"Μια άγνωστη σε πολλούς ηρωική πράξη, στα χρόνια της γερμανικής κατοχής στη χώρα μας, είναι αυτή του πρώτου ίσως νεκρού της Εθνικής Αντίστασης, η θυσία του στρατιώτη Κώστα Κουκίδη.
Οταν τα γερμανικά στρατεύματα κατοχής μπήκαν στην Αθήνα και ανέβηκαν στην Ακρόπολη, φρουρός ακόμη έστεκε εκεί για την ελληνική σημαία ο απλός φαντάρος Κώστας Κουκίδης. Μια ομάδα ναζί τον πλησίασε, κρατώντας τη σβάστικα στα χέρια τους. "Κατέβασε τη σημαία"
του είπαν "και ανέβασε τη δική μας". Ο Κώστας δε γνώριζε τη γλώσσα
τους, μα κατάλαβε. Εσφιξε τα δόντια, έλυσε το σχοινί και αργά άρχισε να κατεβάζει
τη γαλανόλευκη. Υστερα κοντοστάθηκε για μια στιγμή, κάρφωσε τα μάτια
του στο Γερμανό επικεφαλής και απότομα μ' ένα σάλτο βρέθηκε στο διπλανό
βράχο, τυλίχτηκε με τη σημαία και ρίχτηκε στο κενό. Διακόσια μέτρα βάθος.
Εμβρόντητοι
οι "νικητές" του Γ Ράιχ μένουν για λίγο σαν πετρωμένοι στις θέσεις
τους. Υστερα πιάνουν οι ίδιοι και σηκώνουν στο ψηλό κοντάρι τη δική τους
σημαία με τον αγκυλωτό σταυρό.
Η
ηρωική πράξη του στρατιώτη Κουκίδη έγινε γρήγορα γνωστή στο εξωτερικό
από τον απεσταλμένο ανταποκριτή στο Κάιρο, της εφημερίδας "Daily Mail"
του Λονδίνου στις 9 Ιούνη 1941. Εκεί περιγράφει το χρονικό του συμβάντος
και κλείνει: "Πιστεύουμε όλοι ότι οι Ελληνες που έχουν την περηφάνια
και τη συναίσθηση της μεγάλης, της ατίμητης προσφοράς εκείνων των ηρώων,
στέκονται προσοχή μπροστά σε τέτοιες περιπτώσεις ηρωισμού και
αυτοθυσίας, παίρνουν δύναμη και κουράγιο για να συνεχίσουν τον αγώνα για
το δίκιο και το καλό της αγαπημένης πατρίδας".
Δυστυχώς μέχρι σήμερα το επίσημο κράτος δεν τίμησε τον ήρωα στρατιώτη Κώστα Κουκίδη, ούτε και με μια πλάκα αναμνηστική στην Ακρόπολη.
Την αντιστασιακή αυτή πράξη θα ακολουθήσει μια άλλη, εκείνη των Μ.
Γλέζου και Λ. Σάντα που τη νύχτα της 31ης Μάη του 1941 κατέβασαν τη σημαία του φασισμού από την Ακρόπολη."(1)
"[...] Οι δυο νέοι που είχαν την τόλμη - και την αποκοτιά - να κατεβάσουν το
σύμβολο του ναζισμού απ' την Ακρόπολη ήταν δυο δεκαεννιάρηδες - τότε -
φοιτητές: Ο Μανώλης Γλέζος της ΑΣΟΕΕ και ο Λάκης Σάντας της Νομικής. Ιδού πώς ανακοίνωσε στις 31.5.1996 η γερμανική Κομαντατούρ το κατέβασμα της γερμανικής σημαίας: Κατά
τη νύκτα της 30ής προς την 31ην Μαϊου υπεξηρέθη η επί της Ακροπόλεως
κυματίζουσα γερμανική πολεμική σημαία παρ' αγνώστων δραστών.
Διενεργούνται αυστηραί ανακρίσεις. Οι ένοχοι και συνεργοί αυτών θα
τιμωρηθώσι διά της ποινής του θανάτου".
Οι δυο Ελληνες
πατριώτες δεν είχαν μόνο το θάρρος να κατεβάσουν το σύμβολο του
ναζισμού, αλλά είχαν και την τόλμη να αφήσουν και τα αποτυπώματά τους
πάνω στο κοντάρι της σημαίας για να τα βρουν οι αρχές της κατοχής και να
μην κάνουν εκτελέσεις αθώων για αντίποινα.
Να
πώς αφηγείται ο Λάκης Σάντας το "πολύ απλό, αλλά και πολύ μεγάλο"
εγχείρημά τους (Τα στοιχεία είναι παρμένα από ένα δακτυλόγραφο του 1945
που υπάρχει στο Αρχείο του Ηλία Πετρόπουλου και δημοσιεύτηκε στην
"Ελευθεροτυπία" το 1993):
"Είχε περάσει ένας μήνας που οι Γερμανοί
κατέλαβαν την Αθήνα και η Κρήτη είχε λυγίσει... Κι έξαφνα ένα δειλινό
που ήμαστε στο Ζάππειο και ο ήλιος έγερνε, λούζοντας τον ορίζοντα με
εκείνα τα χρώματα που μόνο ο αττικός ουρανός έχει, τα μάτια μας γύρισαν
στο βράχο της Ακροπόλεως. Μέσα στον υπέροχο φόντο της δύσης, σταθήκαμε
και κοιτούσαμε. Και τότε... το βλέμμα μας έπεσε πάνω στη σημαία τους,
που υπερήφανα κυμάτιζε ψηλά - ψηλά και η βαριά σκιά της πλάκωνε
καταθλιπτικά όλη την Αθήνα, όλη την αττική γη. Να τι πρέπει να τους
κάμωμε! Ηρθε η σκέψη σαν σπίθα. Να τους την πάρωμε. Να την γκρεμίσωμε
και να την ξεσχίσωμε και να πλύνωμε έτσι τη βρωμιά απ' τον Ιερό Βράχο.Την
είχαν στήσει αυτήν την ίδια την πολεμική τους σημαία οι Ναζί
θριαμβευτικά ως τότε στη Βαρσοβία, στη Βιέννη, στην Αμβέρσα, στη
Νορβηγία, στο Παρίσι και στο Βελιγράδι και απειλούσαν να τη στήσουν σε
όλο τον κόσμο τότε. Μα εδώ είναι Ελλάδα. Είναι η μικρή χώρα, που απ'
αυτή ξεπετάχτηκε η φλόγα του Πολιτισμού. Είναι η χώρα που δίνει το
παράδειγμα πάντα στις κρίσιμες στιγμές της Ιστορίας. Μια σημαία σήκωσε
στις 25 Μαρτίου 1821 ο Παλαιών Πατρών Γερμανός, μια σημαία θα κατεβάζαμε
εμείς στις 31 Μάη 1941. Συμβολικό και το πρώτο, συμβολικό και το
δεύτερο".
Και έβαλαν σ' ενέργεια αμέσως το σχέδιό τους. Πήγαν στην
Εθνική Βιβλιοθήκη και απ' την Εγκυκλοπαίδεια βρήκαν το τοπογραφικό της
Ακρόπολης και αποφάσισαν τη διαδρομή που θα ακολουθούσαν. Στις 9.30 μμ
της 30ής Μάη 1941, ο Λ. Σάντας και Μ. Γλέζος έφτασαν στα Προπύλαια.
"Ακούγαμε, συνεχίζει η αφήγηση του Λ. Σάντα, από μακριά τα κτηνώδη
χάχανα των Γερμαναράδων, που έπιναν μπύρα και κρασί, μαζί με μερικές
κακές Ελληνίδες, απ' αυτές που πουλούσαν τον έρωτά τους στα Προπύλαια,
όπου είχαν το Φρουραρχείο. Σφίγγαμε ακόμη περισσότερο τα δόντια μας. Οταν
έφτασε η ώρα κοιταχτήκαμε. Ισως να μην ξαναβλέπαμε τον ήλιο ν' ανατέλη.
Είναι αλήθεια ότι νιώθαμε ένα δυνατό χτυποκάρδι, μα αυτό δεν ακουγόταν
παραέξω. Τα στήθη μας τα ελληνικά το πνίγανε. Είναι γλυκός ο θάνατος
όταν πεθαίνης για τα ιδανικά σου. Σ' αυτές τις στιγμές δεν έχεις παρά να
θυμηθής την Ιστορία...".
Στη
συνέχεια, ο Λ. Σάντας περιγράφει πώς έφτασαν μέχρι τη σημαία. "Λύσαμε
τον συρματόσχοινο και τραβήξαμε για να την κατεβάσωμε. Μα, την είχαν
μπλέξει στην κάτω άκρη της με τρία συρματόσχοινα που στήριζαν τον κοντό.
Κρεμιόμαστε και οι δυο για να την κατεβάσωμε, μα δεν κατέβαινε.
Αρχίσαμε με τη σειρά να σκαρφαλώνουμε στον σιδερένιο κοντό για να τη
φτάσωμε και να την κόψωμε. Μα ήταν αδύνατο να τη φτάσωμε. Κουρασμένοι,
σταθήκαμε για λίγο κι απογοητευτήκαμε, σκεφτόμαστε τι να κάνωμε. Να
φύγωμε, χωρίς τη σημαία λάφυρο, δεν το σκεφτήκαμε ούτε στιγμή. Και μέσα
στην ένταση της σκέψης μας, σκεφτήκαμε να σπάσωμε τα τρία συρματόσχοινα
για να μπορέσωμε να τη σπάσωμε".
Και άρχισαν τότε με "χέρια
και με δόντια" και σε λίγο το μισητό σύμβολο κατέβηκε. Εσχισαν ένα
κομμάτι απ' τον αγκυλωτό σταυρό και την υπόλοιπη την έκαναν ρολό και την
πέταξαν στη σπηλιά. "Ακούσαμε το γδούπο της και ησυχάσαμε", αφηγείται ο
Λ. Σάντας.
Την άλλη μέρα, επικράτησε πανικός στο γερμανικό
στρατηγείο. Πήραν τα αποτυπώματά τους και με έκτακτο στρατοδικείο τους
καταδίκασαν σε θάνατο ερήμην (γιατί δεν τους ήξεραν).
Το νέο διαδόθηκε σαν αστραπή στην Ελλάδα. Την άλλη μέρα το Λονδίνο και το Κάιρο έπλεξαν εγκώμια γι' αυτό..."(2)
Έγραψαν:
1. Ανδρέας Γιαννίρης - Ριζοσπάστης, 31 Οκτώβρη 1997
2. Γιώργος Μουσγάς - Ριζοσπάστης, 12 Νοέμβρη 1996
Προσκυνώ τη χάρη σου λαέ μου!! Μόνο εσύ βγάζεις τέτοια παλικάρια. Μακάρι οι σημερινοί ΄Ελληνες να εμπνέονταν από τέτοιους ανθρώπους και να μην ψήφιζαν βλακείες. Μακάρι να είχαν για ινδάλματά τους τέτοιους ανθρώπους κι όχι κάποιους κενόδοξους του λαϊφστάιλ ή της πολιτικής, και να βγαίναν στους δρόμους να διεκδικήσουν τα δικαιώματά τους γι' αυτούς και για τα παιδιά τους. Βέβαια κι απ' την άλλη μεριά μακάρι άνθρωποι σαν τον Γλέζο να μην γίνονταν λαγοί κάποιου κόμματος στα γηρατειά τους και να τιμούσαν τις πράξεις της νιότης τους.
ΑπάντησηΔιαγραφήΤελικά ο Κουκιδης ήταν αληθινό πρόσωπο; Γιατί κυκλοφορούν διάφορα για το αν υπήρξε κανονικά κι αν έλαβε χώρα το συμβάν στην Ακρόπολη.
ΑπάντησηΔιαγραφή