Πέμπτη 8 Σεπτεμβρίου 2011

Kάλπικα μετάλλια ή αθλητισμός για το λαό;

«Η υπόθεση Κεντέρη - Θάνου για το τροχαίο ατύχημα την παραμονή της έναρξης των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004 πήρε τέλος. Το Εφετείο αθώωσε τους δύο αθλητές με ομόφωνη απόφαση.» (ΜΜΕ)

Ωραία λοιπόν! Μια υπόθεση που απασχόλησε για εφτά χρόνια, και σηματοδότησε το ξεφούσκωμα του Ελληνικού αθλητισμού όπως τουλάχιστον τον ζήσαμε τα χρόνια της Σημιτικής «ισχυρής» Ελλάδας, έφτασε – δικαστικά – στο τέλος της και …ούτε γάτα ούτε ζημιά.

Δεν μου προξενεί εντύπωση η αθώωση των δύο πρώην «υπερ-ηρώων» μας. Γνήσια τέκνα ενός βρώμικου και βουτηγμένου στα αναβολικά «αθλητισμού» αυτοί αλλά και άλλοι συνάδελφοί τους, έπαιξαν καλά το ρόλο που τους είχε διανεμηθεί από τους πολιτικούς-κομματικούς αλλά και τους οικονομικούς χορηγούς-μέντορές τους.

Το έργο είχε καλή σκηνοθεσία, ιδανικό σκηνικό, λαμπερούς πρωταγωνιστές και μεγάλο κοινό. Ένα κοινό διψασμένο για ήρωες-πρότυπα. Ένα λαό που διψούσε για νίκες κάθε είδους άρα και αθλητικές, με κάθε μέσο, νίκες που θα επιβεβαίωναν αυτό που με κάθε τρόπο διατυμπάνιζαν το πολιτικό καθεστώς και τα τηλεοπτικά παπαγαλάκια του:

η Ελλάδα είναι μια ισχυρή χώρα πολιτικά με την ευρωπαϊκή ενοποίηση, οικονομικά (ζώνη του ευρώ), αλλά και αθλητικά, αφού όχι μόνο κοιτάζει στα μάτια τις υπερδυνάμεις του παγκόσμιου αθλητισμού, αλλά μπορεί και να τις νικήσει!

Οι υπερ-ήρωες αθλητές μας, μεγάλοι πρωταγωνιστές αυτού του έργου, απολάμβαναν πολλά προνόμια όπως αρμόζει σε μια χώρα όπου όλα, θετικά ή αρνητικά τα περνάμε μέσα από το φίλτρο της υπερβολής.

Δημοσιότητα, φιέστες όπου χιλιάδες λαού ούρλιαζαν «Ελλάς-Ελλάς» τα καλοκαιρινά βράδια  στα μαρμάρινα στάδια, ξεχνώντας τα προβλήματα που θα έβρισκαν πάλι μπροστά τους μόλις ξημέρωνε η μέρα…, βούρκωναν στο άκουσμα του εθνικού ύμνου και ανατρίχιαζαν απέναντι στη γαλανόλευκη σημαία, φουσκωμένοι (όχι από αναβολικά αυτοί) από εθνική υπερηφάνεια.

Δόξα, συναντήσεις και φωτογραφήσεις με την πολιτική, αθλητική, επιχειρηματική και θρησκευτική ηγεσία της χώρας. Μέχρι και καράβια βαφτίζονταν με τ’ όνομά τους (!!!!). Δηλώσεις για την ανωτερότητα της ελληνικής φυλής:

«Οι Έλληνες είμαστε γεννημένοι πρώτοι. Τα υπόλοιπα είναι για τους δεύτερους. Το αποδεικνύουμε εδώ και χιλιάδες χρόνια σε όλο τον κόσμο. Το έχουμε στα κύτταρά μας και είναι το μεγαλύτερο δώρο. Είναι κρίμα να το αμφισβητούμε. Όταν υπάρχει ελληνική ψυχή και πίστη στο Θεό, μπορείς να κατακτήσεις την κορυφή του κόσμου» (θυμάστε τη Φανή Χαλκιά;)

Χρήμα και επαγγελματική εξασφάλιση για το μέλλον τους. Τραπεζικοί λογαριασμοί με πολλά μηδενικά, χορηγοί, διαφημίσεις και …αξιωματικοί των ενόπλων δυνάμεων της χώρας.

Τα ταρτάν ίδρωναν, οι μπάρες αναστέναζαν και οι πισίνες φουρτούνιαζαν. Οι …ανώτεροι Έλληνες αθλητές προήλαυναν και σάρωναν τους «ξένους», συλλέγοντας δεκάδες μετάλλια, από χρυσό ασήμι και χαλκό.

Και φυσικά η απαραίτητη ανάκρουση του εθνικού μας ύμνου προς …τέρψιν του φιλοθεάμονος κοινού… και στην υγειά των κορόιδων. Του λαού δηλαδή που έψαχνε κάπου ν’ ακουμπήσει, να στηρίξει την ελπίδα αλλά και την …  επιβεβαίωση της ψευδαίσθησης πως επιτέλους, «γίναμε» κάποιοι.

Όλοι ή μάλλον οι περισσότεροι, γνωρίζαμε. Ή τουλάχιστον με έκπληξη αναρωτιόμαστε: πως είναι δυνατόν;  αλλά σιωπούσαμε και απολαμβάναμε το γλυκό μεθύσι της νίκης και της ψευτοεπιβεβαίωσης. Και φυσικά οι αθλητές απολάμβαναν  όλα τα παραπάνω προνόμια από την κορυφή του …Ολύμπου.

Η άποψη πως αυτοί ήταν τα θύματα όλης αυτής της κατάστασης, καλλιεργήθηκε και πέρασε σ’ ένα μεγάλο τμήμα της κοινής γνώμης. Ήταν όμως έτσι; Σίγουρα όχι. Ήξεραν από πριν του όρους του παιχνιδιού και τους είχαν αποδεχτεί.

Ο στόχος του πρωταθλητισμού ριζώνει στο μυαλό των μικρών παιδιών από την αρχή της ενασχόλησής τους με τον αθλητισμό. Ριζώνει επίσης και μάλλον πρωτίστως στο μυαλό των γονιών τους, που βλέπουν στον αθλητισμό μια διέξοδο που θα αποφέρει οικονομικά έσοδα στα παιδιά άρα και στις οικογένειές τους.

Δεν χρειάζεται λοιπόν τα παιδιά να κουραστούν, να «αναμετρηθούν» με τη γνώση, να σπουδάσουν. Κι αν πάρουν τα πτυχία τους, μετά τι; Ενώ οι πρωταθλητές εξασφαλίζουν το μέλλον τους χωρίς όλα αυτά, και παράλληλα είναι «κάποιοι», ξεχωρίζουν από την ανωνυμία.. Και δώστου αναβολικά από τους μαθητικούς αγώνες ακόμα. Με τις γνωστές πια συνέπειες στην υγεία τους.

Ας επανέλθω όμως στο θέμα «εθνική υπερηφάνεια». Μια άποψη που την άκουσα πολύ, από την περίοδο ακόμα της έξαρσης του «αθλητικού φαινομένου Ελλάδα», είναι πως «ξέρω ότι αυτό που βλέπω είναι πλαστό, κάλπικο, μα έχω ανάγκη να νιώσω υπερήφανος, να νικήσω και γω κάπου ρε αδελφέ» ή «για να χτυπήσουμε τους ξένους υπερ-αθλητές, ένας τρόπος μόνο υπάρχει, ο δικός τους».

Τραβάμε λοιπόν τόσο μεγάλο ζόρι να νικήσουμε τους ξένους «υπεραθλητές»; Για ποιο λόγο; Αυτοί δεν αντιπροσωπεύουν κανένα αθλητισμό. Είναι αντιπρόσωποι ενός βρώμικου συστήματος που κινούν οι μεγάλες πολυεθνικές εταιρίες, που στόχο μοναδικό έχουν τη μεγαλύτερη ακόμα εδραίωσή τους στον παγκόσμιο οικονομικό-πολιτικό χάρτη.

Με τη μορφή των «χορηγιών» (εξευτέλισαν την έννοια αυτής της υπέροχης ελληνικής λέξης), ελέγχουν και κατευθύνουν την παραγωγή «προτύπων» σε όλο τον πλανήτη. Και φυσικά διαμορφώνουν συνειδήσεις…

Χρησιμοποιούν τους αθλητές όσο τους φέρνουν έσοδα και όταν δεν τους χρειάζονται πια, τους παραμερίζουν για να πάρουν τη θέση τους άλλοι πιο φρέσκοι. Θυμηθείτε πόσο γρήγορα και εύκολα απέσυραν την «υποστήριξή» τους σε Θάνου και Κεντέρη, οι εταιρίες-χορηγοί με το ξέσπασμα του σκανδάλου-τροχαίο. Έκαναν πως δεν  ήθελαν ούτε να τους ξέρουν…

Ο Κεντέρης και η Θάνου λοιπόν δεν ήταν ούτε πιόνια, ούτε θύματα, ούτε άμοιροι ευθυνών. Συμμετείχαν υπεργολαβικά στη μεγάλη εργολαβία χειραγώγησης της κοινής γνώμης, από τις μεγάλες πολυεθνικές  και τους εδώ υπαλλήλους τους, τις ελληνικές κυβερνήσεις. Συμμετείχαν με πλήρη συνείδηση σ' ένα παιχνίδι τζογαδόρικο, κάτι σαν τη ρουλέτα.

Όσο κέρδιζαν, όλα ήταν καλά. Στο τζόγο όμως δεν κερδίζεις πάντα, κάποτε χάνεις και κάποτε τα χάνεις όλα. Δεν μπορώ μα και δεν πρέπει να τους λυπηθώ όταν ξέρω και ξέρουν κι αυτοί από πριν ότι με κοροϊδεύουν, και είναι ζήτημα χρόνου ή συγκυριών να αποκαλυφτούν και να ξεφτιλιστούν στα μάτια μου.

Θα τους παραδεχόμουν αν έβγαιναν οι ίδιοι, έστω μετά την αποκάλυψή τους, τα παραδέχονταν όλα και παράλληλα κατείγγελναν το όλο σύστημα και μετανιωμένοι επέστρεφαν τα κάλπικα μετάλλιά τους. Θα τους χειροκροτούσα. Αλλά ο εθισμένος στο τζόγο παίκτης, ακόμα και την ώρα που βουλιάζει χρεοκοπημένος, πιστεύει πως θα ...ρεφάρει.

Η ανάγκη λοιπόν για ήρωες, η ανάγκη μας για πρότυπα μπορεί να μας οδηγεί στην αποδοχή μιας εικονικής πραγματικότητας; Έχουμε λοιπόν αλλοτριωθεί τόσο πολύ πια; Είναι τόσο διεφθαρμένη η ελληνική κοινωνία για να αποδέχεται και να επικροτεί τόση σαπίλα; Η απάντηση είναι «ναι».

Η αλήθεια είναι πως έχουμε ανάγκη για πρότυπα και ήρωες-στηρίγματα που θα μας βγάλουν από τα αδιέξοδά μας, περισσότερο ίσως από κάθε άλλη εποχή. Από την άλλη όμως η υιοθέτηση όλων αυτών των πλαστών προτύπων μέχρι σήμερα, έπαιξε το ρόλο της στην αποσάθρωση του λεγόμενου ¨κοινωνικού ιστού».

Η ιστορία του λαού μας είναι γεμάτη από ήρωες-πρότυπα που μπορούν και πρέπει να μας εμπνεύσουν στη διεκδίκηση του σήμερα και του αύριο. Ας μην πάμε μακριά όμως. Ήρωες υπάρχουν ανάμεσά μας, δίπλα μας, γύρω μας, παντού. Χρειάζεται να τους δούμε. Τα γυαλιά που φόρεσε στα μάτια μας η εξουσία, είναι θολά και δεν μας αφήνουν να τους διακρίνουμε.

Ήρωας είναι ο εργαζόμενος που παλεύει για το μεροκάματο, όταν το έχει,  στο γιαπί, στο εργοστάσιο, στο γραφείο, , να ζήσει την οικογένειά του, δεχόμενος το ένα χαστούκι μετά το άλλο από την κάθε μορφής εξουσία, την εργοδοσία, την εφορία, την πιστώτρια τράπεζα.

Ήρωας είναι ο απολυμένος, ο άνεργος που δεν σταματά να ψάχνει για δουλειά και να ελπίζει όταν, το βράδυ χώνει τα πόδια του στη λεκάνη με το ζεστό νερό για να ξεπρηστούν. Ηρωίδα είναι η εργαζόμενη μάνα που καλείται να τα βγάλει πέρα έχοντας «δυο καρπούζια στην ίδια μασχάλη».

Ήρωες είναι όσοι φοιτούν, όσοι σπουδάζουν αντιμετωπίζοντας ανυπέρβλητα τις περισσότερες φορές εμπόδια. Ήρωας είναι ο παππούς που μετρά και ξαναμετρά τα ψιλά και δεν του βγαίνουν, να πάρει ένα δώρο στο εγγόνι του.

Ήρωας είναι αυτός που σκέφτεται, που αγωνιά, που συνειδητά παλεύει, βαδίζοντας στο δύσκολο μα όμορφο  δρόμο του αγώνα.

Εκεί να βρούμε τους πραγματικούς ήρωές μας, στο στίβο της ζωής. Οι «άλλοι» είναι πλαστοί. Όπως και τα μετάλλιά τους. Απ’ έξω γιάλιζαν μα αν τα έτριβες λίγο, το χέρι σου μαύριζε από τη γάνα. Γανωμένη δόξα, γανωμένα ιδανικά, γανωμένα πρότυπα.

Ο Κεντέρης και η Θάνου ήταν η κορυφή του παγόβουνου. Ενός παγόβουνου που έπεσε με ορμή πάνω στο σαθρό οικοδόμημα του ελληνικού αθλητισμού και το συνέθλιψε. Αρκετοί από τους «ήρωές» μας των προηγουμένων ετών, αποδείχτηκαν και επίσημα ντοπαρισμένοι, βάζοντας ένα τέλος στην προσδοκία και των πιο αφελών θεατών, όλα αυτά να είναι «ένα κατασκεύασμα των ξένων».

Όλοι αυτοί οι αθλητές και οι προαγωγοί-προπονητές τους είναι προϊόντα αυτού του απάνθρωπου καπιταλιστικού συστήματος στο οποίο ζούμε, που έχει στο επίκεντρό του το κέρδος. Το κέρδος είναι ο θεός κι όλοι προσκυνούν και τον υπηρετούν με κάθε δυνατό τρόπο. Ο Κεντέρης και η Θάνου ίσως νόμισαν πως έγιναν «συνεταιράκια» αυτού του συστήματος. Στην ουσία όμως ήταν οι πιστοί και αφοσιωμένοι «δούλοι» του.

Και το σύστημα που ξέρει ν΄ανταμοίβει τους υποτακτικούς του, δεν τους άφησε ξεκρέμαστους νομικά. Τους κάλυψε και μετά από «ταλαιπωρία» εφτά χρόνων, τους παρέδωσε «καθαρούς» (χα!) στην κοινωνία.

Το ερώτημα που τίθεται λοιπόν στον κάθε ένα από μας είναι: τί αθλητισμό θέλουμε; Έναν «αθλητισμό» σαν αυτό που ζήσαμε και ζούμε τόσα χρόνια, με προκάτ υπερ-ήρωες και «θαύματα» της επιστήμης;

Ή έναν αθλητισμό που στο επίκεντρό του θα έχει τον άνθρωπο, όλους τους ανθρώπους, έναν μαζικό, λαϊκό αθλητισμό; Έναν αθλητισμό που θα έχει σκοπό του να κάνει πράξη το ρητό των αρχαίων παππούδων μας: «νους υγιείς εν σώματι υγιεί».

Όσοι επιλέγουμε το δεύτερο, ξέρουμε ότι θέλει πολλή δουλειά για να το πετύχουμε. Και η επιτυχία του είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με  μια γενικότερη αλλαγή του κοινωνικού συστήματος στο οποίο ζούμε. Ανατροπή λοιπόν του υπάρχοντος συστήματος. Αυτή είναι η μόνη διέξοδος. Και ανοικοδόμηση μιας κοινωνίας, ενός συστήματος, που στο επίκεντρό του τη δεσπόζουσα θέση θα κρατά ο Άνθρωπος. Και στον αθλητισμό…

"Αθλητισμός" για τους λίγους, με το λαό θεατή;













ή αθλητισμός με πρωταγωνιστή το λαό;

Οι φωτοτυπίες ...στοιχίζουν

Του Γιάννη Καλαϊτζή, Ελευθεροτυπία

Τρίτη 6 Σεπτεμβρίου 2011

Στο οβελιστήριον η Ελλάς

Σαν  βγεις στον πηγαιμό για το σουβλάκι

Εχθές το βράδυ μετά το σχόλασμα από την δουλεία και όντας πεινασμένος και μονίμως λαίμαργος ανηφόρησα προς το πλησιέστερο(και καλύτερο) συνοικιακό οβελιστήριο προκειμένου να διαχειριστώ τις επείγουσες υποθέσεις του στομαχιού μου.

Ο σουβλατζής που με αποκαλεί  «Πάτερ» λόγω του μακριού μαλλιού και της περιστασιακής γενειάδας μου, καθόταν και έπινε μια μπυρίτσα και κάλεσε και εμένα να του κάνω παρέα μέχρι να φουμάρει ένα τσιγάρο, ή πιο σωστά μια από εκείνες τις καινούριες τις πίπες υδρατμού που έχουν γίνει μόδα τελευταία σε όλους όσους θέλουν να περιορίσουν το πατροπαράδοτο φράξιμο των πνευμόνων τους.

Άνοιξε μια ακόμα μπύρα για να πιω και εγώ, και όπως καταλαβαίνετε η κουβέντα δεν άργησε να πάει στα πολιτικά. Ξεκινήσαμε όπως ήταν φυσικό από την αύξηση του ΦΠΑ στους χώρους εστίασης ενω σύντομα άρχισαν να συμμετέχουν στην συζήτηση και δυο τύποι από το παραδίπλα τραπέζι, και εκεί άρχισε το καλό, η επίρριψη ευθυνών για την κρίση και την κατάντια της ελληνικής οικονομίας.

Αρχικά για όλα έφταιγαν οι δημόσιοι υπάλληλοι που τους κρατάνε τόσα χρόνια και δεν τους απολύουν. Οι τύποι από το διπλανό τραπέζι ήταν κατηγορηματικοί και σχεδόν δεν θα κατάφερνα να μιλήσω αν δεν χρειαζόταν να κάνουν διάλειμμα για να μασήσουν, αν και πάλι έχω την εντύπωση ότι έδιναν περισσότερη σημασία στο φαί παρά σε εκείνα που τους έλεγα τα οποία κατά πάσα πιθανότητα δεν μπορούσαν με τίποτα να χωνέψουν.

Την σειρά πήραν οι «ξένοι», εκείνοι που σέρνουν μαζί τους όλες τις αρρώστιες του σύμπαντος, από χολέρα μέχρι οσφιοκαμψία, και οι άλλοι που βγάζουν τσουβαλιές το συνάλλαγμα από την χώρα με αποτέλεσμα να βουλιάζουν την τοπική οικονομία.

Στο σημείο εκείνο άρχισα να τους κάνω μια υπερανάλυση για το πώς πολλές καπιταλιστικές χώρες βάσισαν την ανάπτυξη τους στην είσοδο εργατών μεταναστών, για το γεγονός ότι τα χρήματα που παίρνουν τα επιστρέφουν με το παραπάνω σε μορφή έργου δια της εργασίας τους και ότι αν θέλουν να βρουν ενόχους για το ποιοι εξάγουν το χρήμα από την χώρα καλύτερα θα έκαναν να κοίταζαν προς την μεριά των τραπεζών και των πολυεθνικών.

Είχαν μείνει με ανοιχτό το στόμα, προσπαθούσα να διαπιστώσω αν τους θάμπωσα με αυτά που τους είπα ή αν δεν καταλάβαιναν τίποτα, και πάνω που ήμουν έτοιμος να αποφανθώ το δεύτερο, παρατήρησα ότι μπάνιζαν δυο διερχόμενα γκομενάκια(με το συμπάθιο στις φεμινίστριες αλλά δεν θα αυτολογοκριθώJ) γύρω στα 20 χρόνια μικρότερα από αυτούς, που σημαίνει ότι βρισκόταν στην κατάλληλη ηλικία για εμένα, όμως στην μέση μιας πολιτικής συζήτησης, έστω και αυτού του επιπέδου, δεν αφήνουμε το γάμο να πάμε για πουρνάρια.

Όσο εγώ συνέχιζα λοιπόν τον μονόλογό μου, εκείνοι μουρμούριζαν κάτι για τα κορίτσια, μέχρι που σταμάτησα να προσπαθώ να τους εξηγήσω και περίμενα να βγούν απο το οπτικό μας πεδίο.

Έριξα μια ματιά στον σουβλατζή που ωστόσο είχε αποσυρθεί για να μου φτιάξει τα σουβλάκια αλλά δεν τα είχε έτοιμα ακόμα, οπότε γέμισα το ποτήρι με λίγη ακόμα μπύρα και ετοιμάστηκα για τον επόμενο γύρο(γύρο συνομιλιών όχι κρέατος).

Με το που συνήλθαν άρχισαν να κατηγορούν το ΠΑΣΟΚ, όχι επειδή έχει πάρει τα χειρότερα αντιλαϊκά μέτρα από την εποχή του Λουδοβίκου, αλλά ακριβώς για το αντίθετο, επειδή υποτίθεται κωλυσιεργεί με αποτέλεσμα η τρόικα να μην μας αφήνει στην ησυχία μας και να μας έχει γίνει στενός κορσές.

Επειδή είμαι αρκετά ξεροκέφαλος αποφάσισα να μην τα παρατήσω και άρχισα να τους εξηγώ πως όλα αυτά τα μέτρα που παίρνονται δεν παίρνονται για να σωθεί ο λαός αλλά για να γίνει η εργατική τάξη της χώρας μας υποχείριο των διεθνών καπιταλιστικών συμφερόντων(βέβαια τους το είπα πιο αναλυτικά και με πιο απλά λόγια και όχι με τον κομμουνιστικό τρόπο που χρησιμοποίησα στο κείμενο). Μια φορά αγύριστο κεφάλι εγώ, δυο φορές εκείνοι(ήταν και περισσότεροι βλέπετε) ,

άρχισαν να μου αναφέρουν διάφορες χώρες, κυρίως της Ασίας, που όπως τους είχε διαβεβαιώσει ένας φίλος τους οικονομολόγος(μάλλον τον Βενιζέλο θα ρωτήσανε), έκαναν ακριβώς ότι και εμείς και τώρα έχουν θετικούς δείκτες ανάπτυξης. Αφού τους ανέφερα ότι τα μεροκάματα εκεί δεν σε φτάνουν ούτε για να αγοράσεις σαρδέλα και ότι οι πατεράδες βγάζουν τις κόρες τους στο σφυρί, και αφού συμφώνησαν τουλάχιστον σε αυτό, απαιτούσαν από εμένα να παραδεχθώ ότι και εμείς παραήμασταν καλομαθημένοι(ξέρετε τα γνωστά, αλλάζουμε αυτοκίνητο κάθε 2 μήνες και έχουμε από 7 σπίτια ο καθ ένας).

Ευτυχώς πάνω εκεί τα σουβλάκια είχαν ετοιμαστεί και απέφυγα να επιλέξω έναν από τους δυο μοναδικούς δρόμους που υπάρχουν διαθέσιμοι σε αυτές τις περιπτώσεις, δηλαδή είτε να τσακωθώ, είτε να αρχίσω να τους δουλεύω ψιλό γαζί.

Ανέβηκα στην μηχανή, τους καληνύχτισα και κατευθύνθηκα προς το σπίτι μου κατά-απογοητευμένος από την πλήρη απουσία κριτικής και αναλυτικής σκέψης και από το αμάσητο χώνεμα των όσων ακούνε αριστερά και δεξιά(αλλά κυρίως δεξιά) από τα διάφορα ΜΜΕ οι κατά τα άλλα συμπαθείς συμπολίτες μου.

Δυστυχώς, μέρα με την μέρα διαπιστώνω ότι αν περιμένουμε πρώτα ο κόσμος να αλλάξει μυαλά και ύστερα να ορμήξουμε στους καπιταλιστές θα χρειαστεί να περιμένουμε για πολύ καιρό. Γνωρίζω βέβαια ότι συγκεκριμένες καταστάσεις πυροδοτούνται από συγκεκριμένα γεγονότα κάτω από τις κατάλληλες συνθήκες, αλλά θα ήθελα να παρατηρούσα γύρω μου και μια παραπάνω αφύπνιση,

έτσι ώστε όταν θα έρθει εκείνη η ευλογημένη ώρα της επανάστασης και της οικοδόμησης να είναι περισσότεροι εκείνοι που ξέρουν τι κάνουν και το κάνουν συνειδητά , παρά να ακολουθούν απλά σαν κοπάδι εκείνον που σηκώνει ψηλά την σημαία λες και είναι πρόβατα.

Τουλάχιστον τα σουβλάκια τα ευχαριστήθηκα παρακολουθώντας μια καλή ταινία…

Λαγωνικάκης Φραγκίσκος(Poexania)

Πηγή: http://e-globbing.blogspot.com/

Η φτώχεια μας …τα πλούτη τους!!! (τι είχες Γιάννη, τι είχα πάντα…)

του Σταμάτη Θεοδωρόπουλου

«Αυτοί που αρπανε το φαϊ απ το τραπέζι κηρύχνουν τη λιτότητα. Αυτοί που παίρνουν όλα τα δοσίματα ζητάν θυσίες.Οι χορτάτοι μιλάν στους πεινασμένους για τις μεγάλες εποχές που θα‘ρθουν.»
-Μπέρτολτ Μπρέχτ

Στην ελλάδα ειναι σαφές πως υπάρχει τεραστίου όγκου συσσωρευμένος πλούτος και παρ'ολα αυτά ο λαός πάλι καλείτε να πληρώσει για χρέη που ποτέ δεν δημιούργησε. Σε ποιά χέρια όμως βρίσκεται αυτός ο πλούτος;

Ας δούμε ορισμένα παραδείγματα,τα οποία είχε δημοσιεύσει παλαιότερα ο εκπαιδευτικός-οικονομολόγος Γιάννης Κυριακάκης και που συμπηρώθηκαν με το πέρασμα του χρόνου:

* Τα τελευταία 13 χρόνια το ΑΕΠ της χώρας αυξήθηκε κατά 75%. Αφού το δικό μας – των εργαζομένων – εισόδημα δεν αυξήθηκε καθόλου.

ΠΟΥ ΠΗΓΕ ΟΛΟΣ ΑΥΤΟΣ Ο ΠΛΟΥΤΟΣ ;

* 30.000 ελληνικές οικογένειες διαθέτουν στα τμήματα private banking των τραπεζών περίπου 50 δις € ενώ άλλα 40 δις έχουν καταθέσει έλληνες πολίτες στο εξωτερικό. Μάλλον δημόσιοι υπάλληλοι θα ‘ναι ,ξέρεις,εκείνα των...ρετιρέ..

* Μόνο οι εισηγμένες στο Χρηματιστήριο εταιρείες είχαν κέρδη: 11,8 δις € το 2009, 10 δις το 2008 και 11,3 δις το 2007. Η Εθνική Τράπεζα την τελευταία πενταετία είχε κέρδη 6,3 δις €. Το 2009 η ΔΕΗ πραγματοποίησε κέρδη 1,1 δις ενώ προέβλεπε ο προϋπολογισμός της 531 εκατ. €.

* Ελληνικές επιχειρήσεις (υπολογίζονται περίπου 4.000) έχουν επενδύσει σχεδόν 20 δις € στο εξωτερικό, από τα οποία τα 16 δις στα Βαλκάνια.

* Την τετραετία 2004 – 2008 χαρίστηκαν πάνω από 9 δις € σε περίπου 50.000 επιχειρήσεις ( τα 5,1 δις από τη μείωση του συντελεστή φορολόγησης των κερδών από 35% σε 25% και 3,5 δις από τις δυο ρυθμίσεις περαίωσης ανέλεγκτων χρήσεων.)

* Υπάρχουν 10.000 υπεράκτιες (offshore) εταιρείες ελληνικών συμφερόντων που διακινούν γύρω στα 500 δις € και το δημόσιο χάνει ετησίως από φόρους 6 δις.

* Κάθε χρόνο οι καταναλωτές πληρώνουν και οι μεγάλες ιδιωτικές επιχειρήσεις εισπράττουν αλλά δεν αποδίδουν περί τα 6 με 6,5 δις € από ΦΠΑ (προ 23%).

* Η εισφοροδιαφυγή φτάνει τα 8 δις € ετησίως.

* Πάνω από 5.000 επιχειρήσεις οφείλουν 31 δις € στο δημόσιο.

* Οι έλληνες εφοπλιστές αγόρασαν το 2009 -χρονιά κρίσης- 164 μεταχειρισμένα πλοία διαθέτοντας 3,16 δις $. Μικρό ποσό για τους εφοπλιστές. Ο ελληνικός εφοπλισμός ελέγχει σχεδόν το 20% του παγκόσμιου στόλου και το 40,9% της κοινοτικής ναυτιλίας.

Αν και αποτελεί παγκόσμια δύναμη στηρίζεται σημαντικά από το ελληνικό τραπεζικό σύστημα. Η Εθνική Τράπεζα τους έχει δανείσει 3,5 δις €, η Πειραιώς 2 δις € κι ακολουθούν οι υπόλοιπες. Με τις δικές μας, τις λαϊκές αποταμιεύσεις – καταθέσεις οι τράπεζες χρηματοδοτούν το «θαύμα» της ελληνικής ναυτιλίας.

* Κι επειδή είμαστε παραδοσιακά ναυτική χώρα δεν θα μπορούσε να υστερούμε και σε κότερα, θαλαμηγούς κλπ.

Ο Θοδ. και Γιάννα Αγγελοπούλου πούλησαν τη θαλαμηγό τους -που ήταν η καλύτερη στη χώρα- κι αγόρασαν ένα υπερσύγχρονο mega yacht μήκους 85,6 μέτρων κι αξίας 150 εκατομ. $.

Ο εφοπλιστής Προκοπίου έχει παραγγείλει θαλαμηγό 106 μέτρων και αξίας πάνω από 100 εκατ.$.

Ο Π. Δράγνης έχει κότερο 82 μέτρα. Έχει γραφτεί ότι η θαλαμηγός του Μελισσανίδη κοστίζει 65 εκ., του Κούστα 60 εκ., του Βαφειά το ίδιο κι ακολουθούν άλλοι με ακριβότερα κι άλλοι με φθηνότερα κότερα, όπως Κοπελούζος, Πατέρας, Τσάκος, Αλαφούζος, Δημ. Κωστόπουλος, Ρέστης, Βασιλάκης, Κοντομηνάς, Μαρινόπουλος κλπ. Ο Σπ. Λάτσης νοικιάζει την 117 μέτρων «Τurama», σε μη έχοντες κότερο επιχειρηματίες, αντί 90.000 € τη μέρα !

* Μη νομίσετε ότι υστερούμε και στον αέρα. Διακόσια είκοσι ιδιωτικά αεροπλάνα είναι καταγεγραμμένα στα ελληνικά νηολόγια (χώρια όσα είναι σε νηολόγια του εξωτερικού ).

Η Μαρ. Λάτση έχει 3 ιδιωτικά τζετ (Boeing 757, Boeing 737 και Gulfstream IV), o Βγενόπουλος 2 (Cesna και Falcon 900), o M.Κυριακού ένα και καλό αξίας 50 εκ., ο Ρέστης ένα των 47 εκ., ο Κόκκαλης, ο Μελισσανίδης, ο Τσακίρης, ο Μαρινάκης, ο Θοδ. κι η Γ. Αγγελοπούλου και πολλοί άλλοι. Τα έξοδα συντήρησης ενός τέτοιου αεροσκάφους φτάνουν το χρόνο 1 με 1,5 εκατ. € !

* Ο Λ. Λαυρεντιάδης ξόδεψε το Δεκέμβρη 70 εκ. € κι αγόρασε το 31,3% της Proton Bank αφού πρωτύτερα είχε δώσει 36 εκ. για το 50% του γηπέδου Καραϊσκάκη και άλλα 86 εκ. για να επαναγοράσει τη «Νεοχημική», από την πολυεθνική Carlyle.

Έδωσε και κάτι «ψιλά» για ν’ αποκτήσει μερτικό σε κάποια από τα μεγαλύτερα ΜΜΕ της χώρας (13,53% στον Πήγασο, που ελέγχει ΜEGA και Έθνος, 9,62% στην Ελευθεροτυπία, κι ελέγχει Flash 9.61, Espresso, City Press, Αthens News, Σφήνα, Ισοτιμία κλπ).

Ο Β. Ρέστης αγόρασε το πιο αναγνωρίσιμο τουριστικό αξιοθέατο του Μαυροβουνίου, το νησάκι του Αγ. Στεφάνου, ξοδεύοντας 30 εκ. € και σχεδιάζει να επενδύσει 50 εκ. χτίζοντας βίλες σε αυτό.

* Έρευνα του Hotels.com από τοκαλοκαίρι του 2009 έδειξε πως η ακριβότερη σουϊτα στον κόσμο νοικιάζεται 50.000$ και είναι του Grand Resort στο Λαγονήσι Αττικής!

* Σύμφωνα με στοιχεία του ΕΟΤ, από το Μάρτη του 2005 ως τον Οκτώβρη του 2009, είχαν υπαχθεί στον αναπτυξιακό νόμο (Ν. 3290/04) 1790 επενδύσεις ξενοδόχων προϋπολογισμού 5,7 δις € και επιδοτήθηκαν με 2,5 δις €. Δηλαδή το 44% ήταν από δικά μας λεφτά. Τζάμπα επενδυτές μιας και τα υπόλοιπα είναι δανεικά από τις δικές μας καταθέσεις στις τράπεζες.

* Πάνω που πήγαν να μας πείσουν πως «δεν υπάρχει σάλιο» και λίγο μετά την ανακοίνωση της επιτήρησης, πληροφορηθήκαμε πως αγοράζουμε 6 γαλλικές φρεγάτες κόστους 2,5 δις €(!!!), για να υπερασπίζουν τα «εθνικά μας δίκαια» ανοιχτά της Σομαλίας και στον Περσικό κόλπο.

Δεν αναφέρομαι καθόλου στις μίζες και στα σκάνδαλα (Siemens, Βατοπαίδι, δομημένα ομόλογα, διαγραφή προστίμου 5,5 δις € της «Ακρόπολης» κλπ) γιατί είναι γνωστά. Άλλωστε τι εξέλιξη να περίμενε κανείς γι'αυτά; Γνωρίζουν και οι πέτρες τι κατάληξη έχουν αυτές οι ιστορίες στην Ελλάδα.

Ούτε στα χαριστικά , πάμπολλα δις € που τέθηκαν στη διάθεση των τραπεζών και τώρα τα χρησιμοποιούν για να δανείσουν το κράτος σαν κοινοί τοκογλύφοι.


Μπορεί να ζούμε όλοι στην ίδια χώρα αλλά είμαστε δυο διαφορετικές χώρες, δυο διαφορετικοί και αντίθετοι κόσμοι. Δυο κόσμοι μέσα στην ίδια χώρα.


Από τη μια ο κόσμος μας:

ανεργία, απολύσεις, τρομοκρατία κι εξευτελισμοί στους χώρους δουλειάς, ανασφάλιστη εργασία, μερική απασχόληση, προσωρινή απασχόληση, συντάξεις των 400€ , μισθοί πείνας που μειώνονται , εργασιακή εφεδρεία και ο μαύρος Σεπτέμβρης προ των πυλών, σύνταξη στα 67, δάνεια και κάρτες τις περισσότερες των περιπτώσεων σε αδυναμία πληρωμών,

τα φροντιστήρια των παιδιών, η βενζίνη στα 1,8 € και το πετρέλαιο να παραμονεύει να έρθει ως ληστής το χειμώνα (η πληρώνεις η κρυώνεις) στις περισσότερες περιοχές της χώρας, ο 13ος και 14ος μισθός χάθηκαν , κατάργηση των συμβάσεων, ο φόβος κι η αγωνία για το αύριο, η ανεργία σε ιστορικά υψηλά (36.000 απολύσεις τον Μαϊο ,μόνο!!!)και οι Σεπτέμβρης-Οκτώβρης δεν ήρθαν ακόμη ,μήνες που επιβαρύνουν τον δείκτη ανεργίας με το κλείσιμο των τουριστικών επιχειρήσεων..!!!

Χρεοκοπημένα ασφαλιστικά ταμεία που δεν καλύπτουν ούτε τα φάρμακα πλέον ,φορολογικά εγκλήματα εις βάρος του λαού και με συνεχή ροή νέων επαίσχυντων μέτρων, ΦΠΑ στο 23% και αδυναμία πληρωμής πάγιων λογαριασμών απο χιλιάδες οικογένειες (στο όνομα ποιου άραγε),κυνήγι μαγισσών με τις τράπεζες και τις εισπρακτικές εταιρείες ,κατασχέσεις ,πλειστηριασμοί νοικοκυριών,

νεόπτωχες οικογένειες πραγματικών νοικοκύρηδων που ως εχθές είχαν δουλειά μα σήμερα απολύθηκαν κυριολεκτικά στο δρόμο και τις πλατείες με τα παιδιά τους...

Το απόλυτο πλιάτσικο των δημόσιων επιχειρήσεων αλλά και παροχών (ΔΕΗ,ΟΤΕ,ΕΥΔΑΠ,ΔΕΥΑΘ,ΕΛΤΑ,ΙΓΜΕ,Ναυπηγεία,Λιμάνια,σχολεία ,υγεία και λοιπά),20.000 λιγότεροι εκπαιδευτικοί στα σχολιά για την χρονιά 2011-2012, τα βιβλία θα πληρωθούν απο τους ήδη σε απόγνωση λόγο των ανωτέρω γονέων απο την τσέπη τους,

νοσοκομεία με απόλυτα μειωμένο προσωπικό που ηρωϊκά και πραγματικά αγωνίζεται να κρατήσει την υγεία όρθια,ακούγοντας τον εξάψαλμο μάλιστα πολλές φορές απο τους ίδιους τους ασθενείς,ολόκληρες επαγγελματικές ζώνες κυριολεκτικά ''νεκρές''(Πέραμα)...περιοχές ,

συνοικίες και γειτονιές σε πλήρη εξαθλίωση ,εργοστάσια και βιοτεχνίες κλείνουν το ένα πίσω απο το άλλο,μικροκαταστήματα -οικογενειακές επιχειρήσεις βάζουν λουκέτο υπερχρεωμένα με ρυθμούς ...γραμμής παραγωγής..!

Όλα αυτά και άλλα τόσα συνθέτουν την ελεύθερη πτώση της ελληνικής κοινωνίας και της λαϊκής οικογένειας ,το παρόν και κυρίως το μέλλον της.

Απο την πίσω όψη του ίδιου νομίσματος ,ένας κόσμος ..άλλος, διαφορετικός:

τραπεζίτες, επενδυτές, golden boys, βιομήχανοι κι εφοπλιστές, πολυτελείς επαύλεις, ιδιωτικά τζετ, θαλαμηγοί, χειροποίητες Bentley και θηριώδη Hummer, διαμάντια και τσάντες Luis Vitton και Hermes,

Εκάλη,Κολωνάκι,Μύκονος, σούσι bars και χειμερινές αποδράσεις σε ντόπια και ξένα σαλέ, τρίς-''χαριτωμένοι'' μόδιστροι και δήθεν « διανοούμενες λινάτσες», όπως λένε κι οι Active Member. ενα κόσμο , χλιδής , σήψης και παρακμής.

Τελικά λεφτά υπάρχουν αλλά όχι για μας. Εμείς τα «γεννήσαμε» αλλά δε μας ανήκουν. Φταίμε όμως κι εμείς γιατί όπως λέει κι η παροιμία «αν δεν εγονάτιζε η καμήλα δεν θα την φορτώνανε». Η επίθεση που δεχόμαστε σαν λαός από τα παραδομένα ΠΑΣΟΚ - ΝΔ-ΛΑΟΣ και από ΕΕ-ΔΝΤ - ΕΚΤ , κεφαλαιοκράτες (διεθνείς και ντόπιους)και τα γνωστά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα δε θα σταματήσει ποτέ από μόνη της.

Τώρα πρέπει να αναχαιτίσουμε την επίθεση, τώρα να διεκδικήσουμε αναδιανομή του πλούτου, στάση πληρωμών, εθνικοποίηση των τραπεζών ,ρύθμιση του χρέους των ανέργων ,των εργατών ,των αγροτών των μικρών επιχειρήσεων και επαγγελματιών, έξοδο από τη ληστρική Ε.Ε. και το ευρώ.

Για να επιστρέψει πάνω από την Ευρώπη το φάντασμα που κάποτε πλανιόταν, όπως έλεγε ο Μαρξ. Για ν’ αρχίσουν πάλι να τρέμουν οι ξεσαλωμένες, σήμερα, κυρίαρχες τάξεις,


πρέπει , οι αριστερές δυνάμεις αυτού του τόπου που σήμερα μοιάζουν να ζούν στον κόσμο τους , με ένα ριζοσπαστικό πρόγραμμα όχι μόνο να σώσουν την ίδια τους την ύπαρξη αλλά και τον λαό , πριν να είναι πάρα μα πάρα πολύ αργά.

ΑΓΩΝΑΣ -ΡΗΞΗ- ΑΝΑΤΡΟΠΗ των σημερινών δεδομένων ,μονόδρομος για κάθε εργαζόμενο, για κάθε άνεργο,κάθε ημιαπασχολούμενο,κάθε σπουδαστή,για κάθε οικογενειάρχη που δεν κοιμάται τα βράδια σκεπτόμενος το άμεσο μέλλον του μα κυρίως το αύριο των παιδιών του.

Δεν περισσεύει κανείς.
Μέσα απο τις τάξεις μιας συμπαραταγμένης αριστεράς όλοι στον αγώνα .Τον αγώνα της ελπίδας ,τον αγώνα της επιβίωσης ,της ζωής που δικαιούμαστε.

Αναδημοσίευση από "Κόκκινο Ρόδο"


Σάββατο 3 Σεπτεμβρίου 2011

Η ομάδα της καρδιάς μου!

Οι «ελιές» ήταν ο τόπος συνάντησης όλων των πιτσιρικάδων της γειτονιάς. Μια μεγάλη αλάνα σε μια εργατογειτονιά δυτικά της πρωτεύουσας, με διάσπαρτα φυτεμένα λιόδεντρα, τόσο αραιά που είχαμε χώρο για να καθαρίσουμε τα ξεροχόρταρα και να φτιάξουμε  το γηπεδάκι μας. Δυο μεγάλες πέτρες-κοτρώνες για δοκάρια, και απέναντι στην άλλη πλευρά το ίδιο.

Εκεί έρχονταν και παιδιά από άλλες γειτονιές, μεγαλύτερα σε ηλικία από εμάς που βρισκόμασταν οι περισσότεροι ένα ή δύο χρόνια προτού συμπληρώσουμε την πρώτη δεκαετία της ζωής μας. Εκεί συναντιόμασταν τ’ απογεύματα του καλοκαιριού όταν ο ήλιος χαμήλωνε και κρύβονταν πίσω από τα καινούρια τετραώροφα.

Η χούντα είχε μόλις πέσει, η δημοκρατία έψαχνε να βρει τα βήματά της, η ανοικοδόμηση συνεχιζόταν με γοργούς ρυθμούς, η ανάγκη για να στεγαστούν τα κύματα των εσωτερικών μεταναστών που κατέφταναν στο λεκανοπέδιο ήταν μεγάλη. Τα οικόπεδα λιγόστευαν, οι «ελιές» όμως  αντιστέκονταν ακόμα στη «φυσική εξέλιξη των πραγμάτων».

Γιώργος Δεληκάρης

Παίζαμε μέχρι που νύχτωνε. Μεγάλη η μέρα. Ο πατέρας, μου είχε κάνει δώρο ένα ρολόι με κουρδιστήρι και δερμάτινο λουράκι, ρώσικο μάρκας σλάβα.

«Όταν οι δείκτες θα δείχνουν εννιά ακριβώς, θα είσαι στο σπίτι. Εννιά παρά πέντε, ναι, εννιά και πέντε, όχι. Κατάλαβες;»

Μάλλον δεν είχα καταλάβει καλά. Η παρέα μου θα κάθονταν ακόμα και αφού έπεφτε το σκοτάδι, τότε θα είχαμε παρέα και μεγαλύτερα παιδιά, θα διηγούνταν τα «κατορθώματά» τους, που να φύγω εγώ. Μόλις λοιπόν οι αμείλικτοι δείκτες πλησίαζαν στο εννιά, τους πείραζα, γύρναγα το χρόνο δέκα ή δεκαπέντε λεπτά πίσω. Λίγο ακόμα. Η προσπάθειά μου να κοροϊδέψω το χρόνο και μαζί και τον πατέρα, έπιασε – τουλάχιστον έτσι νόμιζα - μια δυο φορές, την τρίτη όμως…

………………….

Εκείνη τη μέρα κατηφόρισα «στις ελιές» νωρίς το απόγευμα. Έκανε πολύ ζέστη και χώθηκα κάτω απ’ τον ίσκιο ενός λιόδεντρου. Δεν είχε έρθει ακόμα κανείς. Είχα πάρει μαζί και τα «χαρτάκια» μου. Όλοι οι ποδοσφαιριστές όλων των ομάδων της πρώτης εθνικής κατηγορίας, είχαν τυπωμένη τη φάτσα τους πάνω σε μικρά χαρτονάκια που τα αγοράζαμε σε φακελάκια των τριών ή των πέντε. Ο στόχος μας ήταν κάποια στιγμή να έχουμε συγκεντρώσει όλα τα χαρτάκια που κυκλοφορούσαν στο εμπόριο.

Πράγμα δύσκολο, δεν υπήρχαν πολλές δραχμές, τόσες όσες θα θέλαμε εμείς τα παιδιά. Ακούγαμε όμως τους γονείς μας που ΄λεγαν πως θα΄ ρθουν καλύτερες μέρες… Τέλος πάντων, αφού δεν μπορούσε κανείς μας να τα συγκεντρώσει όλα, ο στόχος μας μίκρυνε, ποιος θα έχει τα περισσότερα και όχι διπλά ή τριπλά, τα περισσότερα μοναδικά χαρτάκια.

Ανακατεύοντας και διαβάζοντας τα χαρτάκια μου, η ώρα πέρασε κι άρχισαν να μαζεύονται κι οι υπόλοιποι. Ήρθε ο Γιάννης ο Βακαλόπουλος, ο Αλκιβιάδης ο Γιαννιάς, τα δίδυμα Γιώργος και Βασίλης Καραπιπέρης ο Κώστας ο Αλεξίου και μαζί τους ένα μεγαλύτερο παιδί – αυτός θα ήταν δώδεκα ή δεκατριών – ο Θανάσης ο Τοπάλογλου, γιος αστυφύλακα της περιοχής, γνωστού για την απέχθειά του σε κάθε τι που περιείχε τη λέξη «δημοκρατία» ή «δημοκρατικό».

«Τί κρατάς εκεί; Έχεις τόσα πολλά ρε;» με ρώτησε ο Τοπάλογλου.

«Δεν είναι πολλά να μη σε νοιάζει», του το ξέκοψα απότομα. Είχε κάτι το απωθητικό πάνω του και βρώμαγε από την απλυσιά. Αυτό όμως που τον έκανε μισητό σε πολλά παιδιά – και σε μένα – ήταν ο πατέρας του. Είχα ακούσει και τόσα πολλά από τον πατέρα μου γι αυτόν.

«Μήπως έχεις Δεληκάρη;»

«Όχι, δεν έχω.»

«Έλα ρε, δε μπορεί να μην τον έχεις, αφού είσαι Ολυμπιακός, δώστον μου και σου δίνω Τόσκα και Βάγκνερ, είναι σπάνια, το ξέρεις.»

«Άσε δεν πειράζει» του λέω. Τον είχα και μάλιστα διπλό…

«Σου δίνω Μοντέζ, Γκλασμάνη, Τόσκα και Βάγκνερ»,επιμένει.

«Δώστον ρε βλάκα», πετάχτηκε ο Αλκιβιάδης, «του δίνεις ένα και παίρνεις τέσσερα!»

«Μην είσαι μαλάκας», από κοντά κι ο Βασίλης απ’ τα δίδυμα.

«Δεν θέλω ρε, αφήστε με ήσυχο» τους έβαλα φωνή.

«Δώστον μου και πάρε ότι σου δίνω για τι θα πω στον πατέρα μου ότι ο πατέρας σου αγοράζει Ριζοσπάστη από το περίπτερο» λύσσαξε ο Τοπάλογλου.

Αυτό ήταν χτύπημα κάτω από τη μέση.

«Πές του το ρε ηλίθιε, κρυφά νομίζεις ότι το κάνει;»

Αυτό ήταν, η σπίθα πυροδότησε το δυναμίτη. Ορμάει πάνω μου ο Τοπάλογλου κι από κοντά ο Γιαννιάς κι ο Βασίλης απ’ τα δίδυμα με σκοπό να μου αρπάξουν το …θησαυρό! Τι έγινε δεν περιγράφεται. Μπουνιές, κλωτσιές, αγκωνιές, βρισιές. Εγώ, ένα κουβάρι. Έφαγα πολλές κι έριξα λίγες, ο «εχθρός» είχε την αριθμητική υπεροχή. Έτσι, αφού είδαν πως δεν τα καταφέρνουν, μ’ άφησαν.

«Είσαι πολύ μαλάκας τελικά… θα σου δείξω εγώ όμως… μια άλλη φορά…», κι έφυγαν.

Σηκώθηκα στα πόδια μου, ήμουν γεμάτος χώμα και αίματα από τη μύτη μου που είχε ανοίξει. Μέσα στα χέρια μου κρατούσα σφιχτά την «περιουσία» μου, δεν μου την πήραν. Σκουπίστηκα πρόχειρα και γύρισα στο σπίτι.

Η ομάδα της καρδιάς μου!

Ξάπλωσα στο κρεβάτι και κοίταζα το ταβάνι. Ένοιωθα παράξενα. Το κορμί μου πονούσε. Μέσα μου όμως με πλημμύριζε το συναίσθημα της ικανοποίησης από τη νίκη. Κατάλαβα για πρώτη φορά στην παιδική ζωή μου – στην πράξη - πως αξίζει να μάχεσαι και να υπερασπίζεσαι αυτά που αγαπάς. Ακόμα κι αν οι συνθήκες δεν είναι ευνοϊκές. Και το συναίσθημα της περηφάνιας μ’ έκανε να νιώθω …υπερήρωας!

Είχα μια μικρή αφισσούλα σε μέγεθος σελίδας τετραδίου, ασπρόμαυρη, δε θυμάμαι από που. Ο Ολυμπιακός του ΄75, η ομάδα της καρδιάς μου! Την κόλλησα με ούχου πάνω από το κρεβάτι μου, στον τοίχο…

………………..

Ο καιρός κυλούσε. Τα χαρτάκια χάθηκαν, το ίδιο κι η μικρή αφισσούλα. Μόνο τα σημάδια από την ούχου είχαν μείνει στον τοίχο. Η μάνα, αυτή η κλασσική, αιώνια ελληνίδα μάνα, που πάντα έβλεπε να μαζεύω «παλιόχαρτα» και «τι τα θέλεις τόσα σκουπίδια» και «θα σε φάνε τα ποντίκια», κάποτε που έκανε μια γενική καθαριότητα στο δωμάτιο, τα πέταξε μαζί με άλλα πράγματα «άχρηστα». Πληγώθηκα πολύ, πάλεψα να μη μου τα πάρουν και να «φύγουν» τόσο άδοξα…

Κάποια πράγματα είναι έτσι γιατί έτσι τους έπρεπε. Δεν εξηγούνται όλα και πάντοτε. Αυτό βέβαια δεν ίσχυε για την άλλη μεγάλη μου αγάπη που – σύμπτωση; - ήταν κι αυτή άρρηκτα συνδεδεμένη με το κόκκινο χρώμα. Εκεί υπάρχει και εξήγηση και λογική. Μια άλλη φορά όμως αυτά…


...Ονόματα, υπολήψεις κι οικογένειες, δεν θίγουμε. Τα πρόσωπα είναι υπαρκτά, τα ονόματα όμως, για ευνόητους λόγους, φανταστικά...

Παρασκευή 2 Σεπτεμβρίου 2011

Τεχνίτες, οι πολύτιμοι συνεργάτες του αρχιτέκτονα

Σκαλίζοντας  το αρχείο μου ανακάλυψα ένα άρθρο του καθηγητή αρχιτεκτονικής στο ΕΜΠ, κ. Τάση Παπαϊωάννου, στην εφημερίδα Ελευθεροτυπία.

 Ένα ακόμη κομμάτι γραπτού λόγου με μεγάλη αξία, όπως μας  έχει συνηθίσει ο αρχιτέκτων-συγγραφέας, στο οποίο εκφράζει με ιδιαίτερη ευαισθησία το σεβασμό και την αγάπη του για τους ανθρώπους της οικοδομής. Για εκείνους τους παλιούς μαστόρους που χάνονται σιγά σιγά, «όπως χάνεται σταδιακά και η τέχνη τους». Κάθε φορά που το διαβάζω νιώθω την ίδια συγκίνηση.

Σας το παραθέτω όπως ακριβώς δημοσιεύτηκε (oι υπογραμμίσεις  δικές μου, οι φωτογραφίες από το http://www.hosepsi.net/):

Τεχνίτες, οι πολύτιμοι συνεργάτες του αρχιτέκτονα

Η αρχιτεκτονική για να υπάρξει, εκτός από τον εργοδότη και τον αρχιτέκτονα, χρειάζεται ικανούς και καλούς μαστόρους. Αυτοί είναι που μετατρέπουν το σχέδιο σε υλοποιημένο έργο. Χωρίς αυτούς δεν μπορεί να υπάρξει τίποτε! Η συνεργασία του αρχιτέκτονα με τους τεχνίτες που αναλαμβάνουν την κατασκευή του κτηρίου, δεν μπορεί παρά να είναι αρμονική και πρώτα απ' όλα να βασίζεται στον αλληλοσεβασμό και στην εκτίμηση του ενός για τη δουλειά του άλλου. Γιατί πάντα ο ένας μαθαίνει από τον άλλο!

Αυτή τη χρονιά, αρκετοί από τους καλούς μαστόρους με τους οποίους συνεργαζόμασταν σταματάνε την εργασία τους λόγω συνταξιοδότησης. Οι σοβατζήδες, ο ξυλουργός, ο ηλεκτρολόγος, οι σιδεράδες. «Κουραστήκαμε πια» μου λέγανε συχνά. «Καιρός να ξεκουραστούμε κι εμείς λίγο». Γιατί είναι πράγματι δύσκολη η δουλειά στο γιαπί. Και σκληρή!


Μια συνεργασία πολλών χρόνων τερματίζεται και μαζί είναι σαν να κλείνει μια σημαντική περίοδος της δουλειάς μου. Φεύγουν και αισθάνομαι ήδη το μεγάλο και δυσαναπλήρωτο κενό της απουσίας τους. Παράλληλα, όμως, αισθάνομαι και ένα μεγάλο χρέος! Να τους ευχαριστήσω δημόσια για όσα μαζί δημιουργήσαμε όλα αυτά τα χρόνια, για όσα έμαθα κοντά τους, για τον κόπο και το μόχθο τους, για την αγάπη και το μεράκι που είχαν για την τέχνη τους, για την εμπιστοσύνη και τη φιλία τους. Τον Γιάννη και τον Παντελή Γιαννούλο, τον Διονύση Πέττα, τον Παναγιώτη Ταγκαλάκη, τον Θωμά και τον Αντώνη Αλτιπαρμάκη, τον Τάκη Σπέντζο. Τεχνίτες που τους χαρακτήριζε η σεμνότητα, ο σεβασμός για τη δουλειά του άλλου, κυρίως όμως το απαράμιλλο και δυσεύρετο στις μέρες μας ήθος τους, που μετέτρεπε τη λέξη «Μάστορας» σε τίτλο τιμής! Συνεργεία που -τα περισσότερα- μοιραζόμασταν χρόνια τώρα με τους καλούς μου φίλους αρχιτέκτονες, τον συνάδελφο στο Πολυτεχνείο Γιώργο Μακρή, τον γνώστη όσο κανένας άλλος των μυστικών της οικοδομικής τέχνης, και τον αείμνηστο Κυριάκο Κρόκο.

Λιγοστεύουν σιγά σιγά οι παλιοί καλοί τεχνίτες. Οπως χάνεται σταδιακά και η τέχνη τους. Αλλες μορφές οικοδόμησης και νέα βιομηχανικά υλικά χρησιμοποιούνται πλέον στον τομέα της κατασκευής. Το πανάρχαιο χτίσιμο μετατρέπεται σε συναρμολόγηση έτοιμων υλικών. Η χειρωνακτική εργασία, η τέχνη του χεριού, συν τω χρόνω εξαφανίζεται. Η ευκολία και η ταχύτητα έχουν εδώ και καιρό επικρατήσει στο εργοτάξιο, περιθωριοποιώντας τη χειροποίητη κατασκευή.

Πάντα θαύμαζα τους μαστόρους και την τέχνη τους. Από μικρό παιδί, θυμάμαι, προσπαθούσα να κατανοήσω τα μυστικά της τέχνης τους. Το πώς χρησιμοποιούσαν τα εργαλεία τους, τι ακριβώς δουλειά έκανε το καθένα. Γιατί, κάθε τέχνη έχει τα δικά της εργαλεία, όπως έχει και η δουλειά του αρχιτέκτονα, του γλύπτη, του ζωγράφου... Ακόμη και σήμερα, ύστερα από τόσα χρόνια, χαίρομαι να βρίσκομαι μαζί τους και να τους παρακολουθώ όταν δουλεύουν. Να παρατηρώ και να διδάσκομαι ταυτόχρονα από αυτές τις ταπεινές, καθημερινές και «υποτιμημένες» από πολλούς συναδέλφους εργασίες τού γιαπιού.

Ο τρόπος, για παράδειγμα, που στήνονται τα ικριώματα και διαμορφώνεται το ξύλινο καλούπι (δημιουργώντας το αρνητικό του φέροντος οργανισμού), για να υποδεχτεί το ρευστό σκυρόδεμα ή αργότερα όταν ο κτίστης ζυγίζει την κάθε του κίνηση και τοποθετεί το ένα τούβλο πάνω στο άλλο, κτυπώντας το ελαφρά με το μυστρί στο πλάι, για να έρθει στη σωστή του θέση ζυγισμένο σύμφωνα με το ράμμα.


 Και αφού οι τοίχοι ετοιμαστούν, έρχεται η σειρά του σοβατζή να τους καλύψει με τα επάλληλα στρώματα του επιχρίσματος. Πρώτα οι οδηγοί που θα ευθυγραμμίσουν την επιφάνεια διορθώνοντας τις ατέλειες, για να ακολουθήσει το γέμισμα του μεσοδιαστήματος με τη λάσπη. Είναι η στιγμή που με τη μύτη του μυστριού ή την άκρη ενός σύρματος χαράζουν πάνω στη νωπή επιφάνεια γραμμές, ώστε να έχει καλύτερη πρόσφυση η τελική επίστρωση της μαρμαροκονίας ή του αρτιφισιέλ.

 Αλλες φορές χρησιμοποιούν τον τοίχο σαν καμβά φανταστικού πίνακα, πάνω στον οποίο στήνουν αυτοσχέδιες ζωγραφιές. Ενα κλαδί, ένα λουλούδι, ένα πουλί, ένα ψάρι... λες και θέλουν να αφήσουν το δικό τους διακριτικό σημάδι. Αυτές οι ιδιότυπες και εφήμερες ζωγραφικές χαράξεις μένουν για λίγο στο γιαπί, όσο να «τραβήξει» η λάσπη. Οταν έρθει η ώρα να περαστεί η λεπτή στρώση του λευκού μαρμάρου, θα βυθιστούν και θα χαθούν για πάντα μέσα στη μάζα του κονιάματος.

Κι όσο προχωρά η κατασκευή του κτηρίου τόσο εναλλάσσονται και οι μυρωδιές των υλικών. Του μπετόν, του σοβά, του ξύλου... και φυσικά των χρωμάτων που έρχονται στο τέλος να καλύψουν και να προστατεύσουν τις επιφάνειες. Αυτές είναι οι στιγμές που περιμένει με λαχτάρα και ανυπομονησία ο αρχιτέκτονας.

Ολος ο κόπος του, τα προσχέδια, οι μακέτες, τα σχέδια λεπτομερειών, αυτόν τον στόχο έχουν. Να βρεθεί επιτέλους μέσα στους χώρους που έχει σχεδιάσει, να περπατήσει και να σταθεί σε κάθε έναν ξεχωριστά, να βιώσει με όλες του τις αισθήσεις κάθε απόμερη γωνιά. Και είναι τότε, σαν να επιστρέφει σε χώρους γνώριμους και οικείους, αφού τους είχε προηγουμένως, εδώ και καιρό, «κατασκευάσει και κατοικήσει» πρώτα στο μυαλό του.

Το σχέδιο τότε βρίσκει τη δικαίωσή του. Οταν το λευκό καθαρό χαρτί της φωτοτυπίας αρχίζει να «βρωμίζει» μέσα στο γιαπί. Οταν πάνω του εμφανίζονται οι πρώτες «δακτυλιές» του μάστορα που το κρατάει στα χέρια του και το μελετάει με προσοχή (το «διαβάζει» λέμε -και όχι τυχαία- στη γλώσσα της οικοδομής).

Κι αυτά τα δακτυλικά αποτυπώματα δεν είναι ενοχλητικές βρωμιές, αλλά αντιθέτως οι πολύτιμες εκείνες «σφραγίδες» που το πιστοποιούν και προσδίδουν νόημα στην ύπαρξή του. Το σχέδιο αυτό το ρόλο επιτελεί. Είναι ο τρόπος επικοινωνίας, η κοινή γλώσσα του αρχιτέκτονα-μηχανικού με τα συνεργεία του. Προϋπάρχει του κτίσματος, με μοναδικό σκοπό να δώσει σαφείς και ακριβείς πληροφορίες για τη μελλοντική υλοποίησή του.

Είναι τότε που ο ευσυνείδητος μάστορας γνωρίζει πολύ καλά πως η δουλειά χρειάζεται τα δικά του χέρια (ιδίως στα δύσκολα σημεία), για να μη σκαρτέψει. Και η τέχνη του χεριού διαφέρει από τεχνίτη σε τεχνίτη και είναι αυτή που κάνει τη διαφορά. Την κάνει μοναδική και ανεπανάληπτη. Σαν την υπογραφή ή το γραφικό μας χαρακτήρα.

Για να θυμηθούμε τα λόγια του Δημήτρη Πικιώνη: «Η χειρωναξία μάς χαρίζει την έμπρακτη γνώση, την αίσθηση της ύλης και της κατεργασίας της, πράγματα που καμιά θεωρία δεν είναι ικανή να μας διδάξει. Αληθινά, η πράξη είναι το θεμέλιο της τέχνης».

Η ιδέα του αρχιτεκτονήματος δεν φαίνεται μόνο στις μεγάλες συνθετικές του γραμμές, όπως νομίζουν πολλοί αρχιτέκτονες, αλλά και στις μικρές -και μερικές φορές- αφανείς λεπτομέρειες. Γιατί δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η αρχιτεκτονική είναι ενιαία, από τη σύλληψη της κεντρικής ιδέας μέχρι και την υλοποίησή της. Κι όταν η αρχιτεκτονική τυχαίνει να είναι μεγάλη, ένα υποδόριο νήμα συνδέει μεταξύ τους τα επί μέρους στοιχεία της σύνθεσης, έτσι ώστε στο τέλος να εκφράζεται το όλον με μία γλώσσα ευανάγνωστη, καθαρή και ενιαία.

Καμία από τις φάσεις αυτές δεν μπορεί να θεωρηθεί υποδεέστερη της άλλης, όπως ακριβώς συμβαίνει και με τα διάφορα όργανα σ' ένα ζωντανό οργανισμό. Ολα επιτελούν ένα σκοπό και το ένα έχει απόλυτη ανάγκη το άλλο για να λειτουργήσει.


Καθηγητή Αρχιτεκτονικής ΕΜΠ 

Πέμπτη 1 Σεπτεμβρίου 2011

Καλό μήνα!

Όταν η ποίηση του Νίκου Καββαδία βρίσκει το ρούχο που της ταιριάζει στη μουσική του Θάνου Μικρούτσικου, γίνεται ένα μεγάλο τραγούδι, λαϊκό. Κι ας μην ακούγονται λαϊκά όργανα. Κι ύστερα, έρχονται αυτές οι υπέροχες εικόνες στο βίντεο και συμπληρώνουν  το τραγούδι, κάνοντας κι άλλη απ’  τις αισθήσεις μας να συμμετέχει. Λέξεις, νότες, χρώματα. Αρμονία...
Καλό μήνα!


Federico Garcia Lorca

Ποίηση: Νίκος Καββαδίας
Μουσική: Θάνος Μικρούτσικος
Ερμηνεύει: Γιάννης Κούτρας

Ανέμισες για μια στιγμή το μπολερό
και το βαθύ πορτοκαλί σου μεσοφόρι
Αύγουστος ήτανε δεν ήτανε θαρρώ
τότε που φεύγανε μπουλούκια οι σταυροφόροι

Παντιέρες πάγαιναν του ανέμου συνοδειά
και ξεκινούσαν οι γαλέρες του θανάτου
στο ρογοβύζι ανατριχιάζαν τα παιδιά
κι ο γέρος έλιαζε, ακαμάτης, τ'αχαμνά του

Του ταύρου ο Πικάσο ρουθούνιζε βαριά
και στα κουβέλια τότε σάπιζε το μέλι
τραβέρσο ανάποδο, πορεία προς το βοριά
τράβα μπροστά, ξοπίσω εμείς και μη σε μέλει

Κάτω απ' τον ήλιο αναγαλιάζαν οι ελιές
και φύτρωναν μικροί σταυροί στα περιβόλια
τις νύχτες στέρφες απομέναν οι αγκαλιές
τότες που σ' έφεραν, κατσίβελε, στη μπόλια

Ατσίγγανε κι αφέντη μου με τι να σε στολίσω;
φέρτε το μαυριτάνικο σκουτί το πορφυρό
στον τοίχο της Καισαριανής μας φέραν από πίσω
κι ίσα ένα αντρίκειο ανάστημα ψηλώσαν το σωρό.

Κοπέλες απ' το Δίστομο, φέρτε νερό και ξύδι
κι απάνω στη φοράδα σου δεμένος σταυρωτά
σύρε για κείνο το στερνό στην Κόρδοβα ταξίδι
μέσα απ' τα διψασμένα της χωράφια τα ανοιχτά

Βάρκα του βάλτου ανάστροφη
φτενή δίχως καρένα
σύνεργα που σκουριάζουνε σε γύφτικη σπηλιά
σμάρι κοράκια να πετάν στην έρημην αρένα
και στο χωριό να ουρλιάζουνε τη νύχτα εφτά σκυλιά.