Τετάρτη 13 Απριλίου 2016

Η κατακρήμνιση της «ελευθερίας των επιλογών»


Είναι και αυτά τα παλιά, έρημα σπίτια που κρύβονται στις γωνιές της πόλης μας. Όσο οι χρόνοι ανεβαίνουν και κατεβαίνουν, σε κάθε δύση ένα κομμάτι τους χάνεται. Χθες ένα σκαλοπάτι, σήμερα δύο κεραμίδια.
Αντί για κουρτίνες, στα φρύδια των παραθύρων κρέμονται αγριάδες και αράχνες. Αυτά τα ερείπια πονάνε σαν τα ματαιωμένα όνειρα, αφού συνεχίζουν να υπάρχουν – όσο και αν πέφτουν – συνεχίζουν οι ίσκοι τους να ορίζουν το χώρο, συνεχίζουν  να θυμίζουν ότι κάποτε υπήρξαμε. Είναι αλήθεια, κάποτε υπήρξαμε και εμείς και αυτά. Κάποτε ζήσαμε γιορτές και γέλια μέσα σε τοίχους που μας προστάτευσαν από τις παγωνιές και τις βροχές.  Δεν θα ενοχλούσαν τόσο τα ρημαγμένα, ούτε τα σπίτια, ούτε τα όνειρα, αν μέσα τους δεν κείτονταν κορμιά. Πίσω από τους τοίχους, ανάμεσα σε σπασμένα πλακάκια και κομματιασμένους σοβάδες, ακουμπισμένο ένα στρώμα και στην άκρη του διπλωμένες δύο κουβέρτες. Στην παλιά χορταριασμένη κουζίνα ένα γκαζάκι του καφέ και ένα μπουκάλι καθαρό νερό… ποιό ερείπιο να κοιτάξεις πρώτο; Μπαίνοντας στο χώρο, ψυχανεμίζεσαι την ανθρώπινη αναπνοή και όταν συναντήσεις την προίκα του παράνομου εισβολέα αναρωτιέσαι, πως μπόρεσε να βγάλει το  χειμώνα πίσω από τα σπασμένα τζάμια, κάτω από τα ετοιμόρροπα δοκάρια…

Τόσο περιττοί έχουμε γίνει πια οι άνθρωποι, που δεν υπάρχει για καθέναν από μας ένας τόπος να ξαποστάσει;

Τόσο μίκρυνε η γη που δε μας χωράει πλέον;

Θα σπεύσουν κάποιοι να αποδώσουν ατομικές ευθύνες δίνοντας στις διαπιστώσεις τους μορφή κατηγορητηρίου. Εύκολα εντοπίζουμε τις ευθύνες, αποκόπτοντας  την ατομική ζωή από το κοινωνικό της πλαίσιο. Εύκολα απομονώνουμε το άτομο από το περιβάλλον. Εύκολα βγάζουμε το λουλούδι από το χώμα,  περιμένοντας να δούμε πως αναπτύσσεται… όμως, συνήθως πεθαίνει. Δε νοείται ανθρώπινη ζωή έξω από ανθρώπινη κοινωνία και δε νοείται άνθρωπος έξω από τα όρια των επιλογών που του  θέτει αυτή η κοινωνία. Ζούμε σε ένα δομημένο περιβάλλον και η δόμησή του συνίσταται ακριβώς στη διαχείριση δοσμένων πιθανοτήτων.1 Δεν είναι ότι τα άτομα δεν έχουν ευθύνες. Δεν είναι ότι επέλεξαν με σωστά ή λάθος κριτήρια. Είναι, ότι οι άνθρωποι διαλέγουμε μέσα από το φάσμα των  επιλογών που μας προσφέρει η κοινωνία μας. Είμαστε όντως homo eligens, το επιλέγον ζώο, σύμφωνα με τον Bauman, αλλά όσο και αν κανείς είναι έξυπνος, ταλαντούχος ή ικανός, όσο και αν θα μπορούσε να προσπαθήσει πιο συστηματικά, πιο υπάκουα, πιο αγόγγυστα ή πιο πονηρά… ότι και αν είναι, δεν μπορεί παρά να κινηθεί εντός των οριοθετημένων κοινωνικών πλαισίων. Αυτά τα πλαίσια, τα τελευταία χρόνια βαθμιαία στενεύουν. Η γλάστρα μικραίνει, το λουλούδι πνίγεται.

Αυτά τα όρια που χωρίζουν εκείνον που επιβιώνει από εκείνον που φυτοζωεί στα παγκάκια και στα ερείπια έρχονται κατά πάνω μας. Δεν είναι οι έκτακτες οικονομικές συνθήκες της χώρας μας, δεν είναι ούτε η πατρίδα μας ελαττωματική, ούτε εμείς, ούτε οι απέναντι. Είναι μια συστηματική διαδικασία αποκλεισμού των ανθρώπων από τη ζωή που εκτυλίσσεται σε ολόκληρο τον κόσμο. Εκεί που η οικονομία μεγεθύνεται, εκεί που ο οικονομικός φιλελευθερισμός βασιλεύει, εκεί θεριεύει ο κοινωνικός αποκλεισμός και γίνεται τόσο «φυσιολογικός» που, τελικά, θεσμοθετείται. Στις Η.Π.Α. έχουν έναν φορέα με το όνομα «Εθνικό Κέντρο για τις Άστεγες Οικογένειες». Φαντάσου, τόσο δεδομένη θεωρείται η κατάσταση της έλλειψης στέγης που το κράτος δημιούργησε εξειδικευμένο φορέα, όχι για να την αντιμετωπίσει και να δώσει λύση στους ανθρώπους, αλλά για να τη μετρήσει και να την μετατρέψει σε στατιστική. Δεν έφτιαξε έναν «Εθνικό Φορέα Εύρεσης Στέγης», αλλά μια δομή για την περιγραφή της κατάστασης. Σύμφωνα με αυτή την αρχή, το 2013 υπήρχαν στις  Η.Π.Α. 2,5 εκατομμύρια άστεγα παιδιά, δηλαδή 1 παιδί άστεγο για κάθε 30. Στο σύστημα που επικαλείται την πλήρη ελευθερία των επιλογών, εκεί που όλες οι πιθανότητες  χάσκουν ορθάνοιχτες, αυτές που κυρίως υλοποιούνται είναι εκείνες που καταβυθίζουν την ποιότητα ζωής και καταδικάζουν παιδιά και ενηλίκους στην ένδεια. Πόση είναι αυτή η ένδεια; Είναι τόση, ώστε το 2013 η Διεθνής Οργάνωση Εργασίας υπολόγισε ότι υπήρχαν 3 δισεκατομμύρια άνθρωποι που ζούσαν με λιγότερα από 2 αμερικάνικα δολάρια την ημέρα.2

Επάνω σ’ αυτή τη φτώχια, σ’ αυτόν τον αποκλεισμό από κάθε προοπτική επικάθεται και το βάρος της προσωπικής ευθύνης. Από τη μια μεριά, θύματα μιας οικονομίας που φτωχοποιεί και από την άλλη διάσπαρτες, αποκομμένες ατομικότητες που βιώνουν την ευθύνη μιας κατάντιας σαν να ήταν δική τους ανεπάρκεια. Στην πατρίδα μας, οι σύγχρονοι αποκλεισμένοι – είτε άστεγοι, είτε απολυμένοι, είτε περιστασιακά απασχολούμενοι – στέκονται στις άκρες των δρόμων για να μας θυμίζουν ότι οφείλουμε να νιώθουμε ευγνωμοσύνη, που έχουμε τουλάχιστον μισό πιάτο φαγητό. Η καθεστηκυία τάξη προτείνει να αρκεστούμε σε αυτό, να μη διεκδικήσουμε την ολόκληρη μερίδα. Η στάση της παραιτημένης υποταγής θα μας προστατεύσει, λένε, από τα χειρότερα. Μια συμβουλή που επιτρέπει την αποκάλυψη της απειλής του χορτάτου στον πεινασμένο, λίγο πριν λιμοκτονήσει.

Ωστόσο, πριν κανείς φτάσει να κοιμάται στα παγκάκια και στα ερείπια – αρκετό καιρό πριν – αντιλαμβάνεται το όριο της ικανότητας επιβίωσής του να κονταίνει. Εμείς, αυτό το όριο το νιώθουμε. Το νιώθουμε κάθε φορά που θέλουμε να στείλουμε το παιδί στην ξένη γλώσσα και δε βγαίνει το μηνιάτικο. Όταν θέλουμε να πάμε στο γιατρό και δε βγαίνει η επίσκεψη. Όταν ζητάμε από τη ΔΕΗ διακανονισμό για το λογαριασμό ρεύματος. Αυτή την αγριότητα της ελευθερίας των επιλογών, που κινείται πρακτικά μεταξύ της ελευθερίας του να έχεις ή να μην έχεις ρεύμα, να έχεις ή να μην έχεις φάρμακα, να έχεις ή να μην έχεις φαγητό, τη βιώνουμε ως σχετική ανέχεια καιρό πριν βρεθούμε στην απόλυτη εκδοχή της… και  θα βρεθούμε σίγουρα, όσο επιλέγουμε να παίζουμε με τα «πειραγμένα ζάρια» που μας δίνουν. Εκεί που τελειώνουν τα ράφια και ξεκινούν τα ταμεία των μεγάλων εμπορικών καταστημάτων κατακρημνίζεται το νεοφιλελεύθερο θεώρημα της ατομικής ελευθερίας. Εκεί, η κοινωνική διάσταση της ανθρώπινης ζωής μεθερμηνεύεται σε ατομική ευθύνη, σε ατομικό λάθος, σε ατομικό πρόβλημα, για να δικαιολογήσει στη συνέχεια, διαδοχικές ατομικές αντιδράσεις αδιαφορίας.

Από τα υψηλότερα επιτεύγματα της σύγχρονης ζωής, από αυτά που είναι τόσο απλησίαστα ψηλά για τους πολλούς, από εκεί αρχίζει η κατακρήμνιση της ελευθερίας των επιλογών.

1. Zygmunt Bauman, Πλούτος και ανισότητα. Μας ωφελεί όλους ο πλούτος των ολίγων;, μτφ. Γ. Λαμπράκος, Οκτώ, Αθήνα 2013, σ. 38. 2. Στο ίδιο, σ. 19.

Σοφία Χ. Χουδαλάκη

Δεν υπάρχουν σχόλια: