Σηκώθηκα
από το τραπέζι και πλησίασα στο μεγάλο τζουκ μποξ. Έσπρωξα ένα τάληρο στη
σχισμή. Με το αριστερό μου χέρι πάτησα ένα πλήκτρο που είχε γραμμένο πάνω του
ένα λατινικό χαρακτήρα και με το δεξί
ένα με αριθμό. Ένα μεταλλικό χέρι σα δρεπάνι σηκώθηκε από τη βάση του και κινήθηκε
νωχελικά μπροστά από τα τοποθετημένα με αριστοτεχνικό τρόπο στη σειρά δισκάκια των
45 στροφών: «Εγώ είμαι ένα παλιόπαιδο». Το άρπαξε και επέστρεψε στο πικάπ. Το
ακούμπησε στο πλατώ. Ο βραχίονας κατέβηκε
νευρικά. Πρώτα ακούστηκε το «ξύσιμο» της βελόνας πάνω στο βινύλιο. Ακολούθησε η εισαγωγή του κλαρίνου
και αμέσως μετά το μπουζούκι μ’ ένα σόλο άρχισε να ξεδιπλώνει το βαρύ
ζεϊμπέκικο. Σε μερικά δευτερόλεπτα η
φωνή του Πάνου Γαβαλά απογείωνε την παρέα. Κάποιοι χτυπούσαν παλαμάκια συνοδεύοντας
τον χορευτή και τον πρόωρο νταλκά του. Άλλοι τραγουδούσαν.
Στο καφενείο του θείου
Κώστα τα ποτήρια γέμιζαν και άδειαζαν στο λεπτό και οι σωσμένες γόπες
των τσιγάρων ξεψυχούσαν στο τσιμεντένιο δάπεδο. Ζούσαμε έντονα τις στιγμές των χρόνων της ορμής και του πάθους. Βιαζόμασταν να γευτούμε
τα πάντα. Το πρώτο τσιγάρο, το πρώτο αλκοόλ, το πρώτο ερωτικό φιλί. Ήταν η
εποχή που βιάζεσαι να μεγαλώσεις ή μάλλον που νομίζεις πως είσαι μεγάλος, πολύ μεγάλος…
Πέρασαν
κάμποσα χρόνια μέχρι το 1986. Το ολοκαίνουργιο, μοντέρνας αισθητικής Στάδιο
Ειρήνης και Φιλίας στεκόταν επιβλητικό δίπλα στα γαλάζια φαληρικά νερά σαν
βαπόρι έτοιμο να σαλπάρει. Δεν είχαν προλάβει ακόμα να ξεθωριάσουν οι κορδέλες
των εγκαινίων μιας εποχής που είχε ήδη αρχίσει να χτίζεται η πράσινη «νέα
Ελλάδα», αυτή που στη συνέχεια έγινε «ισχυρή» και πάνω στ’ αποκαΐδια της κυλάει
ο καθένας τον τροχό της ζωής του σήμερα. Ένα ζεστό απόγευμα κατηφορίσαμε με την
παρέα στο Φάληρο, στη μουσική εκδήλωση που διοργάνωνε το φεστιβάλ
ΚΝΕ-Οδηγητή με θέμα το κοινωνικό-λαϊκό τραγούδι. Στο κατάμεστο κλειστό στάδιο
εμφανίστηκαν πολλοί σπουδαίοι και καταξιωμένοι καλλιτέχνες και δημιουργοί.
Ανάμεσά τους το αχτύπητο μουσικό ζευγάρι Πάνος Γαβαλάς και Ρία Κούρτη. Ήταν η
τελευταία εμφάνιση του κυρίου Γαβαλά μπροστά σε μεγάλο κοινό. Από μέρες ξέραμε πως
ήταν βαριά άρρωστος και το να εμφανιστεί και να τραγουδήσει στην εκδήλωση έκανε την συγκίνηση του κόσμου
ακόμα μεγαλύτερη. Μετά από πολλά χρόνια διάβασα πως ο γιος του, ο Γιάννης,
είχε προσπαθήσει να τον αποτρέψει: «Τελευταία που ήταν άρρωστος δεν τον άφηνα να πάει
στο συγκεκριμένο φεστιβάλ. Λέω: πώς θα πας, αφού ήτανε για εγχείρηση, για
αφαίρεση λάρυγγα, όχι, μου λέει, θα πάω. Και πήγε. Πήγε γιατί ενδεχομένως
θυμότανε τα νιάτα του».
Μα
πως μπορούσε στ’ αλήθεια να ξεχάσει τα νιάτα του; Ήταν μια εποχή δύσκολη
για τον περισσότερο κόσμο και για όποιον είχε αριστερές καταβολές, ακόμα πιο
δύσκολη… Ο Πάνος Γαβαλάς γεννήθηκε το 1926 στη Γούβα στο Παγκράτι. Η πρώτη
επαφή του με τη μουσική έγινε με μια φυσαρμόνικα που έπαιζε στους προσκόπους.
Στα χρόνια της κατοχής εντάχθηκε στον ΕΛΑΣ και συμμετείχε στο μουσικό τμήμα
όπου τραγουδούσε αντάρτικα τραγούδια. Το ’45 άνοιξε τσαγκαράδικο στην Καισαριανή, ενώ
ταυτόχρονα δούλευε και μια ταβέρνα που είχε παλιότερα ο πατέρας του στο
Παγκράτι. Όμως τους την έκλεισαν σύντομα. Είχε γίνει στέκι αριστερών... Τότε
πρωτόπιασε την κιθάρα και με δυο τρεις φίλους του έφτιαξαν συγκρότημα κι
έπαιζαν τραγούδια της εποχής. Παντρεύτηκε το ’48 κι ένα χρόνο μετά απέκτησε τον γιο του. Δύσκολα χρόνια. Εμφύλιος, φτώχεια, ανέχεια. Για να
μπορέσει να ανταπεξέλθει στην οικογένειά του το πρωί δούλευε, τσαγκάρης, ψαράς,
κουρέας, ηλεκτροσυγκολλητής ή φορτοεκφορτωτής και το βράδυ έπαιζε σε μικρά
λαϊκά ταβερνάκια. Ώσπου η φωνή του άνοιξε τις πόρτες και μπήκε στα σπίτια και
τις καρδιές του κόσμου και ο Πάνος
Γαβαλάς έγραψε τη δική του χρυσή σελίδα στο βιβλίο του λαϊκού τραγουδιού.
Υπάρχουν
πολλές καλές φωνές στο λαϊκό τραγούδι. Ερμηνευτές και ερμηνεύτριες που ξεχώρισαν
και έμειναν στο πέρασμα του χρόνου. Όμως οι Καζαντζίδης, Γαβαλάς και Μπιθικώτσης
αποτελούν ό,τι καλύτερο μέχρι τις μέρες μας. Αυτό δεν βασίζεται σε έρευνες ή ειδικές
γνώσεις του γράφοντος, μα σε ένα
αλάνθαστο εσωτερικό κριτήριο, που σαν αξίωμα της καρδιάς δεν μπορεί να
αμφισβητηθεί. Ο Μπιθικώτσης, όταν τραγουδάει, κρατάει απέναντί του τον ακροατή.
Πατάει ανέκφραστος γερά πάνω στην
αψεγάδιαστη φωνή του, είναι απόμακρος, ψυχρός. Ο Στέλιος το ακριβώς
αντίθετο. Μπαίνει στην ταβέρνα με την κιθάρα του, κι έρχεται και κάθεται σαν
αδερφός στο τραπέζι σου. Σου σφίγγει το χέρι πριν αγγίξει την ψυχή σου. Τραγουδάει για την παρέα, τραγουδάς κι εσύ μαζί του, κι όπως
έχεις απλωμένο το χέρι στην καρέκλα, πίσω από την πλάτη του, σου κάνει κάθε
τόσο νόημα να γεμίσεις τα ποτήρια.
Με
τον Γαβαλά δεν συμβαίνει τίποτα από τα δυο. Η πρώτη εντύπωση που σου αφήνει
όταν ανεβαίνει στο πάλκο, είναι του κλασικού
γόη του ασπρόμαυρου σινεμά. Έχει «αυστηρό»
παρουσιαστικό και μια δωρικότητα στις κινήσεις του σώματος, όμως δεν είναι
απόμακρος. Είναι ντυμένος στην πένα και τα γυαλιά με τον χαρακτηριστικό σκελετό
του προσθέτουν μια ρομαντική αύρα. Σωστός τζέντλεμαν. Πιάνει την κιθάρα και μέχρι ο
μαέστρος να δώσει το μουσικό σύνθημα περιμένεις. Περιμένεις, ώσπου ανοίγει
μελαγχολικά τα βελούδινα φτερά της η φωνή του. Αμέσως σε μαγνητίζει με την
ευγένειά της. Σε μαγεύει με τις διαστάσεις της. Σε ταξιδεύει σε μουσικά σταυροδρόμια
-είτε τραγουδάει για το μεροκάματο, τη φτώχεια και τον καημό του μετανάστη,
είτε για τις πληγές που άνοιξαν στις καρδιές τα βέλη του μικρού φτερωτού θεού-
με τρόπο τόσο όμορφο που να θέλεις να τα διαβείς όλα. Και αυτό το ταξίδι θέλεις
να το κάνεις ξανά και ξανά.
Έγιναν
πολλά ταξίδια από τότε. Από τη γυάλινη βιτρίνα του τζουκ μποξ του θείου Κώστα, στην
οθόνη της πρώτης ασπρόμαυρης τηλεόρασης. Από τους δίσκους στο ξεχαρβαλωμένο πικάπ στις κασέτες που λιώναν στο πλακέ κασετόφωνο στην
πενταήμερη. Από την αγγαρεία στα μαγειρία και την νυχτερινή σκοπιά στον όρχο,
στην έξοδο της Κυριακής στο ταβερνάκι του «Έρκολου». Και πάντα, στη χαρά ή
την απογοήτευση, στα πάνω και τα κάτω
της ζωής, η φωνή του Πάνου Γαβαλά ήταν και είναι πρόθυμη να επαναλάβει
το γνωστό μας ταξίδι, ακούραστα, όσες διαδρομές κι αν χρειαστούν.
Τις
πληροφορίες για τη ζωή του πήρα από την ιστοσελίδα ogdoo.gr
στην οποία υπάρχει ένα καλό εκτενές αφιέρωμα στη ζωή και το έργο του
τραγουδιστή.
Ο
Πάνος Γαβαλάς ηχογράφησε εκατοντάδες τραγούδια, πολλά από τα οποία έγιναν
μεγάλες επιτυχίες. Διάλεξα για την ανάρτηση μερικά, με το κριτήριο που
αναφέρθηκε πιο πάνω.
ΣΤΟ
ΣΤΑΥΡΟΔΡΟΜΙ
ΠΟΥ ΝΑ ΓΥΡΝΑΣ
ΣΥΓΧΑΡΗΤΗΡΙΑ
ΚΑΗΜΟ ΜΕΣ’ ΤΗΝ
ΚΑΡΔΟΥΛΑ ΜΟΥ
ΚΑΘΕ ΛΙΜΑΝΙ ΚΑΙ
ΚΑΗΜΟΣ
ΣΤΗΝ ΚΑΡΔΙΑ ΜΟΥ
ΑΝΑΒΕΙ ΦΩΤΙΑ
ΣΙΓΑΝΟΨΙΧΑΛΙΣΜΑ
ΟΣΟ ΚΙ ΑΝ ΠΙΝΩ ΚΙ
ΑΝ ΜΕΘΩ
ΕΤΣΙ
ΕΙΝΑΙ ΠΑΝΤΑ Μ' ΕΝΑ ΑΝΤΙΟ
ΜΑΚΡΙΑ ΜΟΥ ΝΑ
ΦΥΓΕΙΣ (live)
ΟΣΟ ΜΕ ΜΑΛΩΝΕΙΣ
ΜΗ ΜΕΛΑΓΧΟΛΕΙΣ
ΧΑΡΤΙΝΕΣ
ΣΚΑΛΕΣ
ΤΟ
ΧΤΥΠΗΜΑ
ΦΘΙΝΟΠΩΡΟ
ΖΩΗ ΓΕΜΑΤΗ ΠΟΝΟ
ΜΟΥ ΣΠΑΣΑΝΕ ΤΟ
ΜΠΑΓΛΑΜΑ
ΟΝΕΙΡΟ
ΔΕΜΕΝΟ
ΜΠΟΡΕΙ
ΝΑ ΕΦΥΓΕΣ
ΑπάντησηΔιαγραφήΠάνος Γαβαλάς : μεγάλη λαϊκή φωνή, ξεχωριστή, με στυλ κι ύφος εντελώς προσωπικό.Ο Γαβαλάς υπήρξε "αριστοκρατικός" ερμηνευτής, απ' την άποψη ότι ακόμα και τον πόνο τον τραγούδησε με αξιοπρέπεια και ποτέ με ..κλάψα (πράγμα που έκανε ο Καζαντζίδης)μολονότι στη φωνή του υπάρχει έντονο το λυγμικό στοιχείο.Ο Γαβαλάς, στις κορώνες του, διαλέγει να εκφέρει τα τελικά "α", "ο", "ι" στρογγυλεμένα και βελούδινα για να γίνει περισσότερο εκφραστικός, ενώ θα μπορούσε άνετα, να ..καζαντζιδίζει και να "σπάει" τα μικρόφωνα, αφού και μέταλλο διέθετε, αλλά κι όγκο φωνής απερίγραπτο.
Μεγάλος λοιπόν , μέγιστος Έλληνας ερμηνευτής, ο Μπιθικώτσης με τα ..έπη του Μίκη που τρύπωσαν στο λαρύγγι του.
Μεγάλος, μέγιστος Έλληνας τραγουδιστής ο Καζαντζίδης με την ανεπανάληπτη φωνή του, που δεν ευτύχησε εντούτοις να πει και τα μεγάλα τραγούδια που είπε ο Μπιθικώτσης, φερειπείν.
Μεγάλος, μέγιστος Έλληνας ΛΑΪΚΟΣ τραγουδιστής ο Πάνος Γαβαλάς που τραγούδησε τη φτώχεια, τον έρωτα και τον πόνο, ελληνικά, τουτέστιν με λεβεντιά αντίστοιχη μ' εκείνη που συναντάει κανείς μονάχα στα Πωγωνίσια.
.....
Γεια σου, Οικοδόμε, χρόνια πολλά, να 'σαι πάντα καλά και να διαβάζουμε εδώ τα ωραία σου.
Καλή δύναμη!
Επίσης, ο Γαβαλάς εκτός απ' το πασίγνωστο "Κάποιο πρωινό στον Πειραιά" του Μίκη, τραγούδησε και το άγνωστο στους περισσότερους "Στο έρημο λιμάνι"
ΑπάντησηΔιαγραφήhttp://www.youtube.com/watch?v=IIX3wdqd9k0
του Μίκη πάλι,
σε στίχους του Κολοκοτρώνη και με τη Ρία Κούρτη σε καταπληκτικές -δύσκολες- δεύτερες φωνές...
@Ανώνυμος:
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαλημέρα. Πιστεύω πως οι φωνές δεν συγκρίνονται, απλά αρέσουν πολύ, λιγότερο, ή δεν αρέσουν. Ο Καζαντζίδης, ο Γαβαλάς, ο Μπιθικώτσης, είναι τεράστιοι για αυτούς που μπορούν να τους «νιώσουν». Για τους υπόλοιπους είναι απλά τραγουδιστές. Με αυτήν την έννοια, η αναφορά στα τρία ονόματα δεν έγινε για να συγκρίνω φωνές, αλλά απλά για να περιγράψω την εικόνα που δίνουν σε μένα. Συμφωνώ στα όσα γράφεις για τον Γαβαλά. Μου άρεσε ιδιαίτερα το «αριστοκρατικός». Όμως πρέπει να σου πω πως δεν με εκφράζει η αντιπαραβολή που κάνεις: «(Ο Γαβαλάς) ακόμα και τον πόνο τον τραγούδησε με αξιοπρέπεια και ποτέ με ..κλάψα (πράγμα που έκανε ο Καζαντζίδης)». Δεν θεωρώ «κλάψα» τον τρόπο που εκφράζεται ο Καζαντζίδης, ούτε φυσικά πως στερείται αξιοπρέπειας η ερμηνεία του. Επίσης είναι συζητήσιμο το «μεγάλα τραγούδια». Κάποιος θα μπορούσε να πει πως ένα τραγούδι πχ του Καλδάρα, του Μητσάκη ή του Χιώτη είναι «μεγαλύτερο» από ένα του Μίκη ή του Ξαρχάκου. Και εδώ επανέρχομαι στην αρχή. Αληθινά μεγάλο ένα τραγούδι, έναν τραγουδιστή, τον κάνει ο λαός και ο χρόνος. Μεγάλα τραγούδια έγραψαν όλοι οι προαναφερόμενοι και άλλοι πολλοί ακόμα, μεγάλοι, τεράστιοι τραγουδιστές είναι και οι τρεις. Το ποιος είναι «μεγαλύτερος» ή «καλύτερος» τραγουδιστής είναι και θέμα γούστου του καθένα. Δεν ξέρω κατά πόσο κατάφερα να σου εκφράσω ακριβώς αυτά που σκέφτομαι, πάντως προσπάθησα.
Χρόνια πολλά και καλή χρονιά με υγεία σου εύχομαι.
Καλή δύναμη!
@Ανώνυμος:
ΑπάντησηΔιαγραφήΕίδα το συμπληρωματικό σου σχόλιο αφού ανέβασα το δικό μου. Συμφωνώ. Θα σε παραπέμψω κι εγώ σε ένα του Γαβαλά σαν ένα παράδειγμα αυτών που σου έγραψα στο προηγούμενο σχόλιο:
http://www.youtube.com/watch?v=P-vnYmA0alg
Την ιδιαίτερη προτίμησή μου στον Καζαντζίδη την έχω εκφράσει πολλές φορές από εδώ. Αυτό το τραγούδι όμως μου αρέσει περισσότερο να το ακούω από τον Γαβαλά.
Καλή δύναμη!
Ναι...Το "Πέφτουν τα φύλλα απ' τα κλαριά" το λέει , πιστεύω κι εγώ, καλύτερα ο Γαβαλάς.
ΑπάντησηΔιαγραφήΕκεί είδα κι ένα σχολιάκι για το Γαβαλά που πολύ μου άρεσε και το βάνω εδώ :
TheHismastervoice
TheHismastervoice πριν από 2 χρόνια
Ετσι ακριβως... Ο Γαβαλας ηταν πολυ μεγαλος καλλιτεχνης , μεγαλος τραγουδιστης με μοναδικη παστα φωνης και ευαισθησια ... τα diminuendi του ανθρωπου αυτου ( οπως σωζονται στις ηχογραφησεις ) και οι καταληξεις του πρεπει να γινουν αντικειμενο μελετης για τους νεους τραγουδιστες.. Ανθρωπος περηφανος , ευθυς και αξιοπρεπης προκαλουσε φθονο στο συναδελφικο του κυκλο... Πολυ κακως που δεν τον αναφερουν και δεν τον ξερουν οι νεοι οσο θα πρεπε...
Nα πω εδώ ,σχετικά με την αξιοπρέπεια του Γαβαλά που μνημονεύεται από πάνω, ότι ο Καζαντζίδης κάποτε ζήτησε μετ' επιτάσεως απ' το Θεοδωράκη(ο ίδιος ο Μίκης το εκμυστηρεύτηκε αυτό)να μη συμμετέχει επουδενί ο Μπιθικώτσης σε δίσκο όπου θα τραγουδούσαν τραγούδια του Μίκη ο Καζαντζίδης με τη Μαρινέλα...
.........
Τώρα, σχετικά με το τι είναι στ' αλήθεια μεγάλο τραγούδι, μεγάλος ερμηνευτής κ.λ, θα στο πω ως εξής, ή μάλλον θα προσπαθήσω.
Παλιοτερα, στα νιάτα μου,τραγουδούσα σε ρεμπετάδικα, μπουάτ κ.λ Όχι τόσο για τα φράγκα, αλλά γιατί γουστάριζα αληθινά να τραγουδάω έχοντας όσο γίνεται καλούς μουσικούς στο πατάρι.Κι ακόμα τραγουδάω, όχι επαγγελματικά τώρα, αλλά για τα ντέρτια και μόνο και τελείως χύμα κι αφτιασίδωτα τώρα, "ακαπέλωτα" έτσι όπως τραγουδάει ο πασαένας μη καλλίφωνος αλλά μερακλής...
Στο βαθμό λοιπόν, που το αληθινό κι άξιο τραγούδι (πρόσεξε,δε λέω "λαϊκό","έντεχνο","δημοτικό","ρεμπέτικο")είναι αποκούμπι, μπάλσαμο,καλή παρέα, αλλά κι εγερτήριος ύμνος για το λαό,σκέφτομαι τα κάτωθι υποθετικά :
Αν λοιπόν,τα 'χα χάσει όλα μα όλα και μου 'χε απομείνει μονάχα η γυναίκα της ζωής μου, έτοιμη όμως κι αυτή να με πουλήσει, θα τραγούδαγα το "Πού να γυρνάς" ή το "Θα φύγω και θα με ζητάς" ή το "Συγχαρητήρια" του Γαβαλά...
Μετά, που θα με πουλούσε και θα 'φευγε, θα πάγαινα σε ένα τσιπουράδικο , θα πλακωνόμουν στο ρακί και θα τραγούδαγα πίνοντας μονάχος μου το "Άσπρο πουκάμισο φορώ" , το "Ένας σκύλος και μια γυναίκα", το "Σαν βράχος μες στα κύματα" του Καζαντζίδη και τέτοια, μέχρι που να ξέχναγα απ' το πιώμα πώς με λένε...
Την άλλη μέρα που θα ξύπναγα πεντάμονος , χωρίς τίποτε πλέον, αν ήταν ν' ανέβουν στο στόμα μου 2-3 τραγούδια που να δείχνουν πώς είμαι εκείνες τις στιγμές, αλλά και να με κρατήσουν ,θα ήταν τραγούδια σαν το "Κράτησα τη ζωή μου" ή το "Στα περβόλια" του Μίκη και του Μπιθικώτση...
Αυτά, Οικοδόμε...Μην απαντάς, δε σκολάμε ποτέ...Ίσως κάποτε την τελειώσουμε αυτή την κουβέντα, με τσίπουρα ΚΑΙ σε μαγαζί φίλου εδώ στα Γιάννενα,(με τα Τζουμέρκα έχεις να κάνεις, νομίζω..κοντά είναι) χωρίς πελάτες εκείνη την ώρα, σε τραπέζι κοντά στο ταμείο , στο οποίο ταμείο υπάρχει και λαπτοπ με σύνδεση στο internet,έτσι ώστε να σηκωνόμαστε εναλλάξ μία εσύ και μία εγώ και να βάνουμε από 1 τραγούδι απ' το youtube προς ενίσχυση της επιχειρηματολογίας του καθενός μας (Καζαντζιδικός εσύ, Μπιθικωτσικός εγώ)..Καλή δύναμη και πάλι...
@Ανώνυμος:
ΑπάντησηΔιαγραφήΔεν έχει πολλή σημασία αλλά θα προσθέσω πως η συμπεριφορά του Καζαντζίδη πολλές φορές με έχει απογοητεύσει και θα προτιμούσα να μην την ήξερα. Αυτό συνέβη κατά καιρούς και με άλλους καλλιτέχνες. Θα μπορούσα να γράψω για τον Μίκη, τον Θ. Μικρούτσικο, τον Νταλάρα, δεν μου έρχονται άλλοι στο νου τώρα. Όμως αυτά, τα μικρότερα ή τα μεγάλα, τα ανθρώπινα,τα σπρώχνω στην άκρη, δεν μπορούν να αμαυρώσουν την πορεία τους στην τέχνη.
Με το σχόλιό σου μου έφτιαξες τη μέρα. Αυτή η κουβέντα νομίζω δεν τελειώνει ποτέ, μα γίνεται καλύτερη όταν γίνεται με τραγούδια. Μακάρι να τη συνεχίσουμε κάποτε με τον τρόπο που είπες. Θα ΄χουμε πολλά να πούμε και, γιατί όχι, να τραγουδήσουμε. Να ΄σαι καλά.
Καλή δύναμη!
ΟΠΟΙΟΣ ΕΚΦΡΑΖΕΙ ΓΝΩΜΗ ΓΙΑ ΤΟΝ ΣΤΕΛΙΟ ΚΑΖΑΝΤΖΙΔΗ
ΑπάντησηΔιαγραφήΘΑ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΕΧΕΙ ΑΚΟΥΣΕΙ ΚΑΙ ΤΑ 846 ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ ΣΤΑ ΟΠΟΙΑ ΕΙΝΑΙ ΠΡΩΤΗ ΚΑΙ ΔΕΥΤΕΡΗ ΦΩΝΗ.
ΓΙΑΤΙ ΟΙ ΠΕΡΙΣΟΤΕΡΟΙ ΕΧΟΥΝ ΑΚΟΥΣΕΙ ΜΟΝΟΝ 100 ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ ΤΟΥ ΚΑΙ ΛΕΝΕ ΤΗΝ ΓΝΩΜΗ ΤΟΥΣ.
ΕΠΙΣΗΣ ΝΑ ΑΚΟΥΣΟΥΝ ΤΙ ΕΧΟΥΝ ΠΕΙ ΜΕΓΑΛΟΙ ΣΥΝΘΕΤΕΣ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΟΙ ΤΡΑΓΟΥΔΙΣΤΕΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΚΑΖΑΝΤΖΙΔΗ
Οι περισότεροι άνθρωποι αξιολογούν το τραγούδι καί βέβαια όχι αδικαιολόγητα.Οταν όμως μιλάμε γιά φωνές οί κύριοι Καζαντζίδης καί Γαβαλάς είναι μακράν πρώτοι καί νομίζω ότι δεν θα ξαναβγούν τετοιες ΦΩΝΑΡΕΣ.
ΑπάντησηΔιαγραφήΕυχαριστώ γιά την φιλοξένια.
Μπάμπης Χαρικόπουλος.