Δευτέρα 23 Ιανουαρίου 2012

Η Ψωροκώσταινα

Το όνομα «Ψωροκώσταινα» το χρησιμοποιούμε σήμερα, όταν θέλουμε να περιγράψουμε την ανέχεια και τη φτώχεια και ειδικότερα όταν θέλουμε να καταδείξουμε κάποιον ή κάτι ως τον «φτωχό συγγενή» ενός συνόλου, ή με άλλα λόγια τον «τελευταίο τροχό της αμάξης». Στις μέρες μας, συνήθως χρησιμοποιούμε απαξιωτικά αυτή τη λέξη όταν πρόκειται να...... στηλιτευθεί μια κακομοιριά, υποχωρητικότητα, ανοργανωσιά, αδυναμία και φτώχεια που κάποιοι θεωρούν ότι χαρακτηρίζει την Ελλάδα της νεότερης ιστορίας.

   Όμως, η Ψαροκώσταινα ή Ψωροκώσταινα, ήταν ένα υπαρκτό πρόσωπο της νεοελληνικής ιστορίας και μάλιστα μια ηρωική και αξιέπαινη γυναίκα στα χρόνια της Επανάστασης του 1821.

   Όταν το 1821 καταστράφηκε η πόλη των Κυδωνιών, της Μικράς Ασίας, μετά από την αποτυχημένη επαναστατική κίνηση που επιχειρήθηκε, ο πληθυσμός της σφάχτηκε και το σύνολό του εγκατέλειψε την όμορφη πόλη με ντόπια ή ψαριανά καράβια. Στην χαλασιά αυτή κατάφερε να σωθεί η Πανωραία Χατζηκώστα, μια όμορφη αρχόντισσα με μεγάλη περιουσία. Κατά αγαθή συγκυρία ένας ναύτης τη βοήθησε και μαζί με άλλους την ανέβασαν σ’ ένα καράβι που ξεμπάρκαρε στα Ψαρά.

   Τόσο τον άντρα της, τον Κώστα Αϊβαλιώτη, που ήταν πλούσιος έμπορος, όσο και τα παιδιά της, τους έσφαξαν μπρος τα μάτια της οι Τούρκοι. Στα Ψαρά λοιπόν, όπου βρέθηκε (γι’ αυτό ονομάστηκε Ψαροκώσταινα) πάμφτωχη και ολομόναχη, οι συντοπίτες της και κυρίως ο Βενιαμίν ο Λέσβιος (δάσκαλος της Ακαδημίας των Κυδωνιών) την βοήθησαν και την προστάτεψαν.

   Η Πανωραία σύντομα άφησε τα Ψαρά και φθάνει στην τότε πρωτεύουσα του ελληνικού κράτους, το Ναύπλιο. Εκεί την ακολούθησε κι εγκαταστάθηκε και ο Βενιαμίν ο Λέσβιος. Στην αρχή όλα πήγαιναν καλά, αφού ζούσε από τις υπηρεσίες τις οποίες προσέφερε στον δάσκαλο και φιλόσοφο Βενιαμίν Λέσβιο, ο οποίος παρέδιδε μαθήματα για να ζήσει. Τον Αύγουστο του 1824 όμως, ο Βενιαμίν ο Λέσβιος πέθανε από τύφο. Από τότε για την Πανώρια άρχισε ένας δυσβάστακτος αγώνας επιβίωσης. Μόνη και άγνωστη, βγάζει το ψωμί της πότε κάνοντας την αχθοφόρο, πότε την πλύστρα και πότε χάρη στην ελεημοσύνη όσων την συμπονούσαν.

   Την περίοδο εκείνη η Επανάσταση δοκιμαζόταν από την επέλαση του Ιμπραήμ, ο οποίος εκτός από τις άλλες καταστροφές άφηνε στο πέρασμά του και εκατοντάδες ορφανά που συγκεντρώνονταν στο Ναύπλιο. Παρά τα προβλήματά της, η Πανώρια ζήτησε και πήρε υπό την προστασία της παιδιά ορφανά. Για να τα θρέψει περνούσε από σπίτι σε σπίτι και ζητιάνευε. Είχε παραμελήσει σε τέτοιο βαθμό τον εαυτό της, που τα αλητάκια της παραλίας την πείραζαν και την φώναζαν Ψωροκώσταινα. Το 1826 έγινε έρανος στο Ναύπλιο για να βοηθήσουν το μαχόμενο Μεσολόγγι. Έτσι μια Κυριακή, στήθηκε στη κεντρική πλατεία ένα τραπέζι και οι υπεύθυνοι του εράνου ζητούσαν από τους κατεστραμμένους, πεινασμένους και χαροκαμένους Έλληνες να βάλουν πάλι το χέρι στην τσέπη για να βοηθήσουν τους μαχητές και τους αποκλεισμένους του Μεσολογγίου. Αλλά λόγω της φτώχειας και της εξαθλίωσης κανείς δεν πλησίαζε το τραπέζι. Όλων τα σπίτια δύσκολα τα έφερναν πέρα. Τότε η φτωχότερη όλων, η χήρα Χατζηκώσταινα, η Πανωραία, έβγαλε το ασημένιο δαχτυλίδι που φορούσε στο δάχτυλό της και ένα γρόσι που είχε στην τσέπη της και τα ακούμπησε στο τραπέζι της ερανικής επιτροπής, λέγοντας «Δεν έχω τίποτα άλλο από αυτό το ασημένιο δαχτυλίδι κι αυτό το γρόσι. Αυτά τα τιποτένια προσφέρω στο Μεσολόγγι».

   Ύστερα απ’ αυτή την απρόσμενη χειρονομία, κάποιος από το πλήθος φώναξε: «Για δείτε, η πλύστρα η Ψωροκώσταινα πρώτη πρόσφερε τον οβολό της» κι αμέσως το φιλότιμο πήρε και έδωσε. Άρχισαν να αποθέτουν στο τραπέζι του εράνου λίρες, γρόσια και ασημικά. Αυτή ήταν η εξέλιξη της φτωχής προσφοράς της πλύστρας Χατζηκώσταινας, που από εκείνη τη στιγμή απαθανατίστηκε «επίσημα» πλέον, με το παρανόμι «Ψωροκώσταινα».

   Η πλύστρα Πανωραία όμως, δεν έδινε μόνο μαθήματα πατριωτισμού, αλλά και ανθρωπιάς, καθώς το ελάχιστο εισόδημά της το μοιραζόταν με ορφανά παιδιά αγωνιστών. Όταν μάλιστα ο Καποδίστριας ίδρυσε ορφανοτροφείο, προσφέρθηκε – γριά πια και με σαλεμένο τον νου από τον πόνο και τις στερήσεις – να πλένει τα ρούχα των ορφανών χωρίς καμιά αμοιβή.

   Και εκεί που άρχισε να χαίρεται για τα «παιδιά της» που είχαν βρει ρούχα και φαγητό, λίγους μόλις μήνες μετά τη λειτουργία του ιδρύματος η Πανώρια πέθανε. Οι επίσημοι δεν την τίμησαν. Την τίμησαν όμως με τον καλύτερο τρόπο τα παιδιά του ορφανοτροφείου, τα οποία μέσα σε λυγμούς την συνόδευσαν ως την τελευταία της κατοικία.

  Για το πώς η Ψωροκώσταινα έγινε «σύμβολο» υπάρχει και μια άλλη εκδοχή, η οποία μάλλον οφείλεται στην αγάπη που έτρεφε ο απλός κόσμος για την Πανώρια. Σύμφωνα με αυτήν, η Ψωροκώσταινα, όπως την έλεγαν λόγω της φτώχειας της, ήταν σύζυγος αγωνιστή. Δεν είχε καμία βοήθεια από πουθενά και ζητιάνευε στους δρόμους του Ναυπλίου. Κάποια στιγμή την είδε ο Καποδίστριας και της έδωσε κάτι. Τότε εκείνη, κατανοώντας το οικονομικό αδιέξοδο της χώρας, έδωσε στον κυβερνήτη όσα χρήματα είχε συγκεντρώσει. Ο Καποδίστριας συγκινήθηκε από τη χειρονομία και έδωσε εντολή να συνταξιοδοτηθεί.

   Γιατί όμως έγινε πανελλήνια γνωστό το παρατσούκλι της Πανωραίας; Στην εποχή του Καποδίστρια σε μια συνεδρίαση της Συνέλευσης, κάποιος παρομοίασε το Ελληνικό Δημόσιο με την Ψωροκώσταινα. Ο συσχετισμός «άρεσε» και κάθε φορά που αναφερόντουσαν στο θέμα του Δημοσίου το ονόμαζαν «Ψωροκώσταινα». Λίγο αργότερα όταν ανέλαβαν την εξουσία οι Βαυαροί και διέλυσαν τα άτακτα στρατιωτικά τμήματα των αγωνιστών της Επανάστασης του 1821, η φράση «τι να περιμένει κανείς από την Ψωροκώσταινα;» πέρασε στην ιστορία. Οι αγωνιστές αποκαλούσαν την αντιβασιλεία ειρωνικά «Ψωροκώσταινα» και οι Βαυαροί από την πλευρά τους όταν ήθελαν να απαντήσουν σε όσους ζητούσαν τη βοήθεια του κράτους για να συντηρηθούν έλεγαν περιφρονητικά: «Όλοι από την Ψωροκώσταινα ζητούν να ζήσουν». Το παρατσούκλι το οποίο απέδιδε την άθλια οικονομική κατάσταση της χώρας, από τότε και έως τις ημέρες μας αναφέρεται συχνά.

Μάλιστα το 1942, κατά τη συνεδρίαση της πρώτης Βουλής κάποιος βουλευτής χαρακτήρισε και πάλι την Ελλάδα Ψωροκώσταινα. Όλοι είχαν αποδεχθεί πλέον τον χαρακτηρισμό. Έναν περιφρονητικό χαρακτηρισμό ο οποίος έγινε αποδεκτός και στη σημερινή πολιτική ορολογία.

Αναδημοσίευση από το http://blogaroume.blogspot.com 

6 σχόλια:

kariatida62 είπε...

Nαι την είχα διαβάσει την ιστορία της!
Παρόμοια με πολλών άλλων αγωνιστών της Ελληνικής Επανάστασης.

dimitris είπε...

Οικοδομε καλημερα, ενας ''τιτλος'' που στο σημερα, ειναι ''γραμμα κενο'', η χωρα ειναι πολυ πλουσια απο μορφωμενους κατοικους, εχει τις δυνατοτητες να ειναι αυταρκης για την διατροφη της, αλλα και να εξαγει και εχει πορους στο υπεδαφος της που την κατατασουν στις πλουσιοτερες χωρες του κοσμου, ΑΛΛΑ ΑΥΤΗ Η ΧΩΡΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗ ΤΗΣ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΤΟΥΡΚΟΥΣ, ΕΧΕΙ ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ ΠΟΥ ΤΗΝ ''ΚΥΒΕΡΝΟΥΝ'' ΜΕ ΓΝΩΜΩΝΑ ΤΟ ΣΥΜΦΕΡΟΝ ΤΟ ΔΙΚΟ ΤΟΥΣ ΚΑΙ ΤΩΝ ΠΡΟΣΤΑΤΩΝ ΤΟΥΣ, οποτε με προσπαθεια χρονων, καλλιεργησαν την ηττοπαθεια και την μοιρολατρεια κατι σαν dna, εχει περασει μεσα μας και το λεμε σαν κατι φυσικο, ΟΜΩΣ ΟΧΙ Η ΧΩΡΑ ΜΑΣ, ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΨΩΡΟΚΩΣΤΑΙΝΑ.
Καλη μας εβδομαδα...

μαχαιρης είπε...

ΠΟΝΑΕΙ φιλε...Αλλα ειναι αληθεια...
Οτι...
Οσο εμεις θεωρουμε τον τοπο μας...ΨΩΡΟΚΩΣΤΑΙΝΑ...

Το σο πιο πολυ...Ψωροκωσταινα θα γινεται...!!!

Οικοδόμος είπε...

Καλησπέρα σε όλους. Την ιστορία της Ψωροκώσταινας δεν τη γνώριζα, ειναι αλήθεια.
Έχει δίκιο η kariatida62, όταν αναφέρεται και σε άλλους αγωνιστές της Επανάστασης. Κοινή μοίρα πολλών από αυτούς ο κατατρεγμός και η αποσιώπηση των αγώνων τους.
Και ενώ η Ψωροκώσταινα είναι μια αφανής ηρωίδα του λαού μας, Δημήτρη, το επίσημο κράτος των τρωκτικών και των λαμόγιων, έκανε το όνομά της συνώνυμο της κακομοιριάς και της απογοήτευσης.
Δεν θεωρούμε μαχαίρη τον τόπο μας Ψωροκώσταινα, ούτε εγώ, ούτε εσύ, ούτε πολλοί ακόμα. Και πρέπει κάποτε όλοι να πάψουν να τη θεωρούν έτσι. Αρκεί αυτός ο λαός, όλοι μας, να αναδείξουμε τις πραγματικές μας αρετές και να διώξουμε με τις κλωτσιές τα σύγχρονα λαμόγια και τρωκτικά του πλούτου αυτής της χώρας. Καλή δύναμη!

Scorpion49 είπε...

Άξιζε η ιστορική αναδρομή στην «Ψωροκώσταινα». Κι’ ενώ η πατρίδα μας όντως δεν είναι διόλου τέτοια, Ψωροκώσταινες όμως και Ψωροκωσταντήδες γέμισε ο τόπος όλος. Έτσι φίλε Οικοδόμε άντε να πείσεις όλους τους Ψωροκω…. να πάνε για προπόνηση, να μάθουνε δηλαδή κατά πως λες να κλωτσάνε τα λαμόγια, γιατί άλλος τρόπος, ή δρόμος δε βλέπω να υπάρχει.
Δεν έχω χρόνο, γι’ αυτό και τόσο αργά ο σχολιασμός.
Εύχομαι καλό ξημέρωμα!

Οικοδόμος είπε...

Scorpion49 καλησπέρα. Είναι αλήθεια δύσκολο να πείσεις το μελλοθάνατο ν' αποφύγει την κρεμάλα, όταν αποδέχεται μοιρολατρικά, ένα τέλος που, ίσως τελικά, του αξίζει. Καλή δύναμη καλέ μου φίλε!