Δευτέρα 14 Μαΐου 2012

ΚΟΝΙΑΜΑΤΑ ΕΠΙΧΡΙΣΜΑΤΩΝ (προδιαγραφές των υλικών που χρειαζόμαστε για να φτιάξουμε λάσπη για σοβάτισμα)



Σε προηγούμενο άρθρο αναφερθήκαμε στη διαδικασία που ακολουθούμε μέχρι να φτάσουμε στο σημείο η οικοδομή μας να είναι έτοιμη για σοβάτισμα. Αφού τελειώσει το κτίσιμο των τούβλων, και μια σειρά άλλες εργασίες, έρχεται η ώρα που πρέπει να σοβατίσουμε την οικοδομή μας. Στο σημερινό άρθρο θα γίνει μια αναφορά στα κονιάματα των επιχρισμάτων, στη λάσπη δηλαδή, στα είδη κονιαμάτων, και τα συστατικά υλικά τους, ανάλογα με τον τύπο σοβατίσματος.

Κονίαμα ή λάσπη, ονομάζουμε ένα μίγμα που αποτελείται από αδρανές υλικό (άμμος λατομείου ή ποταμού, μαρμαρόσκονη), μιας τουλάχιστον συνδετικής-συγκολλητικής κονίας (τσιμέντο ή ασβέστη ή και τα δύο) και νερό. Η κονία δρα χημικά και μετά από ένα μικρό χρονικό διάστημα στερεοποιεί το κονίαμα. Το νερό είναι απαραίτητο (σε ορισμένη ποσότητα ανάλογα τον τύπο κονιάματος) για να προσδίδει εργασιμότητα στο κονίαμα και να διευκολύνει τις χημικές αντιδράσεις που συντελούν στην στερεοποίησή του.

Για το σοβάτισμα ενός κτισμένου τοίχου με τον πατροπαράδοτο τρόπο που μεταφέρουν οι μαστόροι ανά τους αιώνες, χρειάζονται τρεις στρώσεις (χέρια) κονιάματος. Τα τελευταία χρόνια η βιομηχανία των δομικών υλικών κατασκεύασε και σοβάδες μιας στρώσης, όπως και γυψοσοβάδες. Ακολουθώντας τον παραδοσιακό τρόπο σοβατίσματος, τρεις κυρίως είναι οι τύποι κονιαμάτων που χρησιμοποιούμε: τσιμεντοκονιάματα, ασβεστοκονιάματα και ασβεστοτσιμεντοκονιάματα, ανάλογα πάντα με τη θέση τους (εσωτερικά ή εξωτερικά του κτιρίου), τον τύπο του επιχρίσματος κλπ. Τα υλικά που χρησιμοποιούνται για την Παρασκευή του κονιάματος είναι:

Τσιμέντο

Το τσιμέντο, ή επίσημα σκυροκονίαμα, είναι ένα υδραυλικό συνδετικό κονίαμα. Δηλαδή είναι ένα λεπτά διαμερισμένο ανόργανο υλικό (σκόνη) που σε ανάμειξη με νερό σχηματίζει μια πάστα η οποία πήζει και σκληραίνει μέσω αντιδράσεων και διεργασιών ενυδάτωσης και μετά την σκλήρυνση επανακτά την αντοχή και την σταθερότητα ακόμα και μέσα στο νερό. Ο όρος τσιμέντο ή τσιμεντοκονία αναφέρεται στη συνδετική σκόνη, συνήθως προ της ανάμιξης με νερό, χωρίς άλλα αδρανή πρόσθετα όπως η άμμος. Η χημική αντίδραση του τσιμέντου με το νερό παράγει προϊόντα που έχουν χαρακτηριστικά πήξης και σκλήρυνσης. Έχει αποδειχθεί πειραματικά ότι όσο περισσότερο τσιμέντο (μέχρις ενός ορισμένου ορίου βέβαια) περιέχεται στην μονάδα όγκου του κονιάματος, εφόσον και οι λοιποί παράγοντες (ποιότητα και κοκκομετρική σύνθεση της άμμου, ποσότητα νερού, μέθοδος διάστρωσης και συμπύκνωσης, κλπ.) παραμένουν σταθεροί, τόσο μεγαλύτερη αντοχή εμφανίζει το κονίαμα.

Άμμος

(Λατομείου). Πρέπει να είναι καθαρή,  χωρίς προσμίξεις όπως πχ χώμα και με σωστή κοκομετρία. Η άμμος χωρίζεται στις παρακάτω κατηγορίες:

"Χοντρή άμμος" (με μέγεθος κόκκου άπό 0,50 μέχρι 1 χιλιοστό)
"Μέτρια λεπτή" ή "μέτρια χοντρή" (από 0,25 μέχρι 0,50 χιλιοστά)
"Λεπτή άμμος" ή "ψιλή άμμος" (από 0,10 ,μέχρι 0,25 χιλιοστά),
"Λεπτότατη άμμος" ή "πολύ ψιλή άμμος" (από 0,05 μέχρι 0,10 χιλιοστά).

Είναι πολύ σημαντικό στην παρασκευή του κονιάματος να επιλέξουμε τη σωστή άμμο. Μια πολύ χοντρή άμμος θα χρειαστεί για να γίνει λάσπη μεγαλύτερη ποσότητα ασβέστη και τσιμέντου, ενώ αντίθετα μια πολύ ψιλή άμμος, μικρότερες ποσότητες, με αποτέλεσμα την όχι σωστή εφαρμογή του σοβατίσματος. Το ιδανικό είναι μια μέτρια χοντρή άμμος, που θα «δέσει» με τα άλλα υλικά και θα μας δώσει σαν αποτέλεσμα την ιδανική λάσπη.

(Ποταμού). Σε πολλές περιοχές της χώρας οι μαστόροι χρησιμοποιούν στην παρασκευή κονιάματος αντί λατομείου, άμμο ποταμού ή ποταμίσια. Επίσης χρησιμοποιείται και στον σοβά τελικής στρώσης, αντικαθιστώντας την κοινή μαρμαρόσκονη, δίνοντας μια ιδιαίτερη εμφάνιση και υφή στην τελική επιφάνεια του επιχρίσματος. Χρειάζεται όμως μεγάλη προσοχή κατά τη διάρκεια του σοβατίσματος, η λάσπη να έχει το κατάλληλο τσιμέντο. Τυχόν «τσιγγουνιές» τιμωρούνται από το τελικό αποτέλεσμα σε μικρό χρονικό διάστημα (σκάσιμο ή πτώση σοβά).

Δεν χρησιμοποιούμε ποτέ άμμο θάλασσας, ακόμα κι αν μας διαβεβαιώσουν από τη μάντρα οικοδομικών υλικών πως είναι πλυμένη. Το αλάτι δημιουργεί μόνιμα προβλήματα στο σοβά.

Μαρμαρόσκονη

Χρησιμοποιείται αντί της άμμου για την τελευταία  στρώση στο σοβάτισμα. Η   μεταφορά   και  η  αποθήκευση  της  στο  εργοτάξιο πρέπει να γίνεται με τρόπο που να αποκλείεται η ρύπανση του υλικού και η μίξη του με άλλα υλικά.


Ασβέστης

Ο ασβέστης σε μορφή πολτού (υδράσβεστος), προσδίδει στο κονίαμα συγκολλητικές ικανότητες, βελτιώνοντας την πρόσφυσή του στην τοιχοποιία. Πρέπει να είναι καθαρός, να έχει φωτεινό λευκό χρώμα και να είναι πολύ καλά σβησμένος πριν τον χρησιμοποιήσουμε. Αν σοβατίσουμε με κονίαμα που περιέχει άσβηστο ασβέστη, όταν θα σβήσει στον τελειωμένο σοβά, θα δημιουργήσει στον τοίχο μικρά φουσκώματα (εξανθήματα), μειώνοντας την πρόσφυσή του στην τοιχοποιία. Στην περίπτωση που χρησιμοποιηθεί ασβέστης σε μορφή σκόνης, θα πρέπει να είναι καθαρός, τυποποιημένος και να τηρεί τις προδιαγραφές που ορίζονται από το κράτος.

Νερό

Σημαντικό είναι το νερό που θα χρησιμοποιήσουμε να είναι καθαρό και να μην έχει πολλά άλατα. Πολλές φορές, ειδικά όταν στην παρασκευή κονιαμάτων χρησιμοποιείται νερό από γεωτρήσεις, τα άλατα όταν στεγνώσει ο σοβάς βγαίνουν στην επιφάνειά του, δημιουργώντας προβλήματα αισθητικής μορφής.

Υποκατάστατα ασβέστη

Αρκετά χρόνια τώρα στην παρασκευή κονιαμάτων για σοβάτισμα,  χρησιμοποιούνται όλο και πιο συχνά, αντί του παραδοσιακού ασβέστη, υποκατάστατα σε υγρή ή μορφή σκόνης, που έχουν όλες τις ιδιότητες του κοινού ασβέστη, αποφεύγοντας όμως τα συνηθισμένα προβλήματα που παρουσιάζει η κακή ποιότητα ή χρήση του. Δείτε σύγκριση αυτών των προϊόντων με τον κοινό ασβέστη ΕΔΩ, και συγκεντρωμένα τα κυριότερα υποκατάστατα ασβέστη της Ελληνικής αγοράς ΕΔΩ.

Χημικές ύλες – πρόσθετα

Υπάρχουν στην αγορά πολλά χημικά υλικά, συνήθως σε υγρή μορφή, που προστίθενται στο κονίαμα, αναλόγως με τις ανάγκες που θέλουμε να εξυπηρετήσουμε. Για στεγανό σοβά, για καλύτερη εργασιμότητα και επιβράδυνση πήξης του κονιάματος κλπ. Σημαντικό στοιχείο είναι η επιλογή πιστοποιημένων εταιρειών που τα παράγουν και η τήρηση των οδηγιών αναλογίας και χρήσης τους.

Χρωστικές ύλες

Είναι έγχρωμες φυσικές ή τεχνητές κυρίως ανόργανες (προέρχονται από διάφορα ορυκτά ή μέταλλα) ή οργανικές ουσίες (αιθάλη ή το μαύρο του άνθρακα κλπ.). Κάθε χρωστική που χρησιμοποιείται σε επίχρισμα, πρέπει να εμφανίζει σταθερότητα χρωματισμού, να μένει ανεπηρέαστη από τον ασβέστη και να μην αλλοιώνεται από το φως. Η ποσότητα της χρωστικής ύλης είναι περίπου το 5-10% του βάρους του τσιμέντου.

Τεχνητές ίνες

Πιο συνηθισμένες οι ίνες πολυπροπυλενίου. Αναμιγνύονται στο κονίαμα οπλίζοντάς το, προστατεύοντας με αυτόν τον τρόπο τον σοβά από ρηγματώσεις και μετέπειτα μερεμέτια.

Αυτά είναι τα υλικά που θα χρειαστούν για να φτιάξουμε τη λάσπη που χρειάζεται για να σοβατιστεί ένας τοίχος, με τον συνηθισμένο «κλασικό» σοβά. Αφού εξασφαλίσουμε την σωστή ποιότητα στην αγορά τους, είναι επίσης σημαντικό να αναμιχθούν στις σωστές τους αναλογίες. Η ιδανική τέλειας αναλογία επιτυγχάνεται λαμβάνοντας υπόψη τα χαρακτηριστικά των υλικών όπως αναλύθηκαν πιο πάνω, και την γνώση και εμπειρία του ανθρώπινου παράγοντα. Να το πούμε με άλλα λόγια: τα καλύτερα υλικά δεν επιτυγχάνουν  ένα ιδανικό αποτέλεσμα αν ο μάστορας δεν είναι καλός και δεν αγαπάει τη δουλειά του.

Δεν υπάρχουν σχόλια: