Έχτισαν κάστρα και πολιτείες, εκκλησίες με τρούλους και εξάγωνα κωδωνοστάσια σε ένα παιγνίδισμα της δαιμόνιας τέχνης τους. Τζαμιά και υψηλούς μιναρέδες, παλάτια για τους μπέηδες και τους αγάδες. Αρχοντικά, βρύσες και δεξαμενές στεγανές. Μύλους, φούρνους, πέτρινα πηγάδια, πύργους και υδραγωγεία, γεφύρια μονότοξα και πολύτοξα που ο θεατής μένει έκθαμβος μπροστά στο κάλλος και τη μεγαλοπρέπεια των κτισμάτων ή έντρομος από την τόλμη των Μετεώρων όπου η λαϊκή αρχιτεκτονική μετεωρίστηκε σε δυσθεώρητα ύψη. Κατασκεύασαν έργα ιδιωτικά, έργα δημόσια, ταπεινά και δοξασμένα στο χρόνο με μια γηγενή αρχιτεκτονική αισθητική και αξιώθηκαν να γίνουν μύθος και δημοτικό τραγούδι.
Όλα αυτά με λιθανάγλυφα κάθε είδους απόληξης, όπου εκφραζόταν ένας ολόκληρος κόσμος γούστου, καημού και τρυφερότητας των μαστόρων της Ηπείρου. Τα έργα τους, σκορπισμένα επί αιώνες σε τόπους κοντινούς, αλλά και σε χώρες μακρινές, μιλούν από μόνα τους για τις αρχιτεκτονικές τους αρετές και την καλλιτεχνική τους αξία.
Η τέχνη της πέτρας
Οπως σημειώνει ο λαογράφος Βασίλης Μάργαρης, στην Ήπειρο για ποικίλους λόγους, που συναρτώνται κυρίως με τις γεωγραφικές παραμέτρους της - την ορεινή και δασώδη της σύνθεση, το πέτρινο και άγονό της έδαφος -, "ο πληθυσμός στράφηκε κατά τους τελευταίους αιώνες σε συγκεκριμένη επαγγελματική τροχιά, διέπρεψε και συχνά πρώτευσε στη χώρα μας σε πολλούς τομείς των δημιουργικών εκείνων τεχνών που βρίσκονται στα κράσπεδα της καλλιτεχνικότητας και συγχρόνως ανήκουν στην παράδοση του τόπου μας".
Η χέρσα και άγονη γη τους ψηλά στον Γράμμο και τον Σμόλικα σε συνάρτηση με μια ποικιλία γεωγραφικών και κοινωνικών παραγόντων - συνεχείς πληθυσμιακές μετακινήσεις, επιδρομές, κλπ- στάθηκε η βασική αιτία να εγκαταλείψουν οι κάτοικοι των χωριών κατά τον 16ο αιώνα την κτηνοτροφία και τη γεωργική καλλιέργεια και να στραφούν σε άλλες, περισσότερο προσοδοφόρες απασχολήσεις, σε τεχνικές δραστηριότητες όπως η επεξεργασία της πέτρας, η ξυλογλυπτική και η αγιογραφία που μπορούσαν να εξασκήσουν μακριά από τα σπίτια τους και τα χωριά τους.
Καστανιανίτες μαστόροι – Κάνσας (Αμερική) 1911 |
Οργανώνονταν, έτσι, σε συνεκτικές ομάδες με συγγενικό τις περισσότερες φορές βάθρο, (μπουλούκια, συνάφια, τσούρμο, ή νταϊφάδες) και με μια, συγχρόνως εξειδικευμένη βάση (χτίστες, ξυλουργοί, σιδεράδες, νταμαρτζήδες, κλπ) και ταξίδευαν στην Ήπειρο, τη Θεσσαλία, τη Μακεδονία και μετά έφταναν ως τα Βαλκάνια, την Περσία, την Ινδία και ως την Αφρική, ακόμη και τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Οι μάστορες
"Όλη τους η τέχνη ήταν μία λέξη: αργά. Όσο πιο αργά δούλευαν, τόσο πιο καλοί μάστοροι ήταν. Τραγουδούσαν και σφύριζαν στο πελέκημα για να ξεχνιούνται και να μη βιάζονται. Γλεντούσαν την αργάδα τους. Θυμάμαι τον πατέρα μου που 'λεγε: ``μια ζουρλοτσουκανιά, μια μέρα δουλειά``, μια άσχημη καλεμιά ήθελε παραπάνω ώρες δουλειά", διηγείται ο μάστορας Δήμος Φλίνδρης.
Αυτός ο ντόπιος λαϊκός τεχνίτης, ο κούδαρης, ο Ηπειρώτης τεχνίτης ταξιδευτής, υπήρξε ο σιωπηρός, αφανής δημιουργός του εθνικού οικοδομήματος και ακολούθησε, θαρρείς από ένστικτο, μια μέθοδο σοφή. Αντί να αγνοήσει τη φύση, να την κοντράρει, προτίμησε να συνδιαλέγεται μαζί της.
Καστανιανίτες μαστόροι – Κάνσας (Αμερική) 1911 |
Οι τεχνίτες, οι "Φίλοι του Θεού" όπως τους αποκαλούσαν οι Τούρκοι, απολάμβαναν της υπόληψης και του σεβασμού και από τον λαό και από τον Τούρκο κυρίαρχο. Κινιόντουσαν ελεύθερα και την ευθύνη της ζωής τους την είχαν οι τοπικοί άρχοντες, μπέηδες και αγάδες, εξαιτίας της ιδιαίτερης ειδίκευσής τους. Το ωράριο εργασίας τους ήταν εξαντλητικό για αυτό και όλοι τους ήταν ξερακιανοί, αδύνατοι, ηλιοκαμένοι…σπαθάτοι.
Οι άνθρωποι αυτοί ήταν σκληραγωγημένοι ορεινοί πληθυσμοί με τροχισμένο το μυαλό τους από την έλλειψη αγαθών που με φειδώ τους παρείχε η άγονη πατρίδα τους Τους διάκρινε το οξύ πνεύμα, αλλά και η παρατηρητικότητα και η φιλεργία και υπομονή για να αντιμετωπίσουν τις ποικίλες αντιξοότητες της ζωής. Ήταν οικονόμοι, τίμιοι στις συναλλαγές τους, φιλήσυχοι και νομοταγείς. Ήταν φιλοσκώμμονες, φιλοπαίγμονες, ευφυολόγοι, που από την έλλειψη οποιασδήποτε μορφώσεως έφταναν στη χοντρή σάτιρα. Ασκούσαν σαν τεχνίτες την "τέχνη των τεχνών" την αρχιτεκτονική, που πλαισιώνεται στο φυσικό περιβάλλον, από όπου εμπνέεται ο λαϊκός τεχνίτης. Έκαναν, όπως είπαμε, την καταλληλότερη επεξεργασία και χρήση των υλικών, που συναντούσαν στους τόπους της εργασίας τους και σύμφωνα με τις τοπικές συνθήκες και τις ανάγκες φύτευαν εκεί τα αυθόρμητα αρχιτεκτονικά σχέδια, που γεννούσε η ιδιοφυία τους, βοηθούμενοι από τη μακρινή και ένδοξη παράδοση.
Ηπειρώτες μαστόροι σε εργασίες διάνοιξης σιδηροδρομικής γραμμής – Ντιτρόιτ (ΗΠΑ) – 1927 |
Τα μπουλούκια
Οι μάστορες της πέτρας, οι Κουδαραίοι κιοπρουλήδες όπως τους αποκαλούσαν από τη συνθηματική τους γλώσσα (κούδα=πέτρα) που "…χτούσανε τον κόσμο όλο, χτούσανε και τα γιοφύρια του", "βαστούσαν" από τις πράες, μυριοδασωμένες και πολύβρυσες πλαγιές του Γράμμου από τα χωριά των "Κουδαρέων", τα χωριά των κτιστών, τα ξακουστά Μαστοροχώρια της Πυρσόγιαννης, της Βούρμπιανης.
Οργανωμένοι σε παρέες δουλειάς, τα περίφημα μπουλούκια, "όργωναν" την Ελλάδα, αλλά και κάθε γωνιά της Βαλκανικής και έχτιζαν εκκλησιές, σπίτια, τζαμιά, καμπαναριά, αρχοντικά, κάστρα, μύλους, χάνια και γεφύρια.
Τα μπουλούκια των μαστόρων - οι συντεχνίες - στηρίζονταν λειτουργικά στο εθιμικό δίκαιο, σε άγραφους, αυστηρούς κανόνες και σε μια απαράβατη ιεραρχία: μαθητούδια, τσιράκια, καλφάδες, αρχικαλφάδες, μάστοροι. Στην κορυφή επικεφαλής του μπουλουκιού βρισκόταν ο πρωτομάστορας (αρχιμάστορας) ο οποίος έπρεπε να συγκεντρώνει συγκεκριμένες ικανότητες και δεξιότητες. Να είναι ευρηματικός, οργανωτικός, σχεδιαστής με καλλιτεχνικό ένστικτο και δημιουργική εικαστική εκφραστικότητα, να έχει τολμηρή φαντασία, να είναι καπάτσος στην εκτέλεση δύσκολων εργασιών, αλλά και στο παζάρεμα της δουλειάς. Τα έργα του χαράζονταν επί τόπου με μόνο μέτρο τον άνθρωπο και τις ανάγκες του. Το χρήσιμο, το απαραίτητο. Ο ίδιος φρόντιζε για την εξεύρεση εργασίας, την πληρωμή των μαστόρων και επιστατούσε γενικά στο μπουλούκι. Εργαζόταν και αυτός συχνά στα θεμέλια της οικοδομής, στις προσόψεις και στις γωνιές που "κλείδωναν" τα αγκωνάρια. Τα θεμέλια της οικοδομής, ο "μπινάς" στα τούρκικα, ήταν πολύ υψηλή υπόθεση για να την αφήσει στους άλλους μάστορες. Αν τα θεμέλια ήταν η βάση της ζωής του έργου του λαϊκού τεχνίτη, οι προσόψεις, οι γωνίες, ήταν η βιτρίνα, η δόξα της δουλειάς του.
Το γεφύρι της Κόνιτσας. Δημιούργημα του πρωτομάστορα Ζιώγα Φρόντζου. Κτίστηκε το 1870 για να συνδέσει την Τύμφη με την Τραπεζίτσα πάνω από τον «ατίθασο» ποταμό Αώο. |
Οι ανειδίκευτοι εργάτες, τα τσιράκια του μπουλουκιού, έφτιαχναν τη λάσπη και κουβαλούσαν με το πηλοφόρι την ειδική ξύλινη σκάφη που λεγόταν γκοβάτ, γι' αυτό και λέγονταν γκοβατζήδες.
Άλλη εργασία των μαθητευόμενων ήταν να σπάνε και να κουβαλούν με τα ζώα τις πέτρες, ασβέστη και άμμο, αγκωνάρια ή πρέκια (ανώφλια) και κατώφλια για πόρτες και παράθυρα, και να μαθαίνουν κοντά στους μαστόρους την τέχνη, το ζανάτι (ζανατζής=τεχνίτης).
Δούλευαν στους διατεταγμένους χώρους της εργασίας από την ανατολή του ήλιου μέχρι τη δύση, πότε χωρίς φαΐ, που ήταν πάντα υπολογισμένο στο μεροκάματό τους. Δούλευαν με τα υλικά που είχε κάθε τόπος και το αυτοσχέδιο λατομείο. Δούλευαν περιοδικά από τις αποκριές μέχρι το Νοέμβρη, οπότε και γύριζαν στο "μεμλεκέτι", την ιδιαίτερη πατρίδα τους.
Καστάνιανη - λεπτομέρεια |
Οι περισσότεροι ήταν τελείως αγράμματοι, χωρίς την παραμικρή μηχανική γνώση. Και όμως ο πρωτομάστορας ήταν ο αρχιτέκτονας του έργου.
Κατά τις απανωτές εξορμήσεις τους για δουλειά χρησιμοποιούσαν τη συνθηματική γλώσσα, τα κουδαρίτικα, για να μην τους καταλαβαίνουν οι εκάστοτε εργοδότες και γενικά οι τρίτοι. Έτσι "Κούφιο" ήταν η οικοδομή, "Κριτσέλης" το αποχωρητήριο, "Θοδώρα" το τσίπουρο, "Μαυρομάτες" οι ελιές και "Απαλό" το λάδι.
Οι μαστόροι εκτός από τα εργαλεία τους έριχναν στο δερμάτινο σάκο τους το τσόκι, το σφυρί, που στα διαλείμματα της δουλειάς το περνούσαν στο ζωνάρι. Το τσόκι ήταν το πρώτο εργαλείο που κληροδοτείται από πατέρα σε παιδί, συμβολίζοντας τη μετάβαση της τέχνης από τη μια γενιά στην άλλη.
Χρησιμοποιούσαν το τούβλο και το κεραμίδι στα βαλτώδη και τους κάμπους, τις πέτρες και τις πλάκες από μαρμαρυγιακό σχιστόλιθο στα ορεινά και τα πετρώδη, και τα άφθονα ξύλα των δασών, για τις ξυλοδεσιές, όπου έχτιζαν ξερολιθιά δίχως λάσπη. Και είναι να απορεί κανείς πως στέριωσαν τριώροφα αρχοντικά με ξερολιθιά. Η στερεότητα των τοίχων εξηγείται με τη σωστή κατασκευή τους, τη δυνατότερη έδραση και το καλύτερο συναρμολόγημα των λίθων.
Καλντερίμι στην Καστάνιανη |
Ο αποχωρισμός
Η αναχώρηση των μπουλουκιών γινόταν συνήθως την άνοιξη και συγκεκριμένα Καθαροδευτέρα και η επιστροφή το φθινόπωρο. Την Τρίτη δεν ξεκινούσε κανένας γιατί το είχαν για γρουσουζιά. Ο τόπος του αποχωρισμού όπου γινόταν το ξεπροβόδισμα θύμιζε ατμόσφαιρα αρχαίας τραγωδίας. "Ντέρτι" και "μαντήλα" λεγόταν το σημείο του μισεμού. Γυναίκες που μοιρολογούσαν, άντρες που δάκρυζαν στη γωνία, μανάδες και πατεράδες - γέροι - με βαριά καρδιά, σχολιαρόπαιδα, συγγενείς και χωριανοί και ο παπάς που ευλογούσε το τελευταίο κολατσιό των ξενιτεμένων και το πολύμηνο ταξίδι, προσδοκούσαν όλοι και προσεύχονταν γοργά να διαβεί ο καιρός, να γυρίσουν οι άντρες καλά και "καζαντισμένοι" (ματσωμένοι). Μαντήλια που ανέμιζαν και έπειτα οι γυναίκες γύριζαν στο σπίτι τοποθετώντας πάνω στις εξώπορτες μικρά κλαριά από κρανιές και κέρδους και σταυροκοπούμενες με ευχές για τους ταξιδεμένους.
Κείμενο: Γιάννης Σεφεριάδης
12 σχόλια:
μπραβο μπραβο μπραβο
Καλημέρα σου και καλή Κυριακάτικη ραστώνη.
Οι φωτογραφίες με τις γέφυρες, μου έφεραν στο νου ένα Μυθιστόρημα που είχα πριν αρκετά χρόνια διαβάσει.
Με γοήτευσε, μου άφησε μια γεύση που ακόμα την κουβαλάω.
Νομίζω ότι εσένα που έχεις και σχέση με το αντικείμενο, θα σε συναρπάσει.
Αν μπορείς να το προμηθευτείς είναι του :
Άρη Φακίνου, τίτλος του: "ΤΟ ΌΝΕΙΡΟ ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΜΑΣΤΟΡΑ ΝΙΚΗΤΑ"
Από τις εκδόσεις Καστανιώτη.
Αναφέρετε στα 1779 σε μια περιοχή της Μακεδονίας που ο Ηπειρώτης πρωτομάστορας Νικήτας, με ένα σπουδαίο επιτελείο χτιστάδων από όλη την χώρα, παλεύει να γεφυρώσει την μεγαλύτερη και πιο επικίνδυνη χαράδρα των Βαλκανίων.
Αν πετύχει η προσπάθεια θα μπορέσει η Τουρκοκρατούμενη Ελλάδα να έρθει πιο κοντά στην Ευρώπη και στα φώτα της δύσης και στις ιδέες που προετοιμάζουν την Γαλλική Επανάσταση .
Οι καινούργιοι όμως δρόμοι και οι γέφυρες, δεν φέρνουν μόνον όσους εμείς θέλουμε.
Έτσι τα όνειρα του Πρωτομάστορα βρίσκονται αντιμέτωπα με μια σκληρή πραγματικότητα, με την ιστορική διαδρομή, με σκοπιμότητες ,με την ανθρώπινη μικρότητα, με μικρά και μεγάλα συμφέροντα, ......Ε,δεν θα στο πω και όλο.
Φανταστική ανάρτηση που φέρνει μια νοσταλγία για τα παλιά.
Να είσαι καλά!
Καλησπέρα Νίκο,
να είσαι καλά.
Καλή δύναμη!
Καλησπέρα "ββ"
μακάρι, αλλά που να βρεθεί χρόνος γι αυτή τη ρημάδα τη ραστώνη...
Ούτε την Κυριακή.
Ευχαριστώ για την πρότασή σου.
Από την μίνι παρουσίαση που έκανες, φαίνεται ενδιαφέρον καταρχήν σα θέμα.
Ο συγγραφέας γνωστός για την αξία του, άρα στην επόμενη αγορά βιβλίων, αν στο μεταξύ δεν κοπούν εντελώς κι αυτά, καταλαβαίνεις το λόγο, θα είναι προτεραιότητά μου.
Να ξεκινήσει μια όσο καλύτερη γίνεται εβδομάδα από το πρωί, στο εύχομαι.
Καλή δύναμη!
xristin καλησπέρα.
Σ' ευχαριστώ για τα καλά σου λόγια.
Να είσαι κι εσύ καλά.
Καλή εβδομάδα από αύριο.
Καλή δύναμη!
Πολύ αξιόλογη ιστορική αναδρομή των έργων και ημερών των Ηπειρωτών χτιστάδων (πετράδων θα έλεγα καλύτερα). Η απαράμιλλη τέχνη τους στο πελέκημα και κτίσιμο της πέτρας (για τη σκληρή δουλειά δεν το συζητώ), ειδικά όσον αφορά τα περίφημα γιοφύρια τα οποία αποτελούν μοναδικά αριστουργήματα της Ελληνικής Λαϊκής Αρχιτεκτονικής, θα μείνει στην ιστορία. Μάστορες με όλη τη σημασία της λέξης!!
Πολύ όμορφες ιστορικές φωτό, αναμένουμε το Β’ μέρος!
Καλό βράδυ.
Αγαπητέ scorpion49,
Κάποτε, παλιά, ήρθε στο γιαπί ένας συγγενής του «αφεντικού», του ιδιοκτήτη της οικοδομής, και τον έψαχνε.
Ήταν καλοντυμένος και φορούσε γυαλιστερά παπούτσια.
Όπως πέρασε ανάμεσά μας, ανάμεσα από τους μαστόρους που δουλεύαμε εκείνη τη στιγμή, κάπου πετάχτηκε λίγη λάσπη και τον πιτσίλησε.
Μη σκεφτείς κάτι σοβαρό, δυο σταγόνες.
Ο «μουσαφίρης» μας που λες δυσανασχέτησε, και ένας τεχνίτης, νομίζω αυτός που «τον λέρωσε», του λέει:
«μάστορα πρόσεξε που περνάς, γιατί θα λερωθείς».
Λοιπόν, τι ήθελε να τον πει μάστορα;
Έγινε πόλεμος στο γιαπί: «και θα με πεις εμένα μάστορα», και «σου μοιάζω εγώ για μάστορας;» και άλλα τέτοια φαιδρά.
Γιατί σου τα λέω τώρα αυτά;
Γράφεις: «Μάστορες με όλη τη σημασία της λέξης!!»
Πολύ σωστά, «μάστορας» είναι τίτλος τιμής στο χώρο της εργασίας και παραέξω.
Που να το καταλάβει αυτό ο κύριος με τα γυαλιστερά παπούτσια;
Έχεις την καλησπέρα μου και καλή δύναμη!
Καλησπέρα κι απο μενα..Εγω ειμαι ντουλιανατης απ το βυθο δηλαδη με το καινουριο και ειμαι εγγονος ενος απ αυτων που ειχαν παει στην περσια για την κατασκευη του σιδηροδρομικου εργου...Ο παππους μου εν ονοματι ΤΣΙΟΥΜΑΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΤΟΥ ΖΗΣΗ πρωτομαστορας στο επαγγελμα πελεκητης...Καθε φορα που τ ανοιγω συγκινουμαι.....φιλια πολλα και αν χρειαστειτε κι αλλες πληροφοριες ειμαιστη διαθεση σας!!!!
"Ανώνυμε" φίλε, καλησπέρα!
Το σχόλιό σου συγκίνησε και μένα. Αυτοί οι άνθρωποι, οι παππούδες μας, γύρισαν πολλά μέρη της γης, χτίζοντας τα σπίτια των ανθρώπων, κατασκευάζοντας έργα που έκαναν τη ζωή των ανθρώπων καλύτερη. Το λιγότερο που οφείλουμε εμείς οι απόγονοί τους, είναι να κρατάμε αναμμένη τη φλόγα της θύμησης γι' αυτούς που τώρα έρχονται και γι' αυτούς που θα' ρθουν στο μέλλον.
Φυσικά και χρειάζομαι πληροφορίες.
Στείλε ένα μέηλ για να γνωριστούμε καλύτερα και να τα πούμε πιο αναλυτικά:
e.oikodomos@gmail.com
Καλή δύναμη!
@Ανώνυμος:
Διέγραψα το σχόλιό σου. Στο ιστολόγιο αυτό δεν διαφημίζουμε επαγγελματίες, καλό είναι να το τηρήσουμε.
Δημοσίευση σχολίου