Η ομιλία αυτή
εκφωνήθηκε στις 8 Οκτώβρη 1987 στην κεντρική τελετή για την εικοστή
επέτειο του θανάτου του Ερνέστο Τσε Γκεβάρα. Η εκδήλωση πραγματοποιήθηκε
στο εργοστάσιο παραγωγής ηλεκτρονικών εξαρτημάτων της πόλης Πινάρ ντελ
Ρίο που είχε πρόσφατα ανοίξει τις πύλες του. Το κείμενο
πρωτοδημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Γκράνμα, όργανο του Κομμουνιστικού
Κόμματος της Κούβας στο φύλλο της 12 Οκτώβρη 1987.
Το παρόν αναδημοσιεύεται από το βιβλίο του Κάρλος Ταμπλάδα “Η πολιτική οικονομία της οικοδόμησης του σοσιαλισμού” (Εκδόσεις Διεθνές Βήμα, 2014).
Το παρόν αναδημοσιεύεται από το βιβλίο του Κάρλος Ταμπλάδα “Η πολιτική οικονομία της οικοδόμησης του σοσιαλισμού” (Εκδόσεις Διεθνές Βήμα, 2014).
Συνέχεια από ‘Α Μέρος.
Η επανάστασή μας
αποτελεί παράδειγμα του τι σημαίνει πίστη στον άνθρωπο, αφού η
επανάστασή μας ξεκίνησε από το μηδέν, από το τίποτα. Δεν διαθέταμε ούτε
ένα όπλο, δεν διαθέταμε ούτε ένα λεπτό του πέσο, ακόμα και οι άντρες που
ξεκίνησαν τον αγώνα ήταν άγνωστοι, και όμως αντιμετωπίσαμε όλη εκείνη
τη δύναμη, αντιμετωπίσαμε τα εκατοντάδες εκατομμύρια πέσος τους,
αντιμετωπίσαμε τους χιλιάδες στρατιώτες και η επανάσταση νίκησε, επειδή
είχαμε πίστη στον άνθρωπο. Όχι μόνο καταφέραμε να νικήσουμε, αλλά και να
αντιμετωπίσουμε την αυτοκρατορία και να φτάσουμε ως εδώ, λίγο πριν από
τη γιορτή της εικοστής ένατης επετείου της επανάστασης.
Πώς θα μπορούσαμε να τα
πραγματοποιήσουμε όλα αυτά, αν δεν είχαμε πίστη στον άνθρωπο; Ο Τσε είχε
μεγάλη πίστη στον άνθρωπο ενώ ταυτόχρονα ήταν ρεαλιστής. Ο Τσε δεν
απέρριπτε τα υλικά κίνητρα. Τα θεωρούσε αναγκαία στη μεταβατική περίοδο,
κατά την οικοδόμηση του σοσιαλισμού. Αλλά ο Τσε έδινε μεγάλη σημασία
όλο και περισσότερη σημασία στον παράγοντα συνείδηση, στον ηθικό
παράγοντα.
Ταυτόχρονα, θα
αποτελούσε καρικατούρα του Τσε να πιστεύαμε ότι δεν ήταν ρεαλιστής και
δεν ήταν εξοικειωμένος με την πραγματικότητα μιας κοινωνίας και ενός
λαού που είχαν μόλις αναδυθεί από τον καπιταλισμό.
Αλλά ο Τσε ήταν
περισσότερο γνωστός ως ένας άνθρωπος της δράσης, ένας στρατιώτης, ένας
ηγέτης, ένας στρατιωτικός, ένας αντάρτης, ένα πρόσωπο υποδειγματικό που
ήταν πάντοτε πρώτο σε όλα· ένας άνθρωπος που δεν απαιτούσε ποτέ από τους
άλλους να κάνουν κάτι το οποίο δεν θα ήταν διατεθειμένος να κάνει
ίδιος· ένα υπόδειγμα άντρα ενάρετου, έντιμου, αγνού, θαρραλέου,
αλληλέγγυου. Για όλες αυτές τις αρετές τον θυμόμαστε και μέσα σε αυτές
τον αναγνωρίζουμε.
Ο Τσε ήταν βαθύς
στοχαστής και είχε την εξαιρετική ευκαιρία κατά τα πρώτα χρόνια της
επανάστασης να ερευνήσει πολύ σημαντικές πλευρές της οικοδόμησης του
σοσιαλισμού γιατί, με τις ικανότητες που είχε, όποτε χρειαζόταν ένα
άτομο να κάνει μια σημαντική δουλειά, ο Τσε ήταν πάντα εκεί. Ήταν
πραγματικά πολυσχιδής και εκπλήρωνε οποιοδήποτε καθήκον τού ανέθεταν με
απόλυτη σοβαρότητα και ευθύνη.
Ήταν στο INRA [Εθνικό
Ινστιτούτο Αγροτικής Μεταρρύθμισης] και διεύθυνε έναν περιορισμένο
αριθμό βιομηχανιών, σε μια περίοδο που οι βασικές βιομηχανίες δεν είχαν
ακόμη εθνικοποιηθεί και μόνο ορισμένα εργοστάσια τελούσαν υπό κατάληψη.
Ήταν επίσης επικεφαλής της Εθνικής Τράπεζας, άλλη μία από τις ευθύνες
που ανέλαβε να εκτελέσει. Υπήρξε επίσης επικεφαλής του Υπουργείου
Βιομηχανίας, όταν αυτό ιδρύθηκε ως οργανισμός. Όταν είχαν πλέον
εθνικοποιηθεί σχεδόν όλα τα εργοστάσια και έπρεπε να οργανωθούν τα
πάντα, να διατηρηθεί η παραγωγή, ο Τσε ανέλαβε το καθήκον αυτό, όπως
είχε αναλάβει τόσα άλλα. Το έκανε με απόλυτη αφοσίωση, εργαζόμενος μέρα
νύχτα, τα Σάββατα και τις Κυριακές, όλες τις ώρες, και πραγματικά είχε
σκοπό να λύσει προβλήματα με τεράστιες προεκτάσεις.
Τότε ήταν που
καταπιάστηκε με το έργο να εφαρμόσει τις αρχές του μαρξισμού-λενινισμού
στην οργάνωση της παραγωγής, έτσι όπως αυτός τις αντιλαμβανόταν, έτσι
όπως ο ίδιος τις έβλεπε. Αφιέρωσε χρόνια σε αυτή την προσπάθεια· μίλησε
και έγραψε πολύ πάνω σε όλα αυτά τα ζητήματα και πράγματι κατόρθωσε να
αναπτύξει μια αρκετά λεπτομερή και εμβριθή θεωρία πάνω στον τρόπο με τον
οποίο, κατά τη γνώμη του, έπρεπε να οικοδομηθεί ο σοσιαλισμός και να
προχωρήσουμε προς μια κομμουνιστική κοινωνία.
Πρόσφατα συγκεντρώθηκαν όλες αυτές οι ιδέες σε ένα βιβλίο που έγραψε ένας οικονομολόγος, το οποίο και βραβεύτηκε από το Casa de las Americas.
Ο συγγραφέας έχει επάξια συγγεντρώσει, μελετήσει και παρουσιάσει, σε
ένα βιβλίο, όλη την ουσία της οικονομικής σκέψης του Τσε, που συνέλλεξε
από πολλά υλικά, γραπτά ή προφορικά, άρθρα και ομιλίες, σχετικά με το
καίριο ζήτημα της οικοδόμησης του σοσιαλισμού. Ο τίτλος του βιβλίου
είναι Η οικονομική σκέψη του Ερνέστο Τσε Γκεβάρα.
Έχουν γραφτεί τόσα πολλά
αφιερώματα στις άλλες αρετές του, ενώ αυτή η πλευρά του, κατά τη γνώμη
μου, έχει σε μεγάλο βαθμό αγνοηθεί στη χώρα μας. Ο Τσε είχε αναπτύξει
πραγματικά εμβριθείς, θαρραλέες, τολμηρές ιδέες, οι οποίες ξεχώριζαν από
πολλά χιλιοπερπατημένα μονοπάτια.
Στην ουσία, όμως, στην
ουσία! ο Τσε ήταν ριζικά αντίθετος με τη χρήση και την ανάπτυξη
καπιταλιστικών οικονομικών νόμων και καπιταλιστικών κατηγοριών στην
οικοδόμηση του σοσιαλισμού. Υποστήριζε κάτι στο οποίο έχουμε συχνά
επιμείνει: Η οικοδόμηση του σοσιαλισμού και του κομμουνισμού δεν είναι
μόνο ζήτημα παραγωγής και διανομής του πλούτου· είναι επίσης ζήτημα
διαπαιδαγώγησης και συνείδησης. Ο Τσε ήταν κάθετα αντίθετος στη χρήση
αυτών των κατηγοριών που έχουν μεταφερθεί από τον καπιταλισμό στον
σοσιαλισμό, ως εργαλεία για την οικοδόμηση της νέας κοινωνίας.
Σε μια δεδομένη στιγμή,
ορισμένες από τις ιδέες του Τσε ερμηνεύτηκαν λανθασμένα και ακόμη
περισσότερο εφαρμόστηκαν λανθασμένα. Βέβαια, δεν έγινε ποτέ σοβαρή
προσπάθεια να εφαρμοστούν στην πράξη και ήρθε μια εποχή όπου άρχισαν να
επιβάλλονται ιδέες διαμετρικά αντίθετες προς την οικονομική σκέψη του
Τσε.
Δεν είναι αυτή εδώ η
κατάλληλη στιγμή να εμβαθύνουμε στο θέμα. Με ενδιαφέρει ιδιαίτερα να
εκφράσω μια σκέψη: Σήμερα, στην εικοστή επέτειο από τον θάνατο του Τσε·
σήμερα, ενώ βρισκόμαστε στη μέση μιας βαθύτατης διαδικασίας επανόρθωσης
στην οποία εμπλεκόμαστε όλοι, κατανοούμε πλήρως ότι επανόρθωση δεν
σημαίνει εξτρεμισμός, ότι επανόρθωση δεν είναι δυνατό να σημαίνει
ιδεαλισμός, ότι για κανένα λόγο δεν πρέπει να σημαίνει έλλειψη
ρεαλισμού, ότι επανόρθωση δεν μπορεί ούτε να υποδηλώνει απότομες
αλλαγές.
Όπως είπα νωρίτερα,
επανόρθωση σημαίνει να αναζητούμε νέες λύσεις σε παλιά προβλήματα,
διορθώνοντας πολλές αρνητικές τάσεις που αναπτύσσονταν · ότι η
επανόρθωση περιλαμβάνει την ορθότερη χρήση του συστήματος και των
μηχανισμών που διαθέτουμε σήμερα, ένα Σύστημα Οικονομικής Διαχείρισης
και Σχεδιασμού το οποίο, όπως είπαμε στη συνεδρίαση των επιχειρήσεων,
ήταν ένα άλογο κουτσό, ψωριάρικο με πολλές πληγές τις οποίες θεραπεύαμε
με ιώδιο και γράφαμε φάρμακα, βάζαμε λάμες στο ένα πόδι και έτσι
τακτοποιούσαμε, κουτσά στραβά, το σακάτικο άλογο. Είπα τότε ότι αυτό που
οφείλουμε να κάνουμε τώρα είναι να συνεχίσουμε να χρησιμοποιούμε αυτό
το άλογο, γνωρίζοντας τις κακές του συνήθειες, τους κινδύνους που
διατρέχουμε, πως κλοτσάει και τινάζεται για να ρίξει τον καβαλάρη, και
να προσπαθήσουμε να το κατευθύνουμε στον δικό μας δρόμο και όχι να πάμε
εκεί όπου θέλει αυτό να μας πάει. Προτείναμε ότι πρέπει πια να πάρουμε
τα γκέμια στα χέρια μας! [Χειροκροτήματα]
Αυτά είναι πολύ σοβαρά,
πολύ σύνθετα ζητήματα και με αυτά δεν έχουμε την πολυτέλεια να
πυροβολούμε στα τυφλά και ούτε να μπούμε σε κανενός είδους περιπέτεια.
Κάτι αξίζει η εμπειρία τόσων ετών την οποία αρκετοί από εμάς είχαμε το
προνόμιο να αποκτήσουμε μέσα από μια επαναστατική διαδικασία. Γι’ αυτόν
τον λόγο λέμε σήμερα ότι δεν μπορούμε να συνεχίσουμε να εκπληρώνουμε το
πλάνο από την άποψη της χρηματικής αξίας και μόνο· πρέπει επίσης να το
εκπληρώνουμε από την άποψη των αγαθών τα οποία παράγονται. Το απαιτούμε
κατηγορηματικά και οποιοσδήποτε ενεργεί διαφορετικά πρέπει να φεύγει από
τη θέση του χωρίς καθυστέρηση, γιατί δεν υπάρχει άλλη επιλογή!
[Χειροκροτήματα]
Υποστηρίζουμε ότι όλα τα
έργα πρέπει να ξεκινούν και να τελειώνουν γρήγορα, έτσι ώστε να μην
επαναληφθεί ποτέ αυτό που μας συνέβη εξαιτίας των κακών συνηθειών του
κουτσού μας αλόγου: αυτή η δουλειά, να σκάβουμε και να θεμελιώνουμε
μερικές κολόνες, επειδή αυτό αξίζει πολλά, και μετά να μην τελειώνουμε
το κτίριο, επειδή αυτό αξίζει λίγα· αυτή η τάση να λέμε: «εκπληρώσαμε το
πλάνο όσον αφορά την αξία, αλλά δεν τελειώσαμε ούτε ένα κτίριο», με την
οποία αναγκαζόμασταν να σπαταλάμε εκατοντάδες εκατομμύρια,
δισεκατομμύρια χωρίς να τελειώνουμε ποτέ τίποτα.
Μας πήρε δεκατέσσερα
χρόνια να χτίσουμε ένα ξενοδοχείο! Δεκατέσσερα χρόνια, σπαταλώντας
σιδερόβεργες, άμμο, χαλίκι, τσιμέντο, ελαστικά, βενζίνη και ανθρώπινο
δυναμικό, πριν μπορέσει η χώρα να εισπράξει ούτε ένα λεπτό του πέσο από
τη χρήση του ξενοδοχείου. Μας πήρε έντεκα χρόνια για να τελειώσει το
νοσοκομείο μας εδώ στο Πινάρ ντελ Ρίο! Είναι αλήθεια ότι στο τέλος
τελείωσε και μάλιστα τελείωσε καλά, αλλά τέτοιου είδους περιστατικά δεν
πρέπει να συμβούν ποτέ ξανά.
Οι μικρομπριγάδες, οι
οποίες διαλύθηκαν για χάρη τέτοιων μηχανισμών, ξαναγεννιούνται τώρα, σαν
φοίνικες από τις στάχτες τους και μας δείχνουν το πραγματικό νόημα
αυτού του μαζικού κινήματος, το νόημα αυτού του επαναστατικού δρόμου για
την επίλυση των προβλημάτων που οι θεωρητικοί, οι τεχνοκράτες, αυτοί οι
οποίοι δεν έχουν πίστη στον άνθρωπο και αυτοί οι οποίοι πιστεύουν στον
καπιταλισμό της δεκάρας, είχαν φρενάρει και αποδιοργανώσει. Έτσι μας
οδηγούσαν σε επικίνδυνες καταστάσεις.
Στην πρωτεύουσα, όπου
πρωτοαναπτύχθηκαν οι μικρομπριγάδες και μας πικραίνει πολύ η σκέψη ότι
πριν από δεκαπέντε χρόνια είχαμε βρει μια άριστη λύση για ένα τόσο
ζωτικό πρόβλημα, διαλύθηκαν όταν βρίσκονταν στο απόγειό τους. Και έτσι
στην πρωτεύουσα δεν είχαμε το ανθρώπινο δυναμικό ούτε για χτίσουμε
κατοικίες· έτσι, τα προβλήματα συσσωρεύονταν, με δεκάδες χιλιάδες
αναστηλωμένα σπίτια να κινδυνεύουν να καταρρεύσουν και να σκοτωθούν
άνθρωποι.
Τώρα οι μικρομπριγάδες
αναγεννήθηκαν και στην πρωτεύουσα υπάρχουν ήδη περισσότερα από 20.000
μέλη μικρομπριγάδων. Δεν βρίσκονται σε αντίθεση με το κουτσό μας άλογο,
με το Σύστημα Οικονομικής Διαχείρισης και Σχεδιασμού, γιατί απλώς τα
μέλη των μπριγάδων πληρώνονται από το εργοστάσιο ή όποιον άλλο χώρο
εργασίας τους στέλνει στο εργοτάξιο, ενώ ο μισθός του μέλους της
μικρομπριγάδας αποδίδεται στο εργοστάσιο ή στον χώρο εργασίας από το
κράτος. Η διαφορά είναι ότι εκεί που ο μικρομπριγαδίστας θα εργαζόταν
κανονικά πέντε ή έξι ώρες, στη μικρομπριγάδα εργάζεται δέκα, έντεκα ή
δώδεκα ώρες κάνοντας τη δουλειά δύο ή τριών ανθρώπων και η επιχείρηση
εξοικονομεί χρήματα.
Ο καπιταλιστής της
δεκάρας δεν μπορεί να πει ότι καταστρέφεται η επιχείρησή του. Αντίθετα,
μπορεί να πει: «Βοηθούν την επιχείρηση. Κάνω τη δουλειά με τριάντα,
σαράντα ή πενήντα λιγότερους ανθρώπους και ξοδεύω λιγότερα σε μισθούς».
Μπορεί να πει: «Θα είμαι κερδοφόρος ή, τουλάχιστον, θα χάνω λιγότερα
χρήματα· θα μοιράσω περισσότερα χρηματικά βραβεία και πριμ, μιας και τα
έξοδα για μισθούς θα περιοριστούν». Οργανώνει καλύτερα την παραγωγή,
βρίσκει σπίτια για τη συλλογικότητα των εργαζομένων οι οποίοι, με τη
σειρά τους, είναι πιο ευχαριστημένοι γιατί έχουν σπίτια έτοιμα.
Οικοδομούνται κοινωνικά έργα, όπως ειδικά σχολεία, πολυκλινικές,
παιδικοί σταθμοί για τα παιδιά των εργαζόμενων γυναικών, για την
οικογένεια.
Με λίγα λόγια, κάνουμε
τώρα τόσα πολλά εξαιρετικά χρήσιμα πράγματα, τα οποία το κράτος τα
προχωρά χωρίς να ξοδεύει ούτε ένα λεπτό του πέσο παραπάνω για μισθούς.
Αυτά είναι πραγματικά θαύματα! Θα μπορούσαμε να ρωτήσουμε τους
καπιταλιστές της δεκάρας και τους κερδοσκόπους οι οποίοι έχουν τυφλή
εμπιστοσύνη στους μηχανισμούς και στις καπιταλιστικές κατηγορίες:
Μπορείτε να πραγματοποιήσετε ένα τέτοιο θαύμα; Θα καταφέρνατε να χτίσετε
στην πρωτεύουσα 20.000 κατοικίες χωρίς να ξοδέψετε ούτε ένα λεπτό του
πέσο παραπάνω σε μισθούς; Θα μπορούσατε να χτίσετε σε έναν χρόνο πενήντα
παιδικούς σταθμούς, χωρίς να ξοδέψετε ούτε ένα λεπτό του πέσο παραπάνω
σε μισθούς, όταν στο πενταετές πλάνο προβλεπόταν να χτιστούν μόλις πέντε
και δεν χτίστηκαν ούτε αυτά, ενώ 19.500 μητέρες περίμεναν μια θέση για
τα παιδιά τους την οποία δεν έβλεπαν ποτέ να ανοίγει.
Με αυτούς τους ρυθμούς,
θα σας έπαιρνε 100 χρόνια! Έως τότε θα είχαν πεθάνει και ευτυχώς, το
ίδιο θα είχαν πάθει και όλοι οι τεχνοκράτες, οι καπιταλιστές της δεκάρας
και οι γραφειοκράτες οι οποίοι εμποδίζουν την οικοδόμηση του
σοσιαλισμού. [Χειροκροτήματα] Θα είχαν πεθάνει, χωρίς να δουν ποτέ τους
τον εκατοστό παιδικό σταθμό.
Οι εργαζόμενοι της
πρωτεύουσας θα έχουν τους 100 παιδικούς σταθμούς σε δύο χρόνια και οι
εργαζόμενοι σε όλη τη χώρα θα έχουν 300 περίπου που χρειάζονται, σε τρία
χρόνια. Αυτό θα φέρει εύκολα το σύνολο των εγγραφών σε παιδικούς
σταθμούς στις 70.000 με 80.000, χωρίς να πληρωθεί σε μισθούς ούτε ένα
λεπτό του πέσο παραπάνω ή να προσληφθούν επιπλέον εργαζόμενοι, ενώ με
τους ρυθμούς που προχωρούσαμε, με πλεονάζον προσωπικό παντού, θα
καταλήγαμε να εισαγάγουμε εργαζόμενους από την Τζαμάικα, την Αϊτή,
κάποιο νησί της Καραϊβικής ή από κάποιο άλλο μέρος του κόσμου. Προς τα
εκεί βαδίζαμε.
Φαίνεται ότι στην
πρωτεύουσα σήμερα ο ένας στους οκτώ εργαζόμενους μπορεί να
κινητοποιηθεί, είμαι βέβαιος. Αυτό δεν είναι απαραίτητο, γιατί δεν θα
υπήρχαν αρκετά υλικά για να πιάσουν δουλειά 100.000 άνθρωποι,
εργαζόμενοι στην Αβάνα, κάνοντας ο καθένας τη δουλειά τριών. Βλέπουμε
εντυπωσιακά παραδείγματα κατορθωμάτων εργασίας, και αυτό επιτυγχάνεται
με μαζικές μεθόδους, με επαναστατικές μεθόδους, με κομμουνιστικές
μεθόδους, συνδυάζοντας τα συμφέροντα ανθρώπων οι οποίοι βρίσκονται σε
ανάγκη με τα συμφέροντα των εργοστασίων και τα συμφέροντα της κοινωνίας
συνολικά.
Δεν θέλω να κρίνω
διάφορες θεωρίες, αν και έχω τις δικές μου και γνωρίζω σε ποια πράγματα
πιστεύω και σε ποια δεν πιστεύω και δεν μπορώ να πιστέψω. Τα ζητήματα
αυτά συζητιούνται συχνά σήμερα σε ολόκληρο τον κόσμο. Το μόνο που ζητώ,
με κάθε σεμνότητα, στη διάρκεια αυτής της διαδικασίας επανόρθωσης, στη
διάρκεια αυτής της διαδικασίας και αυτού του αγώνα στον οποίο θα
συνεχίσουμε, όπως ήδη έχουμε εξηγήσει, με το κουτσό μας το άλογο, όσο
μπορεί ακόμη να βαδίζει, αν βαδίζει, και μέχρι να μπορέσουμε να το
πετάξουμε στην άκρη και να το αντικαταστήσουμε με ένα άλογο καλύτερο,
καθώς θεωρώ ότι τίποτε το καλό δεν γίνεται βεβιασμένα, δίχως ανάλυση και
βαθιά σκέψη, αυτό το οποίο ζητώ με κάθε σεμνότητα σε αυτή την εικοστή
επέτειο, είναι να γίνει γνωστή η οικονομική σκέψη του Τσε·
[Χειροκροτήματα] να γίνει γνωστή εδώ, στη Λατινική Αμερική, στον κόσμο,
στον αναπτυγμένο καπιταλιστικό κόσμο, στον Τρίτο Κόσμο και στον
σοσιαλιστικό κόσμο. Να γίνει γνωστή και εκεί!
Όπως εμείς εδώ μελετάμε
πολλά κείμενα όλων των ειδών και πολλά εγχειρίδια, έτσι θα πρέπει να
γίνει γνωστή και η οικονομική σκέψη του Τσε στο σοσιαλιστικό στρατόπεδο.
Να γίνει γνωστή! [Χειροκροτήματα]
Δεν λέω ότι πρέπει να
την υιοθετήσουν, δεν χρειάζεται να εμπλακούμε σε κάτι τέτοιο. Καθένας
πρέπει να υιοθετεί τη σκέψη, τη θεωρία, τη θέση την οποία κρίνει
καταλληλότερη, αυτή που του ταιριάζει καλύτερα, σύμφωνα με την κρίση
κάθε χώρας. Σέβομαι απόλυτα το δικαίωμα κάθε χώρας να εφαρμόζει τη
μέθοδο ή τα συστήματα τα οποία θεωρεί κατάλληλα· το σέβομαι απολύτως!
Σε μια πολιτισμένη χώρα,
σε έναν πολιτισμένο κόσμο, σε έναν κόσμο στον οποίο οι ιδέες
συζητιούνται, ζητώ απλώς να γίνουν γνωστές οι οικονομικές θεωρίες του
Τσε. [Χειροκροτήματα] Ζητώ ειδικά από τους φοιτητές των οικονομικών
σχολών, από τις οποίες έχουμε πολλούς και διαβάζουν κάθε λογής
μπροσούρες, εγχειρίδια, θεωρίες για τους διάφορους τύπους και τις αρχές
του καπιταλισμού, να αρχίσουν επίσης να μελετούν την οικονομική σκέψη
του Τσε, έτσι ώστε να εμπλουτίσουν τις γνώσεις τους.
Θα ήταν αφέλεια να
πιστεύαμε ότι υπάρχει μόνο ένας τρόπος να γίνουν τα πράγματα, ότι μόνο
αυτός ο τρόπος υπάρχει ο οποίος και προέκυψε από μια συγκεκριμένη
εμπειρία, σε συγκεκριμένη χρονική περίοδο και μέσα από ειδικές ιστορικές
περιστάσεις. Αυτό που ζητώ, αυτό που περιορίζομαι να ζητήσω, είναι λίγη
περισσότερη κουλτούρα, η οποία να συνίσταται στη γνώση άλλων απόψεων,
απόψεων που είναι τόσο σεβαστές, τόσο άξιες και τόσο συγκροτημένες όσο
οι απόψεις του Τσε. [Χειροκροτήματα]
Δεν μπορώ να διανοηθώ
ότι οι μελλοντικοί μας οικονομολόγοι, ότι οι μελλοντικές γενιές μας θα
δρουν, θα ζουν και θα αναπτύσσονται όπως άλλο ένα είδος μικρού ζώου· σε
αυτή την περίπτωση, όπως ένα μουλάρι το οποίο φοράει εκείνες τις
παρωπίδες, που δεν το άφηναν να βλέπει στο πλάι· μουλάρια, που το μόνο
που βλέπουν είναι το χορτάρι και το καρότο που κρέμονται μπροστά τους.
Όχι! Θα ήθελα να διαβάζουν, όχι μόνο για να μεθούν με ορισμένες ιδέες,
αλλά για να εξετάζουν και άλλες, να τις αναλύουν και να τις
επεξεργάζονται.
Γιατί, αν μιλούσαμε με
τον Τσε και του λέγαμε: «Κοίτα, μας συνέβησαν αυτά», όλα αυτά τα
πράγματα που εξέθεσα νωρίτερα, αυτά που έγιναν στα κατασκευαστικά έργα,
στη γεωργία, στη βιομηχανία, αυτά που συνέβησαν πράγματι στην παραγωγή
αγαθών, την ποιότητα της εργασίας και άλλα, ο Τσε θα είχε πει: «Είναι
ακριβώς όπως τα είχα πει, είναι όπως τα είπα». Θα έλεγε: «Σας είχα
προειδοποιήσει. Αυτό που συμβαίνει είναι ακριβώς αυτό που πίστευα ότι θα
συμβεί», γιατί απλώς έτσι έχουν τα πράγματα. [Χειροκροτήματα]
Θέλω ο λαός μας να είναι
ένας λαός ιδεών, εννοιών. Θέλω να αναλύσει αυτές τις ιδέες, να τις
επεξεργαστεί και, αν το θελήσει, να τις συζητήσει. Θεωρώ ότι τα ζητήματα
αυτά είναι θεμελιώδη.
Είναι πιθανόν ορισμένες
από τις ιδέες του Τσε να είναι στενά δεμένες με τα αρχικά στάδια της
επανάστασης· για παράδειγμα, η πεποίθησή του ότι, όταν ένας εργαζόμενος
υπερκαλύπτει τον στόχο παραγωγής, οι αποδοχές του δεν θα πρέπει να
υπερβαίνουν τις αποδοχές ενός εργαζόμενου της αμέσως ανώτερης
μισθολογικής βαθμίδας. Αυτό που ήθελε ο Τσε ήταν ο εργαζόμενος να μελετά
και συνέδεσε το σκεπτικό του με την ιδέα ότι ο λαός μας, που είχε τότε
φτωχή μόρφωση και λιγοστή τεχνική κατάρτιση, έπρεπε να μελετήσει. Σήμερα
ο λαός μας έχει πολύ καλύτερη κατάρτιση, είναι πολύ πιο μορφωμένος. Θα
μπορούσαμε να το συζητήσουμε αν θα έπρεπε τώρα να κερδίζει τα ίδια ή και
περισσότερα από την αμέσως ανώτερη μισθολογική βαθμίδα. Θα μπορούσαμε
να συζητήσουμε ζητήματα πιο κοντά στη σημερινή πραγματικότητα, στην
πραγματικότητα ενός πολύ πιο μορφωμένου λαού, ενός λαού με πολύ καλύτερη
τεχνική κατάρτιση, αν και δεν πρέπει ποτέ να παραιτηθούμε από την ιδέα
της συνεχούς βελτίωσης του τεχνικού και εκπαιδευτικού μας επιπέδου.
Όμως, πολλές από τις
απόψεις του Τσε είναι απόλυτα επίκαιρες σήμερα, απόψεις χωρίς τις
οποίες, είμαι πεπεισμένος, δεν είναι δυνατόν να οικοδομηθεί ο
κομμουνισμός, όπως η άποψή του ότι ο άνθρωπος δεν πρέπει να
διαφθείρεται· ότι ο άνθρωπος δεν πρέπει ποτέ να αποξενώνεται· η άποψή
του ότι χωρίς συνείδηση, παράγοντας απλώς πλούτο, δεν είναι δυνατό να
οικοδομηθεί ο σοσιαλισμός ως μια ανώτερη κοινωνία και ότι ο κομμουνισμός
δεν θα ήταν ποτέ δυνατόν να οικοδομηθεί έτσι. [Χειροκροτήματα]
Πιστεύω ότι πολλές από τις αντιλήψεις του Τσε –πολλές από τις αντιλήψεις του!– είναι πολύ επίκαιρες σήμερα.
Αν γνωρίζαμε, αν είχαμε
αφομοιώσει την οικονομική σκέψη του Τσε, θα ήμασταν εκατό φορές πιο
ετοιμοπόλεμοι, πράγμα που σημαίνει ότι θα ξέραμε καλύτερα να ιππεύαμε το
άλογο και όποτε το άλογο ήθελε να στρίψει δεξιά ή αριστερά, όπου ήθελε
να στρίψει παρόλο που, μην ξεχνάτε, αυτό εδώ ήταν ένα «δεξιό» άλογο θα
ξέραμε να του τραβήξουμε δυνατά τα γκέμια και να το φέρουμε πίσω στον
σωστό δρόμο και όποτε αυτό αρνιόταν να κινηθεί, θα ξέραμε να
χρησιμοποιούμε δυνατά τα σπιρούνια. [Χειροκροτήματα]
Θεωρώ ότι ένας
καβαλάρης, δηλαδή ένας οικονομολόγος, δηλαδή ένα κομματικό στέλεχος,
δηλαδή ένα διοικητικό στέλεχος, οπλισμένο με τις απόψεις του Τσε, θα
ήταν καλύτερα εφοδιασμένο να οδηγήσει το άλογο στον σωστό δρόμο.
Και μόνο η εξοικείωση με
τη σκέψη του Τσε, μόνο να γνώριζε τις απόψεις του, θα του έδινε τη
δυνατότητα να πει: «Την έχω άσχημα εδώ, τα πάω άσχημα εκεί, αυτό είναι
συνέπεια αυτού, εκείνου ή του άλλου», αρκεί το σύστημα και οι μηχανισμοί
για να οικοδομήσουμε τον σοσιαλισμό και τον κομμουνισμό να
αναπτύσσονται πραγματικά και να βελτιώνονται.
Το λέω αυτό γιατί είναι
βαθύτατη πεποίθησή μου ότι, αν η σκέψη του παραμείνει άγνωστη, θα είναι
πολύ δύσκολο να πάμε πολύ μακριά, να υλοποιήσουμε τον πραγματικό
σοσιαλισμό, τον πραγματικό επαναστατικό σοσιαλισμό, τον σοσιαλισμό με
σοσιαλιστές, τον σοσιαλισμό και τον κομμουνισμό με κομμουνιστές. Είμαι
βαθύτατα πεπεισμένος ότι θα ήταν έγκλημα να αγνοήσουμε αυτές τις
αντιλήψεις. Αυτό είναι το ζήτημα που σας θέτω.
Έχουμε αρκετή εμπειρία
ώστε να γνωρίζουμε πώς να αντιμετωπίζουμε καταστάσεις· και στις απόψεις
και τη σκέψη του Τσε υπάρχουν εξαιρετικά πολύτιμες, τεράστιας αξίας
αρχές, οι οποίες υπερβαίνουν την εικόνα που έχουν πολλοί άνθρωποι για
τον Τσε ως ένα θαρραλέο, ηρωικό, αγνό άνθρωπο, τον Τσε ως άγιο εξαιτίας
των αρετών του, ως μάρτυρα εξαιτίας της ανιδιοτέλειας και του ηρωισμού
του. Ο Τσε ήταν επίσης ένας επαναστάτης, ένας στοχαστής, ένας
θεωρητικός, ένας άνθρωπος των μεγάλων ιδεών, ο οποίος είχε την ικανότητα
να επεξεργάζεται με μεγάλη συνέπεια μεθόδους και αρχές που είναι
αναμφισβήτητα απαραίτητες στον δρόμο της επανάστασης.
Οι καπιταλιστές είναι
πανευτυχείς όταν ακούν τον κόσμο να μιλάει για ενοίκια, κέρδη, επιτόκια,
πριμ, σούπερ πριμ· όταν ακούν να γίνεται λόγος για αγορές, για την
προσφορά και τη ζήτηση ως στοιχεία που ρυθμίζουν την παραγωγή και
προωθούν την ποιότητα, την αποδοτικότητα και όλα αυτά τα πράγματα. Γιατί
σκέφτονται: «Τώρα μιλάν τη δική μου γλώσσα, αυτή είναι η δική μου
φιλοσοφία, αυτό είναι το δικό μου δόγμα», και χαίρονται όταν ο
σοσιαλισμός ασχολείται με τέτοια πράγματα, γιατί γνωρίζουν ότι αποτελούν
απαραίτητα στοιχεία της θεωρίας, των νόμων και των κατηγοριών του
καπιταλισμού.
Αρκετοί καπιταλιστές
ασκούν κριτική σε εμάς τους ίδιους· προσπαθούν να κάνουν τον κόσμο να
πιστέψει ότι οι Κουβανοί επαναστάτες δεν είναι ρεαλιστές, ότι πρέπει να
ενδώσουμε και εμείς στο δέλεαρ του καπιταλισμού· γι’αυτό στρέφουν πάνω
μας τα πυρά τους. Θα δούμε, όμως, πόσο μακριά θα φτάσουμε, συνεχίζοντας
να προχωράμε καβάλα στο γερασμένο κουτσό άλογό μας, το γεμάτο πληγές,
αλλά με σωστή καθοδήγηση, για όσο διάστημα δεν διαθέτουμε τίποτε
καλύτερο από αυτό το γερασμένο παλιάλογο. Θα δούμε πόσο μακριά θα
φτάσουμε στη διαδικασία επανόρθωσης με τα μέτρα τα οποία παίρνουμε τώρα.
Είναι γι’ αυτόν τον λόγο
που σε τούτη την εικοστή επέτειο κάνω έκκληση στα μέλη του κόμματος,
στους νέους, στους φοιτητές μας, στους οικονομολόγους μας να μελετήσουμε
και να εξοικειωθούμε με την πολιτική και την οικονομική σκέψη του Τσε.
Ο Τσε είναι μια μορφή με
τεράστιο κύρος. Ο Τσε είναι μια μορφή που η επιρροή της όλο και
μεγαλώνει. Δεν χρειάζεται να πούμε ότι αυτοί που αισθάνονται απογοήτευση
ή τολμούν να πολεμήσουν τις απόψεις του Τσε ή χρησιμοποιούν ορισμένους
όρους για να περιγράψουν τον Τσε ή τον απεικονίζουν ως ονειροπόλο, ως
άνθρωπο που δεν είχε επαφή με την πραγματικότητα, δεν αξίζουν τον
σεβασμό κανενός επαναστάτη. Γι’ αυτό θέλουμε οι νέοι μας να κατέχουν
αυτό το εργαλείο, να χειρίζονται αυτό το όπλο, ακόμη και αν, για την
ώρα, χρησιμεύει μόνο για να προτρέπει και να λέει: Μην ακολουθείς τον
λάθος δρόμο τον οποίο προέβλεψε ο Τσε· ακόμα και αν χρησιμεύει μόνο για
να εμπλουτίζουμε τις γνώσεις μας· ακόμα και αν χρησιμεύει μόνο για να
μας αναγκάσει να ψάξουμε πιο πέρα ή να εμβαθύνουμε την επαναστατική μας
σκέψη.
Ειλικρινά πιστεύω ότι
περισσότερο και από αυτή την τελετή, περισσότερο και από τις επίσημες
εκδηλώσεις, περισσότερο και από όλες τις τιμές, ο καλύτερος, πραγματικά,
φόρος τιμής στον Τσε είναι αυτό το οποίο καταφέρνουμε στην πράξη. Το
πνεύμα εργατικότητας που αρχίζει να διακρίνεται σε τόσα πολλά μέρη και
εκδηλώνεται μέσα από τόσα πολλά παραδείγματα σε τούτη την περιφέρεια: οι
εργαζόμενοι στο Βινιάλες οι οποίοι εργάζονται δώδεκα και δεκατέσσερις
ώρες χτίζοντας μικρο-υδροφράγματα, που τα ξεκινούν και τα τελειώνουν το
ένα μετά το άλλο και το κόστος κατασκευής τους ανέρχεται στο ήμισυ του
κόστους που υπολογίζαμε χωρίς τις μπριγάδες, με αποτέλεσμα ότι αν τα
συγκρίνουμε με άλλα έργα αν ήταν να χρησιμοποιήσουμε έναν καπιταλιστικό
όρο, αν και ο Τσε ήταν αντίθετος ακόμα και στη χρήση καπιταλιστικών όρων
όταν αναλύουμε ζητήματα του σοσιαλισμού αν ήταν, λοιπόν, να
χρησιμοποιήσουμε τον όρο κερδοφορία, θα μπορούσαμε να πούμε ότι οι
άνθρωποι που εργάζονται στην μπριγάδα οικοδόμησης μικρουδροφραγμάτων στο
Βινιάλες είναι πάνω από 100% αποδοτικοί πάνω από 100% αποδοτικοί!
[Χειροκροτήματα]
Γιατί ο Τσε ήταν ολότελα
αφιερωμένος, προσηλωνόταν πραγματικά και έδινε προτεραιότητα στον
υπολογισμό και στην ανάλυση των εξόδων και του κόστους, μέχρι το
τελευταίο λεπτό του πέσο. Ο Τσε δεν μπορούσε να διανοηθεί την οικοδόμηση
του σοσιαλισμού και τη διαχείριση της οικονομίας χωρίς την κατάλληλη
οργάνωση, χωρίς αποτελεσματικούς ελέγχους και τον αυστηρό υπολογισμό του
κάθε λεπτού. Ο Τσε δεν μπορούσε να διανοηθεί την ανάπτυξη χωρίς την
αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας. Μελέτησε ακόμα και μαθηματικά
ώστε να χρησιμοποιήσει μαθηματικές εξισώσεις στον έλεγχο της οικονομίας
και στην καταμέτρηση της αποδοτικότητας της οικονομίας. Ακόμα
περισσότερο, ο Τσε έβλεπε ότι μια μέρα οι ηλεκτρονικοί υπολογιστές θα
παίξουν έναν ουσιώδη, θεμελιώδη και καθοριστικό ρόλο στη διαχείριση της
οικονομίας, για τον υπολογισμό της παραγωγικότητας στον σοσιαλισμό.
Διαβάστε την συνέχεια στο Γ’ Μέρος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου