Σαν σήμερα, στις 16 του Δεκέμβρη 1974 έφυγε από τη ζωή ο κομμουνιστής ποιητής Κώστας Βάρναλης.
Το 1919 πήγε στο Παρίσι με υποτροφία και παρακολούθησε μαθήματα φιλοσοφίας, φιλολογίας και κοινωνιολογίας. Τότε προσχώρησε στον μαρξισμό και τον διαλεκτικό υλισμό και αναθεώρησε τις προηγούμενες απόψεις του για την ποίηση, τόσο σε θεωρητικό, όσο και σε πρακτικό επίπεδο.
Διετέλεσε
για πολλά χρόνια καθηγητής μέσης εκπαίδευσης, ενώ εργάστηκε για βιοποριστικούς
λόγους και ως δημοσιογράφος. Υπήρξε κομμουνιστής με διαρκή προσφορά και
συμμετοχή στους αγώνες της εργατικής τάξης. Τιμήθηκε με το Βραβείο «Λένιν» για
την Ειρήνη το 1959 στη Μόσχα.
Στις
29 του Οκτώβρη 1953 ο Κ. Βάρναλης έγραφε στο χρονογράφημά του (στήλη «Λόγια που
καίνε») στην εφημερίδα Η Αυγή (Αρχεία Σύγχρονης Κοινωνικής Ιστορίας), με αφορμή
την επέτειο του «ΟΧΙ»:
«Ο
καλός πολίτης έχει χρέος να δουλεύει, να πεινά, να δέρνεται, να πλερώνει και να
μην καταλαβαίνει… Όλα τα κρατικά όργανα: σχολειό, τύπος, ραδιόφωνο κλπ. ένα
σκοπό έχουν: να σε… βοηθάνε να μην καταλαβαίνεις…»
Λόγια
επίκαιρα, διαχρονικά, που θα βρουν τη θέση τους στις προθήκες του Μουσείου της
Ανθρώπινης Εκμετάλλευσης όταν ο πολίτης πάψει να είναι «καλός» και «καταλάβει»…
Σήμερα, που για μια ακόμα φορά διαψεύδονται οι προσδοκίες εκατομμυρίων ανθρώπων
για καλύτερες μέρες, επιβεβαιώνεται (για μια ακόμα φορά) ότι όσο ο λαός δεν
βγαίνει στο προσκήνιο, ο ρόλος του, «κομμένος και ραμμένος» απ’ όλες τις
κυβερνήσεις του συστήματος της εκμετάλλευσης, θα είναι «να δουλεύει, να πεινά,
να δέρνεται, να πλερώνει και να μην καταλαβαίνει…».
Μεταφέρουμε
ολόκληρο το χρονογράφημα του Κώστα Βάρναλη:
ΛΟΓΙΑ ΠΟΥ ΚΑΙΝΕΗ ΕΠΕΤΕΙΟΣ ΤΟΥ «ΟΧΙ»Το χρονογράφημα του κ. Κ. Βάρναλη
― Τι στέκεσ’ έτσι σαν κούτσουρο;
― Μακάρι να ’μουνα κούτσουρο. Δε θα μου ερχότανε τώρα η απελπισία να πέσω με το κεφάλι μπρος πάνου σ’ ένα δέντρο ή στύλο να το σπάσω!
― Και γιατί, περικαλώ;
― Γιατί τούτ’ η μπουμπουνισμένη κόκα μου δεν καταλαβαίνει τίποτα.
― Ανάγκη να καταλαβαίνει; Καταλαβαίνουν οι «άλλοι».
― Κι όμως αυτοί σου οι «άλλοι» μήνες τώρα μου εξηγούνε μερικά πράματα που δεν τα ’ξερα. Κι έχασα τον μπούσουλα…
― Καλώς πράττεις. Δεν πρέπει να καταλαβαίνεις (δηλαδή να παραδέχεσαι) αυτά που σου λένε. Ο καλός πολίτης έχει χρέος να δουλεύει, να πεινά, να δέρνεται, να πλερώνει και να μην καταλαβαίνει… Όλα τα κρατικά όργανα: σχολειό, τύπος, ραδιόφωνο κλπ. ένα σκοπό έχουν: να σε… βοηθάνε να μην καταλαβαίνεις…
― Τώρα δεν… καταλαβαίνω και σένα!… Κοντεύει χρόνος τώρα που μου εξηγούν οι «Σωτήρες» μου πώς την ξεφορτωθήκαμε επί τέλους αυτήν την ενόχληση της εθνικής αυτοτελείας. Ωραία! Το πήρα απόφαση κι αποκοιμήθηκα. Ξαφνικά με ξυπνήσανε σάλπιγγες, αλόγατα, κανονιές. Τρίβω τα μάτια μου και ρωτάω: «― Τι συμβαίνει»; Κι ο γείτονάς μου ο Ριρής του Κολωνακιού μου απάντησε στη γλώσσα των «αιθουσών»: «― Τελούμεν την επέτειον της εθνικής ημών… αυτοτελείας, ο ρ ε σ ί β ι ε «! ― Μήπως εννοείτε, κ ύ ρ ι ε , το μνημόσυνον της αυτοτελείας»; Κι από τότες είναι μια ώρα που απόμεινα κούτσουρο…
― Να σε… κουνήσω εγώ! Δεν υπάρχει πραγματικά εθνική αυτοτέλεια. Μόνο που έχει καταργηθεί πολύ πριν σε… ειδοποιήσουνε. Αλλά πολύ πριν καταργηθεί η εθνική αυτοτέλεια, είχε καταργηθεί η έννοια «Έθνος»!
― Με φώτισες!
― «Έθνος» είναι μόνο ο λαός. Κάθε λαός. Αλλά μετά τον πόλεμο, όλ’ οι λαοί του δυτικού πολιτισμού ξαναγίνανε… μπουλούκια, όπως ήσαν στο Μεσαίωνα! Ωστόσο στα 1940, (τι παλιά εποχή!) ο Ελληνικός Λαός (που ήταν ακόμα «έθνος») είπε το «Όχι» στον ξένο εισβολέα. Δεν το ’παν οι «άλλοι» που πάντα λένε το «Ναι»! Κι ο Λαός και το ’πε και το ’κανε. Δε φώναξε «όχι» από το παράθυρο του σπιτιού του κ’ ύστερα να κλειστεί μέσα ή να φύγει. Το ’πε στο μέτωπο, στη φωτιά. Κ’ έμειν’ εκεί. Μετά την απελευθέρωση των… συνεργατών του εχθρού, το «Όχι» του Λαού το πήραν αυτοί. Αυτοί που λέγανε το «ναι» στον Καταχτητή έξι χρόνια αράδα! Και μια και το πήρανε, είναι αναγκασμένοι να το γιορτάζουνε: να γιορτάζουνε τον αγώνα υπέρ της εθνικής αυτοτελείας οι υπεύθυνοι της εθνικής υποτελείας. Αλλά παράλληλα κάνουνε και την εξής πλαστογραφία της ιστορίας: «Ο Λαός, ο οποίος μας επετέθη στα 1940 είναι άξιος σεβασμού και της φιλίας μας»… Πολύ σωστά. Όλ’ οι λαοί και σέβονται ο ένας τον άλλο κι αγαπιούνται, χωρίς να τους το «διδάξει» κανείς. Αλλά στα 1940 δεν μας επετέθη κανένας «λαός». Μας επετέθησαν διχτάτορες. Ρίχνουνε, λοιπόν, το φταίξιμο στους λαούς για να βγάλουν αθώο τον εαυτό τους. Κόρακας κοράκου μάτι δε βγάζει.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου