Πέμπτη
16 Αυγούστου, κάπου στο βορειοδυτικό τμήμα της Νότιας Αφρικής... 35 απεργοί
μεταλλωρύχοι δολοφονούνται από τα πυρά της αστυνομίας. 78 απεργοί
τραυματίζονται και 259 συλλαμβάνονται. Τις προηγούμενες μέρες ακόμη 4
μεταλλωρύχοι είχαν χάσει τη ζωή τους σε συγκρούσεις με τις δυνάμεις καταστολής,
κατά τις οποίες σκοτώθηκαν και 2 σεκιούριτι.
Η
απεργία των εργατών στα ορυχεία λευκόχρυσου (πλατίνας) του βρετανικού ομίλου
“Λονμίν" στη Μαρικάνα του Ράστενμπουργκ (εκεί βρίσκεται το τρίτο
μεγαλύτερο ορυχείο στον κόσμο, ιδιοκτησία της συγκεκριμένης βρετανικής
εταιρείας) ξεκίνησε στις 9 Αυγούστου. Η "ψυχή" της απεργίας ήταν το
πιο σκληρά εκμεταλλευόμενο κομμάτι εργατών του ορυχείου, οι χειριστές
γεωτρύπανου, οι οποίοι είχαν ως κύριο αίτημα την αύξηση του μισθού τους από τα
3.500 ραντ έως 5.000 ραντ που είναι σήμερα, στα 12.500, δηλαδή από τα 350-500
ευρώ στα 1.250.
Μία
βδομάδα μετά την έναρξη της απεργίας, και ενώ στα ΜΜΕ φτιάχνεται ...κλίμα αφού
τα ρεπορτάζ αναφέρονται σε ένοπλους απεργούς, η αστυνομία επιτίθεται με αληθινά
πυρά δολοφονώντας 35 μεταλλωρύχους. Το γεγονός καταγράφεται από τις κάμερες και
κάνει τον γύρο του κόσμου.
Είναι
ξεκάθαρο ότι πρόκειται για μαζική σφαγή απεργών από την αστυνομία -και με την
κυβέρνηση της Ν. Αφρικής να έχει πολιτικές ευθύνες- με σκοπό να ικανοποιηθούν
οι αξιώσεις της “Λονμίν" και να “σπάσει" η απεργία.
Το
κεφάλαιο δε σέβεται τίποτα…
Αμέσως
μετά τη σφαγή, η διοίκηση της εταιρείας απέστειλε τελεσίγραφο προς τους
απεργούς με την απειλή ότι αν δε γυρίσουν στη δουλειά θα απολυθούν. Ωστόσο,
σύμφωνα με τα στοιχεία που έδωσε η ίδια η Λονμίν, στη μέρα με τη μεγαλύτερη
συμμετοχή εργατών στη δουλειά μετά τη σφαγή, μόνο το 13% των εργαζομένων πήγε
για δουλειά. Παρά την τρομοκρατία οι μεταλλωρύχοι συνέχιζαν την απεργία με
πολλούς από αυτούς να δηλώνουν ότι οποιαδήποτε υποχώρηση θα σημαίνει προδοσία
απέναντι στους νεκρούς συναδέλφους τους.
Απέναντι
στους εργάτες, όμως βρέθηκε ένα ολόκληρο πλέγμα μηχανισμών του αστικού κράτους
που πραγματικά δε σέβεται τίποτα εκτός από το ...δικαίωμα της εταιρείας να
συνεχίζει να βγάζει τα κέρδη της πατώντας κυριολεκτικά πάνω σε πτώματα.
Αρχικά,
για το μακελειό κατηγορήθηκαν ...οι νεκροί γιατί -λέει- οι απεργοί επέλε- ξαν
να περιφρουρήσουν τον αγώνα τους και να μην κάνουν πίσω από τη μορφή πάλης που
επέλεξαν. Επίσης, χρέωναν στους εργάτες την επίθεση αξιοποιώντας υπαρκτές
διαφωνίες ανάμεσα στα σωματεία που υπάρχουν στο συνδικαλιστικό κίνημα των
μεταλλωρύχων σχετικά με το περιεχόμενο και τη μορφή του αγώνα. Δηλαδή με
υπαρκτά ζητήματα, που ωστόσο είναι άσχετα, και δε γίνεται να δικαιολογούν τη δολοφονική
επίθεση του’ κράτους και των καπιταλιστών προς τους απεργούς.
Ακόμη,
τις πρώτες μέρες μετά το μακελειό η αστυνομία δεν έδινε στοιχεία για τους
κρατουμένους και τους νεκρούς, με αποτέλεσμα σε αρκετές περιπτώσεις οι οικο-
γένειές τους να μη γνωρίζουν αν ζουν ή είναι νεκροί οι δικοί τους άνθρωποι.
Στη
συνέχεια, η Εθνική Εισσγγελική Αρχή απήγγειλε κατηγορίες για ανθρωποκτονία
εναντίον των 270 συλληφθέντων απεργών του ορυχείου Μαρικάνα (ορισμένοι από
αυτούς συνελήφθησαν ορισμένες μέρες μετά τη ματωμένη Πέμπτη, όταν πήραν
εξιτήριο από τα νοσοκομεία) για το φόνο...των συναδέλφων τους που
αποδεδειγμένα σκοτώθηκαν από τα πυρά των αστυνομικών! Επίσης σωρεία κατηγοριών
απαγγέλθηκε στους εργάτες για «οπλοκατοχή», «διατάραξη της κοινωνικής ειρήνης»
κλπ. Μάλιστα, ο νόμος τον οποίο χρησιμοποιεί το αστικό κρότος εναντίον των
απεργών είναι ο νόμος περί “Ταραχωδών Συναθροίσεων" του 1956 που
χρησιμοποιούσαν οι ρατσιστικές κυβερνήσεις επί απαρτχάιντ για να
αντιμετωπίζουν τον αγώνα των μαύρων εργατών.
Οι
δικαστικές διώξεις απέναντι στους απεργούς -στην πραγματικότητα όχι επειδή
σκότωσαν κάποιον αλλά επειδή τόλμησαν να συμμετόσχουν στην απεργία-
επιβεβαιώνουν ότι το δίκαιο έχει ταξικό χαρακτήρα και υπηρετεί τα συμφέροντα
της τάξης που έχει την εξουσία. Επιβεβαιώνουν όσους ισχυρίζονται ότι ο νόμος
μοιάζει με μαχαίρι και δεν πληγώνει ποτέ αυτόν που το κρατά.
-Η
κυβέρνηση της Ν. Αφρικής, η οποία απαρτίζεται από τον κυβερνητικό συνασπισμό
του Αφρικανικού Εθνικού Κογκρέσου (ΑΝC), του Νοτιοαφρικάνικου Κομμουνιστικού
Κόμματος (ΝΑΚΚ) και τα συνδικάτα της (COSATU), μέσω του προέδρου Ζούμα,
καταδίκασε γενικά τη βία, ταυτίζοντας τα πυρά των αστυνομικών με τη
"βία" των απεργών, ενώ υποσχέθηκε και τη συγκρότηση προεδρικής
επιτροπής για τη διερεύνηση της υπόθεσης.
Από
τα ίδια τα γεγονότα ωστόσο, βγαίνουν συμπεράσματα κοι για τη συμμετοχή των
κομμουνιστών σε μια αστική κυβέρνηση. Αναδεικνύεται ότι σε κάθε χώρα, όσο η
εξουσία παραμένει στα χέρια της αστικής τάξης, αυτή και το κράτος της, όπως και
οι δυνάμεις καταστολής της θα δρουν με κριτήριο το κέρδος, την καπιταλιστική
εκμετάλλευση και τη διαιώνισή της.
Η
μάχη συνεχίζεται...
Μέχρι
την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές, κανένα από τα αιτήματα των απεργών δεν
έχει ικανοποιηθεί. Η εταιρεία επιμένει στη σκληρή και ανυποχώρητη γραμμή της.
Προβάλλει ως διαπραγματευτικό ατού για τη λήξη της απεργίας τη ...μεγαλοψυχία
της, αφού ακόμη δεν έχει υλοποιήσει τις απειλές της για απόλυση των απεργών που
δεν προσήλθαν για δουλειά και ταυτόχρονα μιλάει για προσπάθεια για “συμφωνία
ειρήνης".
Από
την άλλη πλευρά η απεργία συνεχίζεται και η αποφασιστικότητα των απεργών
δυναμώνει. Ακόμη, στον απεργιακό αγώνα μπαίνουν και μεταλλωρύχοι από άλλα
μεγάλα ορυχεία, απαιτώντας την τιμωρία των υπευθύνων για τη σφαγή και
προβάλλοντας ανάλογα μισθο- λογικά αιτήματα, αποσπώντας σε μία περίπτωση
ορισμένες κατακτήσεις. Επίσης, στις 3 Σεπτέμβρη τέσσερις μεταλλωρύχοι
τραυματίστηκαν σε ένα χρυσωρυχείο στα περίχωρα του Γιοχάνεσμπουργκ στη
διάρκεια συγκρούσεων απεργών με τις δυνάμεις καταστολής.
Ν.
Αφρική: Μια παλιά ιστορία εκμετάλλευσης...
Μια
ταχύτατη αναδρομή στην ιστορία του υποσαχάριου τμήματος της Αφρικής και
ιδιαίτερα της Ν. Αφρικής, η οποία και ξεχωρίζει στην ήπειρο για τον οικονομικό
και πολιτικό της ρόλο, αρκεί για να αντιληφθούμε ότι πρόκειται για μια ιστορία
καταλήστευσης του ορυκτού πλούτου από το ντόπιο και το ξένο κεφάλαιο και
εκμετάλλευσης των λαών και ιδιαίτερα του τμήματος της εργατικής τάξης που
εργάζεται στα ορυχεία.
Το
απαρτχάιντ, αυτό το βάρβαρο καθεστώς με το οποίο η “λευκή” αστική τάξη σε
συνεργασία με τους διεθνείς συμμάχους της διατηρούσε για δεκαετίες την εξουσία
και την κερδοφορία της, ανατράπηκε στα 1994, μετά από τον πολύχρονο, σκληρό και
σε αρκετές φάσεις ένοπλο αγώνα του λαϊκού κινήματος της χώρας. Οι ρατσιστικές
διακρίσεις έπαψαν να αποτελούν επίσημη κρατική πολιτική και η μεγάλη πλειοψηφία
του λαού, ο μαύρος πληθυσμός απέκτησε δικαιώματα τα οποία πριν στερούνταν.
Είναι
λύση για τους εργάτες η ανάπτυξη που θέλουν οι καπιταλιστές;
Ωστόσο
σήμερα, στο σβέρκο του λαού κάθονται νέα ανερχόμενα τμήματα της αστικής τάξης,
κυρίως "μαύρων" επιχειρηματιών, οι οποίοι συγκεντρώνουν ολοένα και
περισσότερα μέσα παραγωγής στα χέρια τους, αναβαθμίζοντας το ρόλο τους σε
περιφερειακό, ηπειρωτικό και παγκόσμιο επίπεδο. Η Ν. Αφρική εξελίσσεται σε μια
αναδυόμενη οικονομία που η αστική της τάξη απολαμβάνει σημαντικούς ρυθμούς
καπιταλιστικής ανάπτυξης, διατηρώντας σχέσεις πότε σε συνεργασία και πότε σε
αντιπαράθεση με τις ΗΠΑ και τη Βρετανία, αλλά κυρίως συγκροτώντας αυτήν την
περίοδο οικονομικές και πολιτικές σχέσεις με την Κίνα και συμμετέχοντας σε
αναδυόμενες ιμπεριαλιστικές ενώσεις του κεφαλαίου, όπως το ΒΚΚ5 (Βραζιλία,
Ρωσία, Ινδία, Κίνα, Ν. Αφρική).
Απεναντίας,
η μεγάλη πλειοψηφία του πληθυσμού ζει με φοβερές δυσκολίες, μέσα στη φτώχεια. Η
ανεργία ξεπερνάει το 20% και στη νεολαία το 50%. Φορέας του ΑΙ05/Ηΐν είναι το
10% του πληθυσμού, ποσοστό που διπλασιάζεται και τριπλασιάζεται στη νεολαία
φέρνοντας τη Ν. Αφρική στην πρώτη θέση της λίστας με τους φορείς του ιού παγκοσμίως.
Οι
μετανάστες εργάτες από άλλες γειτονικές αφρικανικές χώρες (πχ Ζιμπάμπουε) ή οι
εργάτες που καταφθάνουν από απομακρυσμένες περιοχές της χώρας (ου(5ίάθΓ$) στις
μεγάλες πόλεις της Ν. Αφρικής για να δουλέψουν στα ορυχεία με 3 και 4 φορές
μικρότερο μισθό από αυτόν που προβλέπουν οι συλλογικές συμβάσεις, είναι
προλετάριοι με άθλιο παρόν και δίχως κανένα μέλλον. Αυτοί οι εργάτες και οι
οικογένειές τους μένουν σε παράγκες ή στις αποκλεισμένες περιοχές (γκέτο) που
είχαν διαμορφωθεί από την εποχή του απαρτχάιντ πριν δεκαετίες για να
αποκλείσουν τους μαύρους εργάτες.
Στον
κλάδο του λευκόχρυσου και των άλλων βασικών πλουτοπαραγωγικών πηγών της Ν.
Αφρικής δραστηριοποιούνται περισσότερες από 800 μεγάλες επιχειρήσεις. Η
τεχνολογία που χρησιμοποιείται είναι ξεπερασμένη, με χαμηλό βαθμό εκμηχάνισης
και αυξημένη ζωντανή εργασία κι αυτό οδηγεί στη χρησιμοποίηση όλων των μέσων
για την εντατικοποίηση της δουλειάς και την αύξηση του βαθμού εκμετάλλευσης.
Έτσι, τα “εργατικά ατυχήματα" που και από τα παραπάνω αποδεικνύεται ότι στην
πραγματικότητα είναι εργοδοτικά εγκλήματα, είναι πολύ συχνά.
Με
αφορμή τη δολοφονία των απεργών ήρθαν στο προσκήνιο τα προβλήματα των
εργαζομένων (δείτε αναλυτικότερα τα στοιχεία που δημοσιεύει ο
“Ριζοσπάστης", Κυριακή 2 Σεπτέμβρη 2012, σελ. 24). Ιδιαίτερα για τους
μεταλλωρύχους αποδεικνύεται ότι στον καπιταλισμό ο τεράστιος ορυκτός πλούτος
της νοτιοαφρικανικής γης μετατρέπεται σε πηγή τεράστιων κερδών των μεγάλων
εταιρειών και ταυτόχρονα σε πηγή εκρηκτικών προβλημάτων και ακατάπαυστων
δεινών των εργατών που με τον ιδρώτα και το αίμα τους τον παράγουν.
Όσοι
εργάτες δε σκοτώνονται ή δε σακατεύονται στα ορυχεία, καταφέρνουν να
εξασφαλίζουν το πολύ ένα πιάτο φαί για αυτούς και τις οικογένειές τους. Στη Ν.
Αφρική οι εργάτες και τα παιδιά τους γεννιούνται, μεγαλώνουν, ζουν και
πεθαίνουν φτωχοί. Και το παράδειγμα της Ν. Αφρικής αποδεικνύει ότι η
“ανάπτυξη", ιδιαίτερα στις σημερινές συνθήκες για την οποία μιλούν οι
καπιταλιστές και οι πολιτικοί τους εκπρόσωποι, για τους εργάτες σημαίνει
απλήρωτη δουλειά, φτώχεια, κελιά και σφαίρες και αναδεικνύει ότι μόνη διέξοδος
από την καπιταλιστική βαρβαρότητα είναι η κοινωνικοποίηση του παραγόμενου
πλούτου κι η εργατική εξουσία, ο Σοσιαλισμός.
Νίκος
Ζαχαρόπουλος (Από τον ΟΔΗΓΗΤΗ του Σεπτέμβρη)
Αίμα και κέρδη έχουν την ίδια οσμή...
ΑπάντησηΔιαγραφή