλης
κράτησαν συνολικά μία εβδομάδα, από τις 21 ως τις 28 Μάη, που έμεινε
στην ιστορία με το όνομα «Ματωμένη Εβδομάδα». Η σύγκρουση πήρε γρήγορα
αγριότατο και αιματηρότατο χαρακτήρα. Τελικά, οι κυβερνητικές δυνάμεις
συνέτριψαν την Κομμούνα, με την κατάληψη των τελευταίων οδοφραγμάτων της
στην οδό Ραμπονό στις 28 Μάη.
Οι αντιθέσεις και ο πόλεμος
Το ότι ο πόλεμος του 1871 έπαιξε καθοριστικό ρόλο
στην Κομμούνα αυτό κανείς δεν το αμφισβητεί. Ο Λένιν γράφει ότι «η
βροντή των κανονιών στο Παρίσι ξύπνησε τα πιο καθυστερημένα τμήματα του
προλεταριάτου από τη βαθιά τους νάρκη, δίνοντας παντού ώθηση στην
επαναστατική σοσιαλιστική προπαγάνδα».
Ζώντας τα γεγονότα, ο Κ. Μαρξ μελέτησε συστηματικά
και τις συγκεκριμένες επιπτώσεις των γαλλογερμανικών αντιθέσεων στην
Κομμούνα. Γενικά, ο Μαρξ επισημαίνει δύο παράγοντες στη στάση της
Γερμανίας:
α) Συνεργασία με τη Γαλλία για τη συντριβή της
Κομμούνας. Η στάση αυτή υπαγορεύθηκε από το ταξικό ένστικτο της αστικής
τάξης που καταλαβαίνει ότι η ανατροπή της σε μια χώρα είναι κακό
παράδειγμα για τις υπόλοιπες.
β) Απροθυμία άμεσης εμπλοκής. Ο Μαρξ γράφει ότι ο
Μπίσμαρκ «ήταν διατεθειμένος να κάνει ό,τι μπορούσε για να τους
συμπαρασταθεί (σ.σ. στους Θιέρσο και Favre) εκτός από το να
διακινδυνεύσει τη ζωή Γερμανών στρατιωτών - όχι γιατί εκτιμούσε τη ζωή
όταν επρόκειτο να αποσπάσει κάτι - αλλά ήθελε να δει τη Γαλλία να πέφτει
ακόμα χαμηλότερα, ώστε να μπορεί να της αποσπάσει πιο πολλά».
Το σύνολο αυτών των παραγόντων έκανε τη γερμανική
πολιτική ασταθή και ασυνεπή. Ο Μπίσμαρκ αρνήθηκε να επέμβει ο ίδιος,
έδωσε όμως τη δυνατότητα στην κυβέρνηση των Βερσαλλιών να σχηματίσει
στρατιωτικές δυνάμεις από τους αιχμαλώτους. Επέτρεψε τη διέλευση
τροφίμων για το Παρίσι - έστω και σε περιορισμένες ποσότητες - αλλά
επιτρέπει και στα στρατεύματα των Βερσαλλιών να περάσουν τις γερμανικές
γραμμές και να χτυπήσουν την Κομμούνα από τα νώτα. Ο Μαρξ αναφέρει τη
σύλληψη 500 ατόμων στη Rouen - που κατέχουν οι Γερμανοί - με την
κατηγορία ότι ανήκουν στην Κομμούνα. Η Ανώτατη Διοίκηση του Γερμανικού
Στρατού είχε δώσει ρητές εντολές, οι πρόσφυγες της Κομμούνας να
συλλαμβάνονται και να παραδίνονται στην κυβέρνηση των Βερσαλλιών.
Μαρτυρούνται, ωστόσο, πολλά παραδείγματα που οι Γερμανοί στρατιώτες και
αξιωματικοί έκαναν «στραβά μάτια». Ο Φ. Ενγκελς επαινεί ιδιαίτερα τη
στάση του Σαξονικού Εκστρατευτικού Σώματος.
Πρέπει, επίσης, να σημειωθεί ότι ο Μπίσμαρκ, με το να
απευθυνθεί στην κυβέρνηση του Θιέρσου και να ζητήσει την άμεση έναρξη
διαπραγματεύσεων, της έδινε ipso facto (εκ των πραγμάτων) μεγαλύτερο
κύρος και επιρροή.
Γι' αυτή του τη στάση, ο Κ. Μαρξ αποκάλεσε τον «Σιδηρούν» Καγκελάριο, «δολοφόνο επί πληρωμή».
Εδώ θα έπρεπε να σημειώσουμε και μία σημαδιακή
λεπτομέρεια: Η Κομμούνα σαν αποτέλεσμα του γαλλοπρωσικού πολέμου άσκησε -
σαν ιδέα - μεγάλη επιρροή. Η πρόβλεψη μιας τέτοιας εξέλιξης σε
περίπτωση παγκόσμιου πολέμου περιέχεται στην Απόφαση του Συνεδρίου της
Βασιλείας της 2ης Διεθνούς (1912) και επαληθεύτηκε 100% πέντε χρόνια
αργότερα. Οι στροφές της ιστορίας το έφεραν έτσι που η πρόβλεψη
επαληθεύτηκε ακριβώς τότε, όταν αυτοί που την είχαν κάνει είχαν πάψει
πια να την πιστεύουν...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου