Άρθρο
γραμμένο στα 1927, στο οποίο ο μεγάλος δάσκαλος και στοχαστής Δημήτρης Γληνός
αναλύει πως χρησιμοποιούνται από την άρχουσα τάξη ο τύπος, το σχολείο και η
εκκλησία, για να δυναμώσει και να εδραιώσει την κυριαρχία της στο κοινωνικό σύστημα.
Ο
άνθρωπος έχει ανάγκη να πιστέβει σε μερικά απόλυτα πράματα. Με τη διαφορά, πως
και η πίστη του, και τα πράματα που πιστέβει, δεν είναι εξαρτημένα από τον
ίδιο, παρά από την εποχή του. Οι αλήθειες, είναι κι αυτές φυτά, που ανθούν σε ωρισμένο
έδαφος και το έδαφος το κοινωνικό αλλάζει αδιάκοπα. Τότες οι αλήθειες γίνονται
ψέματα ή τουλάχιστο φαίνονται πόσο είναι σχετικές και όχι απόλυτες. Ο
απλοϊκός άνθρωπος της εποχής μας — και στον όρο ο απλοϊκός περιλαβαίνονται όχι
μόνο οι αγράμματοι, παρά και οι πολύ γραμματισμένοι, που είναι αδιαφώτιστοι σε
ορισμένα ζητήματα — πιστέβει ακόμη για αλήθειες απόλυτες τρία ψέματα. Το πρώτο
ψέμα είναι η «Κοινή Γνώμη, το δεύτερο ψέμα είναι «η παιδεία επάνω από τις
κοινωνικές τάξεις» και το τρίτο ψέμα
είναι «η Εκκλησία κοινή μητέρα όλων των ανθρώπων».
Ότι
αυτά είναι ψέματα το κατάλαβαν πρώτα πρώτα οι πνευματικοί πρόμαχοι των αδικημένων.
Μα τώρα πια το κηρύχνουν φανερά και οι εκμεταλλευτές. Γιατί με όλη την
απλότητα, την αφέλεια και τον άβλαβο τόνο που διατυπώνεται η φράση, που αναφέραμε
στην αρχή από μια αντιδραστική εφημερίδα της Αθήνας («Δια τον διαφωτισμόν του πλήθους
η σημερινή κοινωνία διαθέτει επαρκέστατα όργανα. Ο τύπος, η παιδεία, ο κλήρος
είναι μεταξύ αυτών». Εφημερίδα «Εστία», 3 Οκτωβρίου 1927), τί άλλο λέει παρά πως
ο τύπος, το σχολειό και η εκκλησία είναι όργανα της σημερινής κοινωνικής
διάρθρωσης, δηλαδή όργανα μιας μερίδας, που άρχει και τα χρησιμοποιεί για να
δυναμώνει και να παρατείνει την κυριαρχία της;
Τί
είναι η «Κοινή Γνώμη;» Στις στήλες των εφημερίδων παρουσιάζεται σαν μια οντότητα
υπέρτατη, ο ανώτατος διαιτητής και διευθυντής για κάθε αντιγνωμία. Τη γράφουν με
κεφαλαία αρχικά. Η «Κοινή Γνώμη» απαιτεί αυτό, η «Κοινή Γνώμη» φρονεί εκείνο.
Για τις εφημερίδες είναι η πηγή της δύναμης. Αυτές εκπροσωπούν την «Κοινή
Γνώμη». Όχι τη δική τους. Όχι τα συμφέροντα ή τα πάθη των ανθρώπων που γράφουν
την εφημερίδα. Όχι τις υστεροβουλίες τους, τις πονηριές τους, τις συμπάθειες ή αντιπάθειές
τους, και τις περισσότερες φορές το πλερωμένο συμφέρο τους. Και οι πιο
κομματικές και φατριαστικές εφημερίδες τη θεά αυτή παρουσιάζουν στο κοινό και
μιλάνε στόνομά της.
Υπάρχει
όμως «Κοινή» γνώμη;» Λίγο αν εξετάσει κανείς βαθύτερα το ζήτημα, θά ιδεί πως
τέτιο πράμα δεν υπάρχει. Πάρετε το πολιτειακό πρόβλημα. Κοινή Γνώμη δεν υπάρχει.
Άλλοι θέλουν τη Βασιλεία, άλλοι τη Δημοκρατία, άλλοι το Σοβιετικό Σύστημα. Πάρετε
το οικονομικό πρόβλημα. Άλλοι θέλουν να φορολογιέται το κεφάλαιο, άλλοι θέλουν
την έμμεση φορολογία. Άλλοι θέλουν προστατεφτικό δασμολόγιο, άλλοι θέλουν
ελεύτερο εμπόριο, οι ενοικιαστές θέλουν ενοικιοστάσιο, οι ιδιοχτήτες δεν το θέλουν.
Άλλοι θέλουν μοιρασιά στα
χτήματα χωρίς αποζημίωση, άλλοι θέλουν μεγάλα χτήματα ή μεγάλες αποζημιώσεις. Που
είναι η Κοινή Γνώμη;
Πάρετε
το στρατιωτικό ζήτημα. Άλλοι θέλουν μεγάλες δαπάνες για το στρατό και το στόλο,
γενική και μακρόχρονη στρατολογία. Άλλοι πάλι θέλουν κατάργηση των εξοπλισμών, εφεδρικό
μόνο στρατό, μικρότατη στρατιωτική θητεία. Πού είναι η Κοινή Γνώμη; Πάρετε το εκπαιδευτικό
πρόβλημα. Άλλοι θέλουν πλατιά και μακρόχρονη λαϊκή παιδεία, κοινή για όλα τα
παιδιά, άλλοι πάλι θέλουν να χωρίζονται νωρίς τα παιδιά, πού θα πάνε στη Μέση Παιδεία.
Άλλοι θέλουν τη συντήρηση του παλιού Βαβαρικού συστήματος, και άλλοι τη ριζική αλλαγή
του. Άλλοι θέλουν την καθαρέβουσα μόνο, άλλοι τη δημοτική μόνο, άλλοι και τη
δημοτική και την καθαρέβουσα, καί άλλοι τη μιχτή. Που είναι η Κοινή Γνώμη; Και
όχι μόνο στα γενικά, ακόμη και σε ειδικά ζητήματα είναι πολύ δύσκολο να πει
κανείς πως υπάρχει «Κοινή Γνώμη.» Είναι λοιπόν φανερό, πως όσοι βάζουν μπροστά
το είδωλο αυτό για να δώσουν κύρος στη δική τους γνώμη, μεταχειρίζονται ένα
ψέμα, τις περισσότερες φορές συνειδητό.
Ίσως
όμως θα μπορούσε να πει κανείς, πώς Κοινή Γνώμη είναι η γνώμη των περισσότερων.
Μα πρώτα πρώτα, αν ακριβολογήσει κανείς, και η γνώμη της
πλειονοψηφίας δε μπορεί να ονομαστεί «κοινή.» Και έπειτα ποιος απ' αυτούς που
μεταχειρίζονται το είδωλο, εξακριβώνει πρώτα την πλειονοψηφία; Ας αφήσουμε το άλλο ζήτημα, αν δηλ. οι πολλοί
στοχάζονται και σωστά ή τί θα στοχαστούν, άμα διαφωτιστούν απάνω σένα ζήτημα και
δε μιλάνε πρόχειρα και με υποβολή της συνήθειας ή της αυθεντίας. Και τί υπάρχει
λοιπόν, αν δεν υπάρχει Κοινή Γνώμη; Υπάρχει η γνώμη των μερίδων, των κομμάτων,
των ομάδων, πού στα γενικά ζητήματα ανάγονται όλες «κατ’ έσχατον λόγον», σε
γνώμη ή σε συμφέροντα κοινωνικών τάξεων.
Και
αφού είναι έτσι το πράμα, οι πιο αληθινοί είναι εκείνοι, που το ομολογούν, οι
σοσιαλιστές. Οι άλλοι μεταχειρίζονται συνειδητά ή ασυνείδητα, και το
περισσότερο πια συνειδητά, ένα ψέμα. Ας μη γελιούμαστε λοιπόν. Δεν υπάρχει ένας
«τύπος», μια «Κοινή Γνώμη». Η κάθε Εφημερίδα είναι όργανο ωρισμένων
συμφερόντων. Και όποιος τη διαβάζει πρέπει να το ξέρει και να παίρνει θέση, αφού
κρίνει σε ποια τάξη ανήκει ο ίδιος, και τι σημασία έχουν για την τάξη του και το
κοινωνικό ιδανικό της τα όσα λέει η κάθε εφημερίδα.
Μα
ενώ στο ζήτημα του Τύπου το πρόβλημα φαίνεται απλούστερο, παρουσιάζεται όμως δυσκολότερο
στην Παιδεία. Βέβαια στη σημερινή εποχή, πού ο ανταγωνισμός βρίσκεται σε τόσο οξύ
σημείο, το ομολογούν πια άθελα και οι πιο υποκριτές, πως θέλουν το σχολείο
όργανο τους. Το βλέπουν να χάνεται και στη λύσσα τους και στο φόβο τους απάνω,
προδίνουν το μεγάλο μυστικό. Το «σχολείο» όργανο διαφωτισμού για να συντηρήσει
τη σημερινή κοινωνική διάρθρωση. Ο κίντυνος είναι στο σχολείο! φωνάζουν. Εκεί
περισσότερο παρά στον άμεσο κομουνιστικό αγώνα. Κάθε τι, που βλέπουμε να
γίνεται στις μέρες μας, οι υστερικές κραυγές και η συκοφαντική μανία των αντιδραστικών
εφημερίδων, τα χωρίς ντροπή μανιφέστα των Πανεπιστημίων, των φιλοσοφικών
Σχολών, των φιλολογικών Παρνασσών, των Ιερών Συνόδων, οι δονκιχώτικες καυχησιολογίες
τών μαλλιαροφάγων Υπουργών, όλα τα φερσίματα αυτά ενός πανικόβλητου συφερτού
παράσιτων, όλα βροντοφωνούν την ομολογία, πως το σχολείο είναι και πρέπει να
είναι, το θέλουν να είναι όργανο για τα συμφέροντα της άρχουσας
τάξης. Και μόνο κάποιοι ομφαλοσκόποι
ή συνειδητά ψέφτες «π α ι δ α γ ω γ ο ί», αρνούνται εκείνο, που κανένας πια δεν
κρύβει.
Και
την αλήθεια αυτή την είπαν πρώτοι οι σοσιαλιστές. Γιατί αυτοί β λ έ π ο υ ν εκεί
που οι άλλοι ονειρέβονται. Κάτω λοιπόν τα ψέματα όλα. Είμαστε σύμφωνοι. Το
Σχολείο το θέλετε σεις όργανο της κυριαρχίας σας. Και μεις αγωνιζόμαστε να σας
το πάρουμε. Γιατί εμείς αγωνιζόμαστε για μια δικαιότερη κι ανθρωπινότερη
κοινωνία. Λιγότερο υποκριτική. Λιγότερο απάνθρωπη. Και η δύναμη θά περάσει αργά
ή γρήγορα στο μέρος της δικαιοσύνης.
Μα
και η Εκκλησία ακόμη; Ναι και η Εκκλησία. Το λένε οι ίδιοι. Δεν το λέμε εμείς
πια. Ο κλήρος όργανο διαφωτισμού για τη συντήρηση της σημερινής κοινωνικής διάρθρωσης.
Δεν τους συνέτισε ή Ιστορία. Και φωνάζουν έπειτα, πως προσβάλλεται η θρησκεία.
Μα αν η θρησκεία θέλει όλους τους ανθρώπους αδελφούς και τέκνα του Κυρίου, θέλει
άραγε, όπως υποστήριζαν άλλοτε οι λειτουργοί του Κυρίου, άλλοι να γενιούνται δούκες
και βαρώνοι και κόμητες με φέουδα και με προνόμια, κι άλλοι να γενιούνται
γυμνοί και πεινασμένοι και να περνάνε όλη τους τη ζωή σε μιαν επίγεια κόλαση;
Και όμως η Εκκλησία στάθηκε ο πιο πιστός και αφοσιωμένος, ο πιο φανατικός, ο πιο
επίμονος, ο πιο σκληρός σύμμαχος της φεουδαρχίας επί δέκα αιώνες.
Και
τώρα πάλι ρίχνεται στον κοινωνικό αγώνα με όλα τα όπλα του συσκοτισμού και τού
φανατισμού. Γιατί; Τί δουλειά έχει η θρησκεία μέσα στους κοινωνικούς αγώνες; Οι
μεγαλύτεροι εχθροί της είναι εκείνοι πού τη σπρώχνουν σαυτό. Οι μεγαλύτεροι
φίλοι της εκείνοι, που την αποτρέπουν. Και ενώ οι πραγματικοί λειτουργοί του
Κυρίου έπρεπε να θεωρούν για τη μεγαλύτερη συμφορά και κατάρα την ανάμιξη της θρησκείας
στην κοινωνική πάλη, αυτοί λυσσομανούν ενάντια σεκείνους, που θέλοντας ίσα ίσα
να κρατήσουν έξω από το σκληρό αυτόν αγώνα τη θρησκεία, ζητούν το χωρισμό εκκλησίας
και κράτους, το χωρισμό της θρησκευτικής αγωγής από την άλλη παιδεία.
Πώς
λοιπόν δεν είναι φανερό, πως οι ίδιοι αυτοί οι λειτουργοί του Κυρίου κατεβάζουν
τη θρησκεία και την κάνουν να υπηρετεί τα υλικά συμφέροντα και την κυριαρχία ωρισμένης
κοινωνικής τάξης; Και με το φέρσιμό τους αυτό δε διώχνουν εκείνους, που υποστηρίζουν,
πως πάντα η οργανωμένη θρησκεία, δηλαδή η εκκλησία, ήταν το κυριότερο πνευματικό
όπλο της κοινωνικής τυραννίας; Ας έχουν λοιπόν το θάρρος τότε να ομολογήσουν
άμεσα την αλήθεια. Ναί! Και τη θρησκεία τη θέλουν όργανο ταξικών συμφερόντων. Αυτοί
είναι που καταλύουν τον υπερκόσμιο και καθολικό χαραχτήρα της.
Όσο
σκληρές και αν φαίνονται αυτές οι αλήθειες, όσο κιαν μας ξαφνίζουν πρέπει να συνειθίζουμε
να τις βλέπουμε κατάματα. Είναι μαλακό το προσκέφαλο της πλάνης. Μα όποιος παρακοιμάται
απάνω σαυτό φτάνει στο θάνατο.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ
ΓΛΗΝΟΣ
Το άρθρο του Δημήτρη Γληνού δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Αναγέννηση» που
εκδιδόταν και διευθυνόταν από τον ίδιο. Τεύχος 3ο, χρονιά Β’,
Νοέμβρης 1927. Είχε τίτλο: «ΓΙΑ ΝΑ ΚΑΤΑΝΟΟΥΜΕ ΤΗΝ ΕΠΟΧΗ ΜΑΣ - ΤΥΠΟΣ, ΠΑΙΔΕΙΑ, ΚΛΗΡΟΣ».
Η αντιγραφή στο ιστολόγιο έγινε από το βιβλίο: «ΔΗΜΗΤΡΗ ΓΛΗΝΟΥ, εκλεκτές σελίδες» τόμος τρίτος, β’
έκδοση, εκδ. ΣΤΟΧΑΣΤΗΣ, Αθήνα 1972.
(Η
ορθογραφία και η επισήμανση λέξεων με αραιούς χαρακτήρες είναι του
συγγραφέα. Τα bold
του Οικοδόμου.)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου