Κυριακή 21 Οκτωβρίου 2012

"Η αρχιτεκτονική πρέπει ν' αρχίζει απ' τα θεμέλια" - Κυριάκος Κρόκος (1941-1998)

«Η ματιά πάνω στα πράγματα και τον κόσμο άλλαξε. Η μαστοριά και το μεράκι που συντήρησε και καλλιέργησε η μόδα του νεοκλασικισμού καταστράφηκε. Κάναμε πράγματα χωρίς να καταλαβαίνουμε, χωρίς κανένα βάθος, γιατί δεν είχαμε πεισθεί πραγματικά. Οι αρχές της νέας μόδας με το μπετόν σαν κυρίαρχο υλικό -αυτό δε φταίει βέβαια- μας μπέρδεψαν. Ο μηχανικός έπρεπε πια να πει πώς θα γίνει το σπίτι. Οι άνθρωποι δεν λένε πια θα χτίσω αλλά θα ρίξω πλάκα». Λόγια του Κυριάκου Κρόκου (1941-1998), ενός σπουδαίου αρχιτέκτονα και ζωγράφου που έφυγε από τη ζωή πρόωρα. Μέσα στο καλοκαίρι πραγματοποιήθηκε στο Μουσείο Μπενάκη έκθεση αφιερωμένη στο αρχιτεκτονικό και ζωγραφικό έργο του δημιουργού. Περιελάμβανε φωτογραφίες κτιρίων-δημιουργημάτων του, πρωτότυπα σχέδια και μακέτες καθώς και έργα ζωγραφικής του. Σημαντική στιγμή της εκδήλωσης ήταν η έκθεση στοιχείων αποτελούμενων από σοβά, ξύλο και μπετόν, που χρησιμοποίησε ο ίδιος για να παρουσιάσει την υλικότητα του έργου του όταν έλαβε μέρος εκπροσωπώντας την επίσημη ελληνική συμμετοχή, στην VΙ Biennale Αρχιτεκτονικής της Βενετίας, το 1996.

Παραθέτω βιογραφικά στοιχεία του Κυριάκου Κρόκου και αποσπάσματα από συνεντεύξεις του, που βρήκα στην εφημερίδα «Ριζοσπάστης» που σκιαγραφούν την προσωπικότητα αυτού του σημαντικού ανθρώπου.

«Σχεδίαζα από παιδί. Θυμάμαι πόσο ελεύθερος ένιωθα όταν ζωγράφιζα. Η κλίση μου αυτή έγινε αφορμή να δώσω εξετάσεις στην Αρχιτεκτονική Σχολή. Ηταν γύρω στο 1960. Ο Πικιώνης είχε φύγει...»

Σεμνός δημιουργός ο Κυριάκος Κρόκος, γεννημένος στη Σάμο, το 1941, σπούδασε στην Αρχιτεκτονική Σχολή του ΕΜΠ - δουλεύοντας παράλληλα στο αρχιτεκτονικό γραφείο καθηγητή του. Μετά το πτυχίο και το στρατό πήγε στο Παρίσι, όπου γνώρισε τον Γιάννη Τσαρούχη και μαθήτευσε κοντά του στη ζωγραφική. Ο Κυριάκος Κρόκος, επιστρέφοντας, παράλληλα με την αρχιτεκτονική ασκούνταν στη ζωγραφική. Το 1976 δημιούργησε δικό του αρχιτεκτονικό γραφείο. Εκανε σχέδια και επιβλέψεις ιδιωτικών κτιρίων και άρχισε να μετέχει σε αρχιτεκτονικούς διαγωνισμούς για δημόσια κτίρια, προκαλώντας μεγάλη αίσθηση με το μέτρο της αισθητικής του.

Αναφερόμενος στα χρόνια των σπουδών του στο ΕΜΠ, που βασίζονταν στη «μόδα μοντερνισμού», ο Κ. Κρόκος έλεγε: 

«Το μοντέρνο κίνημα στην Ελλάδα υπήρξε εισαγόμενη υπόθεση. Αλλού γεννήθηκε, μέσα σε μια πορεία εξελικτική. Υπήρξαν λόγοι που το δημιούργησαν και άνθρωποι εμπνευσμένοι που έθεσαν τις αρχές του. Αλλά στον τόπο μας ήρθε άκαιρα. Σ' έναν τόπο χωρίς αστικό πολιτισμό, αλλά αντίθετα μ' έναν μεγάλο λαϊκό πολιτισμό που συντηρούσε ακόμα και με το ένστικτο αξίες πολύτιμες των μεγάλων παραδόσεων του έθνους. Βλέπουμε σήμερα πόσο γρήγορα αλλοιώθηκαν όλα. Ο λαϊκός αυτός πολιτισμός ήταν τόσο ευαίσθητος επειδή ακριβώς ήταν λαϊκός. Σαν τα αγριολούλουδα που είναι όμορφα αλλά μαραίνονται γρήγορα. Το μοντέρνο κίνημα με την αφαιρετική του πρόταση δημιούργησε μία εύκολη μόδα, εν ονόματι της οποίας έπρεπε ν' αλλάξουν όλα. Και επειδή ήταν εύκολη έγινε καταφύγιο στις ανθρώπινες αδυναμίες, γιατί ο άνθρωπος είναι επιρρεπής στις ευκολίες.

Η ματιά πάνω στα πράγματα και τον κόσμο άλλαξε. Η μαστοριά και το μεράκι που συντήρησε και καλλιέργησε η μόδα του νεοκλασικισμού καταστράφηκε. Κάναμε πράγματα χωρίς να καταλαβαίνουμε, χωρίς κανένα βάθος, γιατί δεν είχαμε πεισθεί πραγματικά. Οι αρχές της νέας μόδας με το μπετόν σαν κυρίαρχο υλικό -αυτό δε φταίει βέβαια- μας μπέρδεψαν. Ο μηχανικός έπρεπε πια να πει πώς θα γίνει το σπίτι. Οι άνθρωποι δεν λένε πια θα χτίσω αλλά θα ρίξω πλάκα».


Χαρακτηριστική περίπτωση είναι η αρχιτεκτονική μελέτη του στο διαγωνισμό για το Μουσείο Βυζαντινού Πολιτισμού Θεσσαλονίκης (Α' Βραβείο, 1977), όπως και η μελέτη του στο Διεθνή Διαγωνισμό για το νέο Μουσείο Ακρόπολης (Επαινος, 1990). Να σημειωθεί ότι η μελέτη για το Μουσείο Βυζαντινού Πολιτισμού παρουσιάστηκε στην ΙΙΙ BIENNALE Αρχιτεκτονικής Δημοσίων Κτιρίων, στο παρισινό Πολιτιστικό Κέντρο «Pompidou» (1990), ενώ η υλοποίησή της βραβεύτηκε από το Ελληνικό Ινστιτούτο Αρχιτεκτονικής, σαν «υπόδειγμα δημοσίου κτιρίου στην Ελλάδα» (Αθήνα 2001). Το φθινόπωρο του 1996, ο Κυριάκος Κρόκος εκπροσώπησε την Ελλάδα στην VΙ ΒΙENNALE Αρχιτεκτονικής της Βενετίας.

Ο Κ. Κρόκος, πίστευε στην ομορφιά του απέριττου και απέρριπτε τη μεταμοντέρνα κακογουστιά:

«Είναι μια εικονογραφία ενοχλητική. Πιστεύω πως η αρχιτεκτονική πρέπει ν' αρχίζει απ' τα θεμέλια, από το σκάμμα που θα γίνει για να δεχτεί το κτίριο. (...) Το κτίριο μ' ενδιαφέρει και όχι τα ψεύτικα αετώματα. Εχω την ανάγκη να θυμηθώ ξεχασμένους κανόνες και να δουλέψω πάνω σ' αυτούς, γιατί πιστεύω ότι οι κανόνες δεν δημιουργούν δεσμεύσεις, αντίθετα απελευθερώνουν. Δες τα παλιά κτίρια πόσο σωστή τυποποίηση είχαν. Το ίδιο παράθυρο και όμως δεν είχαν μια κουραστική ομοιομορφία. Δουλεύοντας την ταμπλαδωτή πόρτα που είχαν δεχτεί ότι είναι σωστή την έκαναν όλοι με μικρές παρεκκλίσεις. Τώρα ο καθένας κάνει την πόρτα του».

Αλλα σημαντικά αρχιτεκτονικά έργα του, δημοσιευμένα σε ελληνικά και ξένα αρχιτεκτονικά περιοδικά, είναι η εσωτερική διαμόρφωση του κτιρίου που στεγάζει το «Θέατρο της οδού Κυκλάδων», το «Μουσείο Αλέκου Φασιανού» (Αθήνα), οι κατοικίες Βέττα (Φιλοθέη) και Ανδρεάδη (Χαλκιδική) κ.ά.
Δείγματα της ζωγραφικής του παρουσίασε σε ομαδικές εκθέσεις, ενώ το 1987 εξέδωσε το βιβλίο «Αρχιτεκτονικά Τοπία», με σχέδια και κείμενα δικά του και του Αλέκου Φασιανού.

Αναφερόμενος σε μια σωζόμενη πόρτα που είδε στην Πομπηία έλεγε ότι «ήταν σαν τις πόρτες όταν ήμουν παιδί, ίδια ακριβώς» και υπογράμμιζε: 

«Τώρα αλλάζουν όλα, εν ονόματι του μοντερνισμού, λες και πρέπει οπωσδήποτε να είναι διαφορετικά για να 'ναι "μοντέρνα". Ας θυμηθούμε ένα περιβάλλον που έγινε χωρίς αρχιτέκτονες, αλλά μόνο με τους κανόνες που υπαγόρευε η παράδοση κι ας το συγκρίνουμε μ' όλα αυτά τα συνονθυλεύματα που μας κατακλύζουν...».

Δεν υπάρχουν σχόλια: